Συνωμοσιολογία: πως να την αναγνωρίσετε άμα τυχόν τη δείτε

Στο κείμενο «Αφετηρία Άουσβιτς (πέρα από την ιστορία και τη μνήμη)», τον μακρινό πλέον Φλεβάρη του 2018, θέλοντας να κάνουμε κριτική στις αντιλήψεις της ελληνικής αριστεράς για τον αντισημιτισμό της αναρωτιώμασταν «[…] πόσο πιθανό είναι να πάρει μια τέτοια αριστερά σοβαρά σήμερα τον αντιδραστικό –εθνικών συμφερόντων– αντικαπιταλισμό, τη συνωμοσιολογία και τον αντισιωνισμό, κάποια από τα σύγχρονα δηλαδή δεκανίκια κάθε δεξιού και αριστερού μέλους του αγαπημένου τους ελληνικού όχλου».[1] Είχαμε ήδη διαπιστώσει ότι ο αντισημιτισμός ήταν κάτι περισσότερο από ένα λαϊκό πάθος, μιας και προκειμένου να οργανωθεί η Τελική Λύση χρειάστηκε να δουλέψουν από κοινού μπάτσοι, στρατιώτες, γιατροί, δάσκαλοι, υπάλληλοι σιδηροδρόμων, φιλήσυχοι γείτονες, ακαδημαϊκοί, υπουργεία, τοπικοί άρχοντες. Την ίδια στιγμή, βλέπαμε πως η όποια επικέντρωση στον συνωμοσιολογικό τρόπο σκέψης κουβαλούσε μαζί τόσο την προϋπόθεση της ύπαρξής του όσο και την απάντηση που πρέπει να δοθεί: προϋπόθεση είναι η οπισθοδρομική (aka όχι αρκετά φιλελεύθερη) ελληνική κοινωνία· απάντηση είναι η εκπαίδευση των πολιτών ώστε να μην υποπίπτουν σε ‘αντισημιτικά σφάλματα’.[2] Σχεδόν τρία χρόνια αργότερα, έφτασε η στιγμή που η λέξη «συνωμοσιολογία» έγινε του συρμού [sic]. Εμείς ως δύσπιστες και δύσπιστοι απέναντι στις ελληνικές συμφωνίες είπαμε να συζητήσουμε λίγο περισσότερο μέσα σε ποια συγκυρία συμβαίνει αυτό. Μήπως οι έλληνες όλων των αποχρώσεων έγιναν αντι-αντισημίτες; Μήπως ο αόρατος εχθρός τους ευαισθητοποίησε; Μήπως είμαστε καχύποπτοι χωρίς λόγο και δεν βλέπουμε τα θετικά;

Μπροστά στα χουντικά μέτρα του περασμένου Μάρτη-Απρίλη-Μάη και του τωρινού Οκτώβρη-Νοέμβρη (και βλέπουμε) που περιλάμβαναν απαγόρευση κυκλοφορίας και υποχρεωτική μασκοφορία, μια σειρά από αυτόνομες ομάδες στην Αθήνα και αλλού βγήκαν και είπαν, παρά τις μεταξύ τους διαφορές, πως η κρίση και η διαχείριση της κρίσης του ιού ήταν επινοημένη από τα κράτη μέσα στα πλαίσια των μεταξύ τους (διακρατικών) ανταγωνισμών και, επιπλέον, πως η επιβεβλημένη καραντίνα χρησίμευσε στα κρατικά σχέδια οικονομίας, δημόσιας τάξης, εξωτερικής πολιτικής. Χρησίμευσε μάλιστα τόσο που τα περί ιών λειτούργησαν ως μια υποδειγματική μέθοδος πειθούς ώστε να συμπεράνουμε όλοι μας ότι αυτά που μας συμβαίνουν είναι «φυσικά». Αυτή η άποψη ονομάστηκε από τους δεξιούς και αριστερούς φίλους του κράτους ως «συνωμοσιολογική».

Αυτή η φοβερή εθνική σύμπνοια αριστεράς και δεξιάς δεν ήταν βέβαια έκπληξη από μια άποψη. Αλλά ήταν η πρώτη φορά που –με φόντο την απαγόρευση κυκλοφορίας και τις απολύσεις ή μειώσεις μισθών εκατοντάδων χιλιάδων– οι διαφορές μεταξύ όλων των πλευρών του κράτους (και των τσιρακίων τους) ελαχιστοποιήθηκαν τόσο πολύ που εμφανίζονταν σαν μπετόν αρμέ. Ήταν η πρώτη φορά που για αυτόν ακριβώς τον λόγο φτάσαμε μια ανάσα από την απαγόρευση έκφρασης, καθώς από κρατικά στόματα απειλήθηκε ότι δεν θα μπορεί να λέει ο καθένας ό,τι θέλει για αυτόν τον ιό και ότι η διασπορά… fake news θα τιμωρείται. Η όλη φιλολογία περί fake news είναι, όπως καταλαβαίνουμε, ο νέος τρόπος να πλασάρεται το παλιό κρατικό άγχος για έλεγχο της πληροφορίας και της γνώμης. Το ζήτημα δεν ήταν βέβαια ότι προτείνονταν μόνο άκυρα φάρμακα και θεραπείες για τον ιό –συνεπώς, έπρεπε για λόγους υγείας να σταματήσει η ιατρική παρα-φιλολογία (αυτό το έκαναν και οι ίδιοι οι γιατροί και οι πρωθυπουργοί, από τον Τσιόδρα μέχρι τον Τραμπ που έβγαιναν και λέγανε δοκιμάστε το α΄ ή β΄ φάρμακο!). Το ζήτημα είναι ότι κανείς δεν πρέπει να βγαίνει να λέει οτιδήποτε εκτός του κύκλου «καμπύλη-μάσκα-γιαγιά-κάτσε σπίτι» και της αριστερής του εκδοχής «κάτσε πιο πολύ σπίτι και περίμενε το νέο νοσοκομείο». Η συκοφάντηση της κάθε αντίθετης άποψης ως συνωμοσιολογίας έλεγε ότι τώρα που ο ιός μας επιτίθεται, πρέπει να κόψουμε την κριτική στο κράτος. Αντ’ αυτού πρέπει να αφεθούμε στις μεταξύ μας σχέσεις… φροντιστικότητας (ο Κυριάκος το ‘λεγε πιο ωραία, ως κοκούνινγκ – γι’ αυτό κυβερνάει βέβαια ο Κυριάκος και όχι οι άλλοι των σόσιαλ) και στην άποψη ότι ο ιός είναι προϊόν των διατροφικών συνηθειών των καθυστερημένων και βρωμιάρηδων Κινέζων. Και τέτοια είναι η ρημάδα η εθνική ενότητα που αυτή η φοβερή ιδέα βρήκε οπαδούς μέχρι και σε πολιτικούς χώρους πέραν της αριστεράς!

Σε μια τέτοια συγκυρία, λοιπόν, σκεφτήκαμε να υπενθυμίσουμε δυο βασικά πράματα στους συντρόφους και τις συντρόφισσες των σόσιαλ. Η κουβέντα για τη συνωμοσιολογία ήταν ανέκαθεν μια κουβέντα γύρω από την οργανωμένη από τα πάνω παραγωγή σύγχυσης και τη στοχοποίηση κάποιων αδύναμων μειοψηφιών, ως παρασκηνιακά ισχυρών. Μολονότι συνωμοσίες υπήρξαν και υπάρχουν πολλές στον σύγχρονο κόσμο, δεν μπορέσαμε να βρούμε συνωμοσιολογία η οποία να είναι άσχετη με το κράτος και τα συμφέροντά του. Το δεύτερο πράγμα είναι ότι ανεξάρτητα του αν υπάρχει ένα φαινόμενο (sic) ή όχι –όπου φαινόμενο, βλ. ιό, πλημμύρες, λιώσιμο πάγων, εμπρησμό του Ράϊχσταγκ, βόμβες στην πιάτσα Φοντάνα και ό,τι άλλο θέλετε– σε αυτό τον κόσμο που έχει ένα οικονομικό σύστημα που λέγεται καπιταλισμός, μια κοινωνική οργάνωση που λέγεται κράτος και μια κοινότητα που λέγεται έθνος και αυτά κάνουν κουμάντο, κάθε φαινόμενο (πάλι sic) υπάγεται σε αυτούς τους σχεδιασμούς και αυτή τη διαχείριση, δηλαδή την εθνική-κρατική-καπιταλιστική. Ξέρουμε, βέβαια, ότι αυτά που λέμε είναι εξωφρενικά (κοινότοπα)…

 

Αφίσα του antifa negative για την κρατική συνομωσιολογία που κολλήθηκε τον Οκτώβριο του 2020

Όταν μιλάμε για συνωμοσιολογία δεν υπάρχει περίπτωση να μην μας έρθει στο μυαλό το κατεξοχήν έργο της συνωμοσιολογίας στην ιστορία: τα Πρωτόκολλα των Σοφών της Σιών. Από αυτό το αρχετυπικό παράδειγμα συνωμοσιολογικού λόγου που είχε τόση επιτυχία ώστε να το πάρουν υπό την προστασία τους και οι Ναζί, μπορούμε να βγάλουμε αρκετά χρήσιμα συμπεράσματα:

α) καταρχάς φτιάχτηκε από τις μυστικές υπηρεσίες του Τσάρου, της ρωσικής δηλαδή αυτοκρατορίας, άρα από το κράτος,

β) στοχοποίησε μια θρησκευτική μειονότητα, δηλαδή τους Εβραίους, μέσα στην κατά τα άλλα χριστιανορθόδοξη Ρωσία· δηλαδή στοχοποίησε μια αδύναμη μειονότητα παρουσιάζοντάς την ως παντοδύναμη, και

γ) με σκοπό ο Τσάρος να φτιάξει εθνική ενότητα και να αποφύγει την κατάρρευση του καθεστώτος του από εσωτερική αντιπολίτευση εκ μέρους κατά βάση των αγροτών· εφευρίσκοντας, δηλαδή, έναν αποδιοπομπαίο τράγο, το κράτος θέλησε να εφαρμόσει έναν αντιπερισπασμό, παράγοντας φονική σύγχυση.

Πάμε τώρα στην περίπτωση του κορωνοϊού. Οι αυτόνομες ομάδες που υποστηρίξαμε ότι ο ιός είναι κατά βάση η διαχείρισή του με κρατικούς-καπιταλιστικούς-εθνικούς όρους, ουσιαστικά εκφράσαμε την απολύτως αντίθετη άποψη από αυτή που στήριζε το κράτος και οι κολαούζοι του. Αντί να στοχοποιήσουμε κάποια αδύναμη μειονότητα, όπως έκανε το ελληνικό κράτος π.χ. με ρομά, πομάκους, μετανάστ(ρι)ες και εργατική τάξη, προσπαθήσαμε να εκθέσουμε τα κίνητρα, τη λειτουργία και τον αντίκτυπο αυτών των «έκτακτων μέτρων». Και, επιπρόσθετα, εκθέσαμε την κρίση του ιού ως αντιπερισπασμό. Αντιθέτως, οι κολαούζοι στήριξαν την κρατική γραμμή (πέρα από τις όποιες δευτερεύουσες κριτικές σάλτσες), στοχοποίησαν ως… συνωμοσιολόγους τους αυτόνομους, ως ανεύθυνους τους Ρομά και ως… ρε-που-είναι-αυτός-ο-Εχίνος… τους Τούρκους, και συνέβαλαν στον κρατικό αντιπερισπασμό. Μας φαίνεται ότι η συνωμοσιολογία-σύγχυση –αν βρισκόταν κάπου– θα ήταν απέναντι μας, πασπαλισμένη όπως πρέπει με πανικό (αμάν, η γιαγιά!), ατομικές λύσεις (φροντιστικότητα) και κρατικές διεξόδους (Τσιόδρα σώσε μας!).

Δεν μπορούμε να αποκλείσουμε, βέβαια, ότι έχουμε να κάνουμε με κάποιους που απλά «λένε τη μαλακία τους»· για μερικούς από δαύτους, όμως, η «μαλακία τους» έχει και υλικά συμφέροντα να είναι τέτοια που είναι. Σίγουρα δεν δουλεύουν στα χωράφια, σίγουρα δεν ζουν σε υπόγειο της Κυψέλης, σίγουρα δεν ζουν στον Εχίνο ή στη Νέα Σμύρνη Λάρισας. Εντάξει δεν φανταζόμασταν από τέτοια τυπάκια να μιλήσουν κόντρα στον κυρίαρχο λόγο και να κοιτάνε τον κοινωνικό πάτο. Επειδή είμαστε καλόπιστοι και το στόμα μας σίγουρα δεν είναι αγίασμα, ξαναφέρνουμε το ζήτημα της συνωμοσιολογίας με αυτό τον κόσμιο τρόπο, έστω κι αν αυτοί που «λένε τη μαλακία τους», δεν μπορούν να δουν τη διαφορά μεταξύ απεύθυνσης στις μειονότητες και εργατικές τάξεις και απεύθυνσης στους μικροαστούς και χριστιανούς, έστω κι αν δεν μπορούν να δουν τη διαφορά μεταξύ ξεμπροστιάσματος του κρατικού ρατσισμού και της υιοθέτησης ενός εναλλακτικού κρατισμού. Η αλήθεια, όμως, είναι ότι αν κάποιος λέει ότι δεν γουστάρει το κράτος και κάνει ό,τι μπορεί για να πακετωθούν οι μετανάστες στη Βικτώρια και οι Τούρκοι στον Εχίνο, μας κάνει τα νεύρα τσατάλια. Όταν κάποιος λέει ότι τον νοιάζει η ενδοοικογενειακή βία που διάβασε κάπου ότι υπάρχει και την ίδια ώρα ρίχνει γραμμούλα πληκτρολογίου ότι τώρα «παίζει ιός» και τα πράγματα σοβάρεψαν –μολονότι αυτό σημαίνει να μείνουν οι μετανάστριες γυναίκες στα camps (sic) και δεν πα’ να πεθάνουν– ε, όλο αυτό σου κάνει κομματάκι τσατάλια τα νεύρα, δεν σ’ τα κάνει;

Πάντως, η εξύφανση συνωμοσιών από πλευράς κράτους δεν σταμάτησε τον 19ο αιώνα στη Ρωσία, στις δουλειές που έκαναν οι μυστικές υπηρεσίες. Τα θύματα της κρατικής συνωμοσίας και συνωμοσιολογίας συνέχισαν και σε άλλες περιπτώσεις να κατηγορούνται ως θύτες (συνωμότες). Από μια άποψη σήμερα είναι διασκεδαστικό να βλέπουμε όσο ποτέ άλλοτε τις μυστικές υπηρεσίες να απολαμβάνουν τις υπερ-εξουσίες τους στον κρατικό μηχανισμό και τα ινστιτούτα για τα fake news να φτιάχνονται με μυστικά κονδύλια των υπουργείων εξωτερικών και με στόχο να ενταθεί ένας ιδεολογικός πόλεμος ενάντια στα αντίπαλα κράτη. Σε ένα προηγούμενο κείμενό μας αναφερθήκαμε στις ημερήσιες εκπομπές έξτρα-συνωμοσιολογικού περιεχομένου που έκανε ο Βελόπουλος στη δεκαετία του 2000 στη Θεσσαλονίκη.[3] Σε αυτές τις εκπομπές ο Βελόπουλος έλεγε και ξανάλεγε –μόνος του τότε– για τις προδοτικές ελληνικές κυβερνήσεις που δεν εκμεταλλεύονταν τα πλούσια κοιτάσματα (πετρελαίου, φυσικού αερίου και ό,τι άλλο μπορεί να φανταστεί κανείς) του Αιγαίου και της Ελλάδας γενικά. Σήμερα τα περί Α.Ο.Ζ. και εκμετάλλευσης κοιτασμάτων στην… ελληνική Μεσόγειο ξέρει να τα λέει και ο ψιλικατζής της γειτονιάς, ενώ αυτές ακριβώς οι τρέλες του Βελόπουλου είναι ο λόγος που παραλίγο να μας καλούσαν να πάμε να πολεμήσουμε τους Τούρκους τον Αύγουστο του 2020! Αλλά τότε, αυγουστιάτικα γαρ, οι καταπέλτες εναντίον της συνωμοσιολογίας ευτυχώς έμειναν με τα μαγιό τους. Είναι και τα χακί ρε γαμώτο ζεστά το καλοκαίρι!

Τώρα για το θέμα της παντού διάχυτης συνωμοσιολογίας, δηλαδή οργανωμένης σύγχυσης, ούτε αυτό είναι κάτι νέο. Οι μάσκες είναι τρομακτικές, τα πρωθυπουργικά ανακοινωθέντα είναι τρομακτικά, οι μπάτσοι και οι γιατροί στην τηλεόραση είναι τρομακτικοί. Καλά, είναι τρομακτικοί όλοι τους καμιά φορά και χωρίς τηλεόραση στη μέση. Σε έναν κόσμο φόβου που κανείς αντιλαμβάνεται ότι του λένε μαλακίες, δεν είναι απαραίτητο πως ξέρει προς τα πού να κοιτάξει για την αλήθεια. Η εύκολη δουλειά του μυαλού είναι να πάει προς το απλουστευμένο και ήδη σερβιρισμένο, να μην χρειαστεί να ζορίζεται κιόλας. Σε έναν κόσμο προφανούς ανισχυρότητας του ατόμου όπου κανείς αντιλαμβάνεται ότι είναι ένα τίποτα μπροστά σε εμφανώς μεγαλύτερες δυνάμεις από το ίδιο, δεν είναι απαραίτητο ότι ξέρει κανείς/καμιά τι να κάνει για να ξεπεράσει την ανισχυρότητά του/της. Το εύκολο είναι να στραφεί στην τύχη (δηλαδή το Στοίχημα), τα ζώδια και τις κατάρες προς τον Σόρος. Κι αν μπροστά στον ζωδιακό του χάρτη εμφανίζεται κανείς ως ανίσχυρος, επιβεβαιώνοντας το πολύ πολύ αυτό που είναι να συμβεί, ο αντισημιτισμός παρέχει το απαραίτητο καύσιμο μιας κοσμοθεωρίας που καυχιέται ότι δήθεν αντιμάχεται τους ισχυρούς· και η διοχέτευση αυτού του καυσίμου έχει οργανωθεί από τα σύγχρονα κράτη. Σε πόσες και πόσες δουλειές δεν έχουμε δει τους συναδέλφους μας να τρώνε τις ώρες τους λέγοντας μαλακίες. Πέρναγε η ώρα, εξάλλου· ενίοτε συμφωνούσαν και τα αφεντικά και η βλακεία περνούσε ευκαιριακά για εξυπνάδα.

Ο ένας δρόμος που μπορεί να διαλέξει κανείς μπροστά σε αυτό το σταυροδρόμι είναι να διαβάσει το βιβλίο για τις συνωμοσιολογίες του Γάλλου δεξιού, ισλαμοφάγου πολιτικού επιστήμονα Πιέρ Αντρέ-Ταγκίεφ και να βρίζει τη συνωμοσιολόγα εργατική τάξη, αλβανική σε μεγάλο της μέρος και μεταναστευτική εν γένει, για την αμορφωσιά της και τον αντισημιτισμό της αφ’ υψηλού. Ο άλλος δρόμος είναι να δούμε την καθημερινή πρακτική συνωμοσιολογία σαν προϊόν του καιρού της, μιας εποχής φόβων, απειλών, πνευματικού και φεισμπουκικού τεχνο-σακατέματος, υπερ-οπλισμένων μπάτσων και στρατών απέναντι σε ανίσχυρα άτομα. Όχι γιατί έτσι αυτή θα αποκτήσει λιγότερο ηλίθια χροιά ή λιγότερο επικίνδυνη δυναμική, αλλά γιατί έτσι θα καταλάβουμε πως διάολο ξαφνικά ο αγώνας ενάντια στη συνωμοσιολογία βρήκε τόσο πολλούς φίλους και με τι κίνητρα, με ποιους τρόπους πετάνε την μπάλα στην κερκίδα οι δήθεν πολέμιοι της συνωμοσιολογίας που την ίδια ώρα στήνουν στρατούς, μπάτσους, σύγχυση και πολιτικές πανδημίας. Να θυμηθούμε αφενός ότι συνωμοσιολογία, δηλαδή οργανωμένη παραγωγή σύγχυσης, έχουν παράξει τα κράτη ιστορικά· αφετέρου ότι σήμερα οι (φιλοκρατικοί) λόγοι που εκφράζονται ως αντι-συνωμοσιολογικοί επικεντρώνουν τη σκέψη για το τι συμβαίνει γύρω από τις ατομικές εμπειρίες, εκφράζοντας έναν πολύ στενό εμπειρισμό. Αυτή δεν είναι μια γνώση που πρέπει να την κορνιζάρουμε για να την πετάμε από άμβωνος στα μούτρα των αμόρφωτων αλλά ούτε και να τη χαρίσουμε στους ειδικούς που εξάγουν γνώση για κρατική χρήση. Είναι γνώση χρήσιμη για το παρόν που από τη μια ο αντίπαλος είναι οργανωμένος και από την άλλη εμείς καλά-καλά δεν μπορούμε να τον δούμε πέρα απ’ τη μύτη μας, το μαχαίρι του χρυσαυγίτη και το κλομπ του μπάτσου. Η συζήτηση για τη συνωμοσιολογία τώρα είναι μια συζήτηση για το κράτος, την οργανωμένη προπαγάνδα και τους ευάλωτους στόχους της, το πνευματικό μας σακάτεμα και πως θα (οργανωθούμε για να) το αποφύγουμε.

 

0151 αντιφασιστικό περιοδικό ενάντια στην ελληνική εμπειρία

Νοέμβρης 2020

 

 

[1] «Αφετηρία Άουσβιτς (πέρα από την ιστορία και τη μνήμη)», 0151 #13,σελ. 10.

[2] Πιο αναλυτικά, η συγκεκριμένη κριτική στον φιλελεύθερο «αντι-αντισημιτισμό» [sic] παρουσιάζεται στο «Στα ίχνη της ελληνικής ευθύνης. Η ελληνική επανάσταση και ο αντισημιτισμός 1760-1832 (μέρος α΄)», 0151 #08, σελ. 6-15.

[3] «Φασίστες με λίγο ή πολύ ναζισμό στον 21ο αιώνα: η περίπτωση Βελόπουλου (α΄)», antifa negative, 0151 #18, σελ. 6-9.