PKK – Οτσαλάν, Λευτεριά στο Κουρδιστάν!

Με τον Κώστα στα 16-17 μας το φωνάζαμε στους δρόμους. Φορούσαμε παλαιστινιακά, ακούγαμε κασέτες Άσιμου, διαβάζαμε το μανιφέστο του γιουναμπόμπερ και προκηρύξεις της 17Ν, βάζαμε κάνα αλφάδι στον τοίχο και μαθαίναμε γκραφίτι. Το πρώτο μάλιστα γκραφίτι μας ήταν μια τεράστια σημαία του P.K.K. μέσα στο προαύλιο του 4ου λυκείου. Από δίπλα γράψαμε ‘λευτεριά στο Κουρδιστάν’. Τα καλοκαίρια με τον πατέρα του Κώστα, που ‘ταν παλιός πασόκος, συζητάγαμε για πολλά, μεταξύ άλλων και τους Κούρδους. Μας έλεγε πως μέχρι και στρατόπεδα εκπαίδευσης Κούρδων μαχητών είχε στήσει το κόμμα κάπου στα βάθη της ελληνικής επαρχίας… Εμείς μάλλον σκεφτόμασταν το πασόκ σαν μέρος της μεγάλης αριστερής εξίσωσης ή και εθνικής υπόθεσης, δεν πολυθυμάμαι, πάντως τα στοχάδια του ‘ελληνικού μετώπου’ τα σβήναμε. Μετά, μεγαλώνοντας καταλάβαμε πως ο κόσμος δεν είναι τελικά τόσο αθώος και ότι το πασόκ εφάρμοζε μια συνεπή εθνική πολιτική που έλεγε ότι ‘ο εχθρός του εχθρού μου είναι ο φίλος μου’. Εξ ου και η συμπάθεια και η στήριξη προς τους Κούρδους. Αυτή η αμήχανη παραδοχή έμεινε αμήχανη μέχρι πολύ πολύ αργότερα όταν δυο πράγματα συνειδητοποιήσαμε με τον Κώστα. Ένα: τελικά υπήρχε κράτος και όλες οι γκρίνιες περί του αντιθέτου δεν ήταν τίποτα πέρα από σαπουνάδα (χωρίς δάκρυα!) που όμως μπαίνει στα μάτια. Και δύο: πως τα κράτη δεν έχουν φίλους ούτε συναισθήματα, έχουν συμμάχους και εχθρούς. Πολύ βολικά συνήθως τα συναισθήματα μάλιστα ακολουθούν τα συμφέροντα.[1] Είναι βέβαιο ότι κανένας φιλο-αραβισμός δεν προκύπτει από πλευράς του ελληνικού κράτους σε ιδεολογικό επίπεδο και ούτε κάποιος φιλο-κουρδισμός. Τα βάσανα των κούρδων εδώ και δεκαετίες από την τουρκική μπότα μόνον τα προσβάλλει που τα πιάνει στο στόμα του ο ελληνικός εσμός.

Για αυτούς τους λόγους δεν είναι και τόσο απλά τα πράγματα στην, από ελληνική σκοπιά και θέση, δημόσια υποστήριξη των Κούρδων στο Κομπάνι κ.τ.λ. Και αυτό γίνεται ακόμα πιο προφανές όταν συνειδητοποιείς ξαφνικά ότι ολόκληροι αριστεροί, αναρχικοί, ακροδεξιοί στην ελλάδα και, φυσικά, ολόκληρο ελληνικό κράτος έχουν την ίδια άποψη στην τελική: αλληλεγγύη στους Κούρδους μαχητές! Ή, για να ‘μαστε δίκαιοι, από διαφορετική σκοπιά ιδεολογικά προκύπτει η ίδια πρακτική κατάληξη. Και να ‘σου κάτι σκατά μπλογκ της ευρείας φιλελε ηλιθιότητας να σου κάνουν αφιερώματα για την άμεση δημοκρατία στο Κομπάνι και να ‘σου η χρυσή αυγή να κοτσάρει φωτογραφίες των ηρωικών Κούρδων, ίσως και τις ίδιες που βάζουνε οι αριστεροί…

Εμείς, θα πει κάποιος, δεν έχουμε στο νου μας κρατικά συμφέροντα αλλά υποστηρίζουμε τα δίκια των μειονοτήτων ή των καταπιεσμένων λαών κ.τ.λ. Ήδη η έννοια του ‘λαού’ βρωμάει όμως, το ξέρουμε και από εδώ. Μια έννοια ανέκαθεν συνδεδεμένη με την πατρίδα και το έθνος, τις κλασικές αξίες της δεξιάς και των φασιστών. Ποιος γυρεύει άραγε ακόμα συσπείρωση γύρω από αυτά μετά από δυο ολόκληρα παγκόσμια σφαγεία και τόσες τοπικές, γνωστές ή άγνωστες, σφαγές; Ακόμη χειρότερα, είμαστε πια στη φάση του «μετά-». Του «μετα-»αντι-ιμπεριαλισμού. Γίνονται πόλεμοι για να ‘σωθούν’ μειονότητες και δημοκρατίες, ή ακόμη ‘για να αποτραπεί ένα νέο Άουσβιτς’. Ποιο ήταν, όμως, το μάθημα της Λιβύης; Οι ‘επαναστάτες’ να κλείνουν σε κλουβιά μαύρους Αφρικανούς και να τους ταΐζουν μπανάνες. Οι Κούρδοι στην περίπτωση του συριακού εμφυλίου ήταν και παραμένουν ο πιο συμπαθητικός κρίκος – μια για δεκαετίες καταπιεσμένη μειονότητα από τον βασιλιά Ασάντ και τις φρικτές του συμμαχίες με δολοφόνους.[2] Και η συναισθηματική μας στήριξη είναι αυτονόητη. Φυσικά, να τη χέσουν τη συναισθηματική μας στήριξη οι Κούρδοι. Αλλά το ερώτημα είναι: πώς μπορείς μέσα από το ελληνικό περιβάλλον και την ελληνική θέση θέασης των πραγμάτων να υποστηρίξεις ανοιχτά το παιχνίδι της μιας πλευράς στον συριακό εμφύλιο την ώρα που στήνονται κράτη στην έρημο – μην γνωρίζοντας μάλιστα όλες τις πλευρές του παιχνιδιού τόσες χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά, ενώ ταυτόχρονα έχεις την προνομιακή θέαση του να βλέπεις καθαρά πως «διαβάζει» και «αντιδρά» στον συριακό εμφύλιο από την Αθήνα το κράτος σου; Η απάντηση είναι απλή. Δεν γίνεται!

Το 2012 πάλι, για κάποιο λόγο έπεσα σε μια μεγάλη συγκέντρωση στο Βερολίνο που μου προκάλεσε την ίδια αμηχανία. Πολλές antifa σημαίες, μια υπογραφή τουλάχιστον έλεγε antifa arab και πολλά πανό του P.K.K., με ή χωρίς τη φάτσα του Οτσαλάν ή και αριστερών τουρκικών οργανώσεων μεταναστών. Την προηγούμενη εβδομάδα είχαν λάβει χώρα εκτεταμένες συμπλοκές τούρκων (γκρίζων λύκων) και κούρδων στο Κρόϊτσμπεργκ. Ομάδες των 10 ή των 20 την πέφτανε σε μαγαζιά με ντόνερ κ.τ.λ. Ομάδες περιφρούρησης είχαν στηθεί γύρω από τα μαγαζιά. Η γερμανική αστυνομία που σε άλλη φάση αν κολλούσες αυτοκόλλητο ‘σε περιοχή που δεν πρέπει’, μπορεί να σε τραβούσε, άφησε το όλο σκηνικό να συμβαίνει για έξι ώρες. Η διαδήλωση ήταν αφιερωμένη σε αυτά τα γεγονότα. Η αμηχανία δεν προκλήθηκε φυσικά από κάποιον άδικο χαρακτήρα της διαδήλωσης αλλά από τη συνειδητοποίηση πως, με ελληνικά χαρτιά και πολιτικοποίηση, είχα βρεθεί έστω για λίγο στο μέσο μιας διαδήλωσης που φώναζε περίπου τα συνθήματα που φώναζα κι εγώ στο λύκειο. Σίγουρα, από άλλη σκοπιά, αλλά στην τελική, από την ίδια σκοπιά. Μάζεψα την αμηχανία μου και έφυγα. Μερικές φορές τα ταμπού, είπα, είναι για να μην σπάνε και η αμηχανία δείγμα υγείας.

Stepanyan TSP

 

[1] Όμως, ταυτόχρονα, πέρα από αθώος ούτε απλός είναι ο κόσμος… Η ιδεολογία δεν είναι απλά συναισθήματα και δεν ακολουθεί απλώς τα συμφέροντα, αλλά περίπλοκα μπλέκεται μαζί τους. Για να πούμε το τετριμμένο μεγα-παράδειγμα… γιατί οι ναζί – ολόκληρο τρίτο ράϊχ – διακινδύνευε να χάσει παγκόσμιο πόλεμο, που τον έχασε, δεσμεύοντας πολεμικό υλικό (τρένα και ανθρώπους) για τους (ασήμαντους αριθμητικά) εβραίους της Ρόδου και της Αθήνας που λίγο μόλις μετά την άφιξή τους στα στρατόπεδα, θα τους εξόντωνε, αντί να στείλει τα τρένα και τους στρατιώτες στο ρωσικό μέτωπο; Ή γιατί δεν έβαζε απλά τους εβραίους της Ρόδου και της Αθήνας να δουλέψουν τζάμπα σαν σκλάβοι για να καρπωθεί η ναζιστική μηχανή λίγο ακόμα φαΐ για τον στρατό της; Ε να, γιατί υπήρχαν και καθαροί ιδεολόγοι εκεί στο Βερολίνο!

[2] Από το πρώην στέλεχος των ναζί και σφαγέα της Θεσσαλονίκης Αλόϊς Μπρούνερ μέχρι τη χρηματοδοτούμενη από τους μουλάδες του Ιράν και θεοκρατική Χεζμπολάχ.