Περί Ισλαμοφασισμού. Μια παλιά επιστολή του Café Morgenland στο Terminal 119

Πίσω στο ζοφερό 2006, η συλλογικότητα terminal 119, από τη Θεσσαλονίκη, έχοντας πρόσφατα επιβιώσει ψυχικά και σωματικά από τη διαδήλωση στο βόθρο της Αμαρύνθου, ετοίμαζε τις τελευταίες λεπτομέρειες του 1ου της τεύχους. Ενός τεύχους που αναμενόταν να βάλει φουρνέλα στη συντριπτική πλειοψηφία των ομάδων της αριστεράς και του α/α χώρου, γύρω από το ζήτημα του αντισημιτισμού. Το τεύχος αυτό υπήρξε προϊόν πολύμηνων συζητήσεων στη συλλογικότητα, αλλά δεδομένης της απειρίας στην έκφραση ενός λόγου ενάντια στον αντισημιτισμό στην ελλάδα, ήμασταν αρκετά σίγουρες/οι πως έλλειπε ακόμα μια ευρύτερη ζύμωση. Εξάλλου, σε εκείνη την περίοδο, αν έγραφε/μιλούσε κανείς για το θέμα του αντισημιτισμού, μπορούμε με ασφάλεια να πούμε ότι δεν θα έβρισκε και πολλούς συνομιλητές. Το ζήτημα του αντισημιτισμού, στην ελλάδα αλλά και στη Θεσσαλονίκη πιο συγκεκριμένα, ήταν θαμμένο και αφημένο εκεί περίπου από την πολύ μακρινή δεκαετία του ’30. Στα τελευταία εκείνα επεισόδια, η πολυπληθής εβραϊκή κοινότητα της πόλης είχε βιώσει τόσο τον θεσμικό, όσο και τον κοινωνικό αντισημιτισμό των ελλήνων, με προ-πολεμικό αποκορύφωμα το πογκρόμ του συνοικισμού του Κάμπελ. Αργότερα βέβαια ήρθε και η εξόντωση της, αποτέλεσμα της συνεργασίας τoυ ελληνικού όχλου και του κράτους της εποχής και του αντίστοιχου γερμανικού. Ο αντισημιτισμός θάφτηκε σα δημόσια συζήτηση, όπως το εβραϊκό νεκροταφείο της πόλης, κάτω από τα στρώματα λήθης που είχαν στρώσει , άλλοτε με διακριτικότητα και άλλοτε εξόφθαλμα, οι έλληνες φασίστες και αντισημίτες της πόλης. Ήταν αναμενόμενο λοιπόν, ότι ένα τόσο μεγάλο ταμπού για τα ελληνικά και σαλονικιώτικα δεδομένα, θα συναντούσε μεγάλο μέρος αντίδρασης και (κυρίως) από την ελληνοθρεμμένη αριστερά, η οποία όντας ακριβώς ελληνο-θρεμμένη, είχε γράψει τους εβραίους της πόλης στα παλιά της τα παπούτσια.

Η διαπίστωση της αδυνατότητας διαλόγου με κάποια συλλογικότητα ή άτομα από το ελλαδικό περιβάλλον, μας έκανε χωρίς πολλά-πολλά να απευθυνθούμε στους μόνους, που ξέραμε ότι είχαν ασχοληθεί ενεργά με το θέμα του αντισημιτισμού και οι οποίοι δεν ήταν άλλοι από την αντιφασιστική ομάδα μεταναστών Café Morgenland, η οποία για 15 και βάλε χρόνια ήδη, πριν την έναρξη της αλληλογραφίας μας, δρούσε, με συνέπεια και λύσσα σε πόλεις της γερμανίας, «ενάντια στη γερμανία και ό,τι αυτή εκπροσωπούσε». Το Café Morgenland ήταν αυτό που διάβασε εκείνη την πρώτη ήδη εκδοχή του 1ου μας τεύχους και μπήκε στον κόπο να μας στείλει μια επιστολή – αυτήν παρουσιάζουμε σήμερα εδώ – εστιάζοντας κριτικά στον όρο (και τη λογική) του «ισλαμοφασισμού», που το terminal119 ενσωμάτωνε στο τεύχος του. Τα επιχειρήματα και τα στοιχεία τα βρήκαμε, αν μη τι άλλο, αρκετά πειστικά. Τόσο ώστε, το πρώτο τεύχος να υποστεί συνολική επαν-επεξεργασία στη συνέχεια. Τα επόμενα χρόνια, χρόνο με το χρόνο, συνειδητοποιούσαμε απτά, πόσο καλά είχαμε κάνει που μπήκαμε σε αυτή τη διαδικασία αυτο-διόρθωσης και είχαμε ξεφύγει από το σκόπελο του αντι-μουσουλμανισμού, όπου θα μπορούσαμε να είχαμε εκτραπεί, δεδομένων των (θεωρητικών μας και άλλων) εργαλείων της εποχής. Η σημερινή εποχή μας υπενθυμίζει ακόμη περισσότερο τη σωστή εκείνη στροφή και την τύχη μας που πέσαμε στα ναρκωτικά του CM. Το ζήτημα προφανώς δεν είναι να εστιάσει καμιά και κανείς στην κριτική στον όρο ‘ισλαμοφασισμό’ ως μέρος μιας γλωσσικού τύπου κριτικής, αλλά στο ιδεολογικό της αντι-μουσουλμανικό υπόβαθρο (το οποίο εσχάτως, όχι μόνον με αφορμή το Charlie Hebdo, διακηρύχθηκε και από το αριστερό-ακροδεξιό μας κράτος ως ζήτημα πρώτης προτεραιότητας).

Οκτώ χρόνια μετά μπαίνουμε και στην ελλάδα στην εποχή που οι φωνές ενάντια στον αντισημιτισμό πολλαπλασιάζονται, μια θετική αλλαγή συνθηκών αναμφίβολα, ακόμα και μέσα στους δικούς μας πολιτικούς χώρους, αναγνωρίζοντας το μικρό και ταπεινό ρόλο που έχουμε παίξει σε όλα αυτά. Ως συνήθως, όμως, ο πληθωρισμός των αντι-αντισημιτικών λόγων φέρνει και μαζί του και νέες πολιτικές (ή ρητορικές) θέσεις ενάντια στον αντισημιτισμό, εντός ή εκτός εισαγωγικών, με τις οποίες ούτε θελήσαμε ποτέ και ούτε ακόμα θέλουμε να έχουμε καμία σχέση. Ο αντι-μουσουλμανισμός ή ισλαμοφοβία είναι μία από τις πρώτες μπανανόφλουδες, τις οποίες πάτησαν πολιτικές ομάδες (αρχικά, το έκανε και η πάρτη μας) που θέλησαν να εναντιωθούν στον αντισημιτισμό, ήδη μετά το 2007. Οι εντιμότερες συνειδητοποίησαν νωρίς το λάθος, οι άλλες όχι. Σήμερα, όμως, αυτό το σκεπτικό του «χτυπάω τον αντισημιτισμό, αγκαλιάζοντας τον ρατσισμό (αντι-μουσουλμανισμό)» είναι πλέον ορατό σε μια σειρά λόγων που βγαίνουν από φιλελεύθερα, κρατικά ή μη στόματα, αγύρτες δεξιούς και αντι-αριστερούς «δημοκράτες», «φίλους των εβραίων και του ισραήλ», οι οποίοι δεν είναι βέβαια τίποτα άλλο παρά ρατσιστές και ως τέτοιοι πρέπει να αντιμετωπίζονται. Διότι βέβαια άλλα είναι τα κίνητρα αυτόνομων αντιφασιστικών ομάδων, όταν μιλάνε έξω από τα δόντια ενάντια στον αντισημιτισμό (βλέπε συμπαράσταση στις μειονότητες, αναγνώριση της μοναδικότητας του Ολοκαυτώματος, χτύπημα κάθε είδους ρατσισμού και αντισημιτισμού) και τελείως άλλα είναι τα κίνητρα ακαδημαϊκών με αντι-μουσουλμανικές ιδεοληψίες ή καραγκιόζηδων, που μυρίστηκαν υλικά συμφέροντα σε μια σύμπλευση τους με το ισραήλ ή τις κοινότητες στην ελλάδα. Από την άλλη, η τακτική αυτή δεν είναι τελείως νέα. Στην ουσία της, δεν είναι παρά η αντιστροφή του γνωστού παλιού ελληνο-αριστερού σκεπτικού ότι «χτυπάω τον αντι-μουσουλμανισμό ή δηλώνω τη συμπαράσταση σε καταπιεζόμενους Άραβες, αγκαλιάζοντας τον αντισημιτισμό», λογική η οποία παρελαύνει εδώ και πολλά χρονάκια. Κι όσο οι μεν εργαλειοποιούν τον αντι-αντισημιτισμό, για να κρύβουν τον αντι-μουσουλμανισμό τους, άλλο τόσο οι δε εργαλειοποιούν τον φιλο-μουσουλμανισμό τους, για να κρύβουν τον αντισημιτισμό τους. Κι εδώ έχουμε – και μάλιστα σε πλειοψηφικό ρεύμα – ακαδημαϊκούς με αντισημιτικές ιδεοληψίες και οράματα, καραγκιόζηδες υλικών και άυλων συμφερόντων αλλά και μια πλειοψηφική τάση της ελληνικής αριστεράς. Ας μην μπερδευτεί καμιά και κανείς! Για να το πούμε και σαλονικιώτικα, οι ντεμέκ εχθροί τόσο του αντι-μουσουλμανισμού όσο και του αντισημιτισμού, ελληνικά μιλάνε, ελληνικά σκέφτονται, ελληνικά πράττουν και από το ίδιο καζάνι βγαίνουν που βγήκαν τόσα χρόνια οι παπανδρέηδες, οι κοτζιάδες, οι βορίδηδες κι όλα αυτά τα ωραία τυπάκια…

Όκτω χρόνια μετά, λοιπόν, από αυτή την επιστολή και τις αντίστοιχες ζυμώσεις στο εσωτερικό μας, να ποιες είναι οι ιδεολογικές συμπληγάδες εντός του ελληνικού βούρκου και τα παρακάτω δεν πρέπει να διαβαστούν παρά ως οδηγίες προς ναυτιλομένους/ες…

terminal 119, 07-02-2015

 

“Γειά σας παιδιά,

 

Μοιράσαμε μεταξύ μας και διαβάσαμε τα κείμενα σας, χωρίς να πούμε ότι τα μελετήσαμε εντατικά, μιας και θέλαμε να σας στείλουμε όσο γίνεται πιο σύντομα, μια πρώτη άποψη μας (αργότερα θα ασχοληθούμε με αυτά πιο ολοκληρωμένα).

Μια πρώτη εκτίμηση μας στο σύνολο των κειμένων, είναι ότι επιβεβαιώνεται και πάλι η «υποψία» μας, ότι όσο πιο κοντά στον ελλαδικό χώρο αναφέρεστε, τόσο πιο εμπεριστατωμένα και δυνατά αναπτύσσονται τα κείμενα (το λεμε και από εγωιστικούς λόγους, μιας και μας βοηθάνε πολύ και εμάς να κατανοήσουμε περισσότερα πράγματα). Έτσι,  ακόμη και αν αυτό ίσως θα σας απογοητεύσει, δεν έχουμε να προσθέσουμε τίποτε στο κείμενο για τον αντισημιτισμό. Ούτε στη συνέντευξη, ούτε και στην οπτική γωνία με την οποία πιάνετε το θέμα των antideutch, γράφοντας κυρίως για αυτούς που τα λενε (την ελληνική αριστερά), ψάχνοντας να βρείτε το γιατί τα λενε – μια μέθοδος, η οποία μας είναι άκρως συμπαθητική.

 

Παρόλο που, η δουλειά σας αυτή αξίζει πραγματικά πολύ περισσότερα εγκώμια, παραμένουμε συγκρατημένοι για να δώσουμε το αναγκαίο βάρος στα σημεία διαφωνίας μας.

Αυτή η οπτική γωνία, στην οποία αναφερθήκαμε προηγουμένως, δεν συνεχίζεται δυστυχώς με τον λεγόμενο ‘ισλαμοφασισμό’. Αντιθέτως, αντί να γίνει κυρίαρχο ζήτημα το σκεπτικό,  οι εκφράσεις και η στάση της ελληνικής αριστεράς απέναντι στην χεζμπολάχ, στην αλ ακσα, στη χαμάς, στο ιράν κλπ. δηλαδή αντί να μπει το ερώτημα γατί τα λενε, για ποιο σκοπό οι αριστεροί εκθειάζουν θεοκρατικά καθεστώτα και οργανώσεις, ασχολείστε με τον καθρέφτη και όχι με αυτόν που στέκει μπροστά του.

 

Δεν θα σας παραξενέψει ότι αυτό μας βρίσκει αντίθετους, τόσο στον τρόπο όσο και στο περιεχόμενο, και μάλιστα μας πονάει και κάπως, ιδιαίτερα όταν γίνεται μια τόσο καλή δουλειά, όσον αφορά την αντίσταση από τμήματα του πληθυσμού στο Ιράν καθώς και άλλα πολλά άκρως αξιόλογα μέρη στα κείμενα. Όλη αυτή η δουλειά μπαίνει υπό αμφισβήτηση όταν ξάφνου,  σαν εξ ουρανού γίνονται παραλληλισμοί με το Ολοκαύτωμα, με τον Χίτλερ, με το Χίμλερ κλπ.

Παρόλο που βλέπουμε μια αντίθεση στο μέρος των κειμένων που ασχολούνται με αυτό το θέμα, θα περιοριστούμε στη μια πλευρά μόνο της αντίθεσης (την αντι-ισλαμική) και θα προσπαθήσουμε σύντομα και όχι ολοκληρωμένα να αναπτύξουμε κάποιες σκόρπιες σκέψεις μας πάνω σε αυτό, μιας και με ισοζύγια δεν μπορούμε να αρχίσουμε πολλά πράγματα. Διαβάζοντας τα κείμενα, αντιμετωπίσαμε το πρόβλημα ότι από τη μια γράφονται αυτά που κριτικάρουμε και από την άλλη – εν μέρει – αναιρούνται. Όποτε αποφασίσαμε να μην πάρουμε υπόψη μας τις αναιρέσεις. (Αυτό εννοούσαμε με το ότι υπάρχουν αντιθέσεις).

 

 

Για τον Ισλαμοφασισμό

 

 

«Κανείς  δεν είναι υποχρεωμένος να ψάχνει στους σκουπιδοτενεκέδες. Αυτό δεν θα του φέρει φώτιση, θα του φέρει αναγούλα»  Wolfgang Pohrt

 

Η έννοια του Ισλαμοφασισμού είναι σήμερα – είτε μας αρέσει είτε όχι, είτε θέλουμε να της δώσουμε μια άλλη κατεύθυνση, είτε όχι – ένα σύνθημα εξόντωσης και μάχης εναντίον των Αράβων και γενικά των μουσουλμάνων ανά τον κόσμο και των μουσουλμανικών μειονοτήτων των χωρών της Δύσης.

Η παραγνώριση, ή η προσπάθεια σχετικοποίησης αυτής της κατάστασης, οδηγεί σε εκτιμήσεις και αντιλήψεις, που ακόμη και αν είναι βαθιά καλοπροαίρετες, βοηθούν στη συγκρότηση και όξυνση αυτού του κλίματος. Για τον λόγο αυτό, δεν μας επιτρέπει αυτή η εξέλιξη, καμία άλλη επιλογή πέρα από αυτήν της καταπολέμησής του, μια που αυτό το κλίμα επιφέρει ήδη τα επιθυμητά για τους εκφραστές του αποτελέσματα: επιθέσεις ενάντια σε τζαμιά και μουσουλμάνους, σκίτσα που προσβάλουν το θρησκευτικό τους πιστεύω, απολύσεις από τη δουλειά, κινητοποιήσεις και διαμαρτυρίες όχλου (και όχι μόνο δεξιού), αλλά και παραγωγή και αναπαραγωγή τέτοιων λέξεων και εννοιών (“οι έννοιες είναι οι χειρολαβές με τα οποία κινούμε τα πράγματα“, Μπρέχτ). Ήδη νέες θεωρίες (που έχουν κλαπεί κατά ένα μέρος από τον αντισημιτισμό) κάνουν το γύρο του κόσμου, όπως «οι σκοτεινοί συνωμότες ισλαμιστές που θέλουν να επιβάλουν την παγκόσμια κυριαρχία τους», που «έχουν αιματηρές ιεροτελεστίες», που «είναι οι πραγματικοί τοκογλύφοι» κλπ. Σε ένα σημείο του κειμένου, μάλιστα, καλείτε τον κόσμο, την αριστερά να πάει στον Πειραιά να δει πως κάνουν τις ιεροτελεστίες τους οι πακιστανοί! Γιατί όχι στην φάτιμα της Πορτογαλίας, γιατί όχι στις ιεροτελεστίες στην καθολική Ισπανία με τα κου-κλουξ-κλαν ενδύματα και κουκούλες κλπ, γιατί όχι στο  παλιότερο στον κόσμο θεοκρατικό κράτος του Βατικανού (την  πρώτη χώρα στον κόσμο που αναγνώρισε την ναζιστική Γερμανία);

Είναι σωστό αυτό που γράφετε για τη γέννηση αυτής της λέξης, ωστόσο είναι η μισή αλήθεια. Για να την ολοκληρώσουμε: με την γέννηση της έννοιας ‘ισλαμοφασισμός’ και με το περιεχόμενο που της δόθηκε στην αρχή, μπορούσαν μόνο μερικά κλισέ να ικανοποιηθούν. Το προϊόν αυτό ήταν τόσο από οικολογικής, όσο και από επαναστατικής πλευράς ακατάλληλο ακόμη για τις αριστερές πρωτοπορίες και τους οπαδούς τους, που γαλουχήθηκαν μεν με τη συνείδηση του σταυροφόρου (ή ιεραποστόλου, ή διαφωτιστή, ή γενικά επαναστάτη δηλ. του ‘σωτήρα’), αλλά είχαν το πρόβλημα (και τις τύψεις ίσως) του πως να δικαιολογήσουν τις μελλοντικές επιθέσεις τους ενάντια στους ‘απολίτιστους βαρβάρους’ (ή ‘τρελούς μουσουλμάνους’).  Έτσι, ήταν απαραίτητο να καλυτερεύσει τόσο το μάρκετινγκ του νέου προϊόντος όσο και η συσκευασία του.

Αυτόν ακριβώς το ρόλο ανέλαβε εθελοντικά η γερμανο-αριστερά και έπεσε κυριολεκτικά με τα μούτρα στη διαμόρφωση και μετέπειτα στη διάδοση του νέου προϊόντος, γνωρίζοντας ότι θα βρει πάμπολλους πελάτες. Αυτή η εξονυχιστική και ερευνητική δουλειά διαρκεί εδώ και 9 χρόνια περίπου, δηλ. η πρωτοπορία της αναπαραγωγής του ισλαμοφασισμού σε νέα συσκευασία ήταν και είναι μέχρι σήμερα η γερμανική αριστερά. Αυτό το είχαμε παρατηρήσει ήδη από το 1997, όταν μετά από αλλεπάλληλα άρθρα και αποκλειστικές έρευνες (για την κουλτούρα των αράβων και του Ισλάμ, για τα ήθη και έθιμα των μουσουλμάνων κλπ) διάφορων αριστερών ομάδων και περιοδικών και άλλα εντελώς αθώα και ουδέτερα θέματα, φτάσαμε στην πρώτη ολοκληρωμένη θα λέγαμε παρουσίαση του ‘προβλήματος’ στο περιοδικό Κonkret, με αλλεπάλληλα άρθρα. Για παράδειγμα, σε ένα μόνο τεύχος συνυπήρχαν τέσσερα πολυσέλιδα άρθρα για το θέμα, χωρισμένα ανά κατηγορίες: Γυναίκες, Πρόσφυγες, Αφγανιστάν-Ταλιμπάν, Μαντίλα.

Τότε, οι ομάδες του χώρου μας από διάφορες πόλεις, βγήκαν και το κατήγγειλαν, έχοντας την αυταπάτη ότι λόγω της επιρροής μας θα τους φρενάραμε κάπως και υποτιμώντας την αποφασιστικότητα των παραγωγών αυτών των κηρυγμάτων (δείτε το κείμενο «Το περιοδικό Konkret: Made in Germany», καθώς και τη συνέχεια του «Οι γερμανοί δεν σκοτώνουν τους ηγέτες τους». Τότε, ήταν που ζήσαμε στο πετσί μας την πρώτη εθελοντική λογοκρισία: όπου κι αν στείλαμε το κείμενο, δεν το δημοσίευσαν με δικαιολογίες όπως, «δεν μπορούμε να τα βάλουμε με το Κonkret» (μας είπε η εφημερίδα Jungle World) ή «είναι μεν ρατσιστικά αυτά που γράφουν αλλά όχι και να τους βρίζετε έτσι» (μας είπαν από το IZ3W, αντι-ιμπεριαλιστικό περιοδικό) κλπ. Το ίδιο, δε, το Κονκρετ άρχισε μαζί μας τα παζάρια (μιας και ως γνωστόν οι ξένοι το παζάρι το έχουν στα κύτταρα τους), να μας δώσει μια σελίδα να γράψουμε την κριτική μας και να λήξει το θέμα, πράγμα που αρνηθήκαμε απαιτώντας την πλήρη αναδημοσίευση της καταγγελίας μας (6 σελιδες). Μόνο δυο εφημερίδες τόλμησαν να το δημοσιεύσουν, με αποτέλεσμα να επέμβει η εφημερίδα ΤΑΖ για να τους «επαναφέρει στη γραμμή».

 

Σήμερα είναι ένα καθημερινό προϊόν, ανήκει – για να μείνουμε στην αρχειακή εικόνα – στα βασικά καταναλωτικά αγαθά του αριστερογερμανού και δεν λείπει από καμία κουζίνα (ράφι ή έκθεση).

Ειδικά στην Γερμανία χρησιμοποιείται από την αυτοαποκαλούμενη ‘αντιγερμανική’ – και όχι μόνο – αριστερά για να απαλλαγεί η ίδια επιτέλους από το στίγμα του λαού της, ότι είναι δηλαδή απόγονοι των εθελοντών δολοφόνων και ότι απολαμβάνουν τα αποτελέσματα της εθνικοσοσιαλιστικής επανάστασης (ανάμεσα στην παραγωγή 6 εκατομμυρίων φολκσβάγκεν και την παραγωγή 6 εκατομμυρίων πτωμάτων υπάρχει άμεση, αρμονική σχέση, σχέση έκφρασης γερμανοανθρωπινων συναισθημάτων, εργατικής πειθαρχίας, παραγωγικής επιτυχίας, εφευρετικότητας κτλ). Έτσι κάνουν τα πάντα, χρησιμοποιούν κάθε ευκαιρία και δυνατότητα για να παρομοιάσουν κάθε ενέργεια (τρομοκρατική ή όχι, αντισημιτική ή όχι, κλπ. κλπ.), σαν χειρότερη η τουλάχιστον ανάλογη με τα έργα των προγόνων τους, δηλαδή των παππούδων τους και των γιαγιάδων τους.

Και ενώ αυτή τη στάση τους την καταλαβαίνουμε απόλυτα (και για αυτό την πολεμάμε), αδυνατούμε να καταλάβουμε, πως είναι δυνατόν, άτομα και συλλογικότητες από άλλες χώρες (στην προκειμένη περίπτωση από την ελλάδα), να βαδίζουν απερίσκεπτα στα ίδια χνάρια. Έτσι, όχι μόνο αναμασιούνται τα ίδια που ακούγονται εδώ, αλλά και σχετικοποιείται η ίδια η φύση του εθνικοσοσιαλισμού, μέσω του παραλληλισμού του με πράξεις και αντιλήψεις θεοκρατικών, φεουδαρχικών, θρησκευτικών κλπ. οργανώσεων και ομάδων.

 

 

Οι γερμανοί δεν είναι άρρωστοι, είναι αθεράπευτα υγιείς

 

«Χτυπάμε τον αντισημιτισμό ανεξάρτητα από που και από ποιους προέρχεται, δηλαδή ανεξάρτητα της εθνικής, θρησκευτικής κλπ προέλευσης του αντισημίτη. Από τη στιγμή όμως που αυτό ακριβώς το στοιχείο (εθνική προέλευση, θρησκεία κλπ) μπει στο κέντρο και γίνεται μάλιστα και η αιτία για την καταπολέμηση του αντισημιτισμού, τότε αυτό φυσικά δεν έχει καμία σχέση με την καταπολέμηση του αντισημιτισμού, αλλά αποτελεί την προσπάθεια δημιουργίας  επαίσχυντων, γερμανοαριστερών πογκρόμ».  

Από το κείμενο του CM “Περί  εξοντωτικής μανίας και άλλων γερμανικών συναισθημάτων

 

Έτσι, εμφανίζονται στα κείμενα σας άτομα που είναι γνωστά για τον άκρατο ρατσισμό τους και τη μανιακή τους ισλαμοφαγία, όπως ο Ματίας Κίντζελ: «το μόνο για το οποίο πρέπει κανείς να κριτικάρει τον ισραηλινό και τον αμερικάνικο στρατό είναι όχι το γιατί βομβαρδίζουν ισλαμικά κέντρα αλλά γιατί δεν βομβαρδίζουν περισσότερα ισλαμικά κέντρα».

Κάτι τέτοια διαβάζουμε και .. ευχαριστούμε τον μοναδικό και αληθινό θεό του Μοργκενλαντ, που στο Ισραήλ κυβερνούν ακόμη εβραίοι και όχι γερμανοαριστεροί! Ή αναμεταδίδεται ένα περιστατικό σαν σκάνδαλο, επειδή το έγραψε ο Κίντζελ (έκθεση βιβλίου στην Φρανκφούρτη). Τι συνέβη;

 

Ο Κίντζελ, μιας που ανακάλυψε ότι το αντιμουσoυλμανικό του μίσος, όταν το κάνει βιβλίο είναι όχι μόνο μια ψυχολογική εκτόνωση, αλλά και μια άκρως προσοδοφόρα επιχείρηση, μιας και υπάρχει στην Γερμανία μεγάλη διψά για αντι-ισλαμικά γραπτά (κάθε ηλιθιότητα προς αυτήν την κατεύθυνση  έχει μεγάλη επιτυχία), πήγε στην έκθεση βιβλίου για την παρουσίαση και πώληση του βιβλίου του. Επειδή, όμως, ήταν παρά πολλοί οι ανταγωνιστές του, θεώρησε καλό να ψάξει να βρει κάτι που σκανδαλοποιώντας το θα μπορούσε να προβληθεί. Και βρήκε αντισημιτικά βιβλία σε αραβικό εκδοτικό οίκο (φοβερή ανακάλυψη δηλαδή). Αντί, λοιπόν, έστω και για αυτό να διαμαρτυρηθεί επί τόπου, άφησε τους υπεύθυνους του περίπτερου, τους υπεύθυνους οργανωτές κλπ στην ησυχία τους και δημοσίευσε τη διαμαρτυρία του αργότερα.

Αν είχε την παραμικρή πρόθεση να βάλει θέμα αντισημιτισμού στην έκθεση, αρκούσε να πάει μερικά περίπτερα παραπέρα, π.χ. στον πασίγνωστο και ισχυρό γερμανικό εκδοτικό οίκο Σούρκαμπ-Φέρλακ, εκεί που πολύ κατανοητά, στη γλώσσα του μάλιστα (μια και δεν ξέρει αραβικά) προσφερόταν μπόλικη και μάλιστα σκανδαλώδης (με όλη την κυριολεξία της λέξης) για το γερμανόγλωσσο κοινό κάθε είδους επαίσχυντη αντισημιτική βιβλιογραφία. Παραδείγματος χάρη τα βιβλία του, γνωστού στην Γερμανία και στην Ευρώπη συγγραφέα, Μάρτιν Βάλζερ.

Αυτός ο συμπατριώτης του Κίντζελ, κυκλοφόρησε μέσο του αναφερόμενου εκδοτικού οίκου ένα μυθιστόρημα, όπου με την φαντασία του γελοιοποιούσε και κάλυπτε με τα γνωστά αντισημιτικά κλισέ (ζηλόφθονος, διαβολικός κλπ) και στο τέλος δολοφονούσε τον γνωστό κριτικό λογοτεχνίας Μαρσέλ Ραίχ-Ρανίσκι, έναν εβραίο από την Πολωνία, επιζώντα του Ολοκαυτώματος, χλευάζοντας παράλληλα την γυναίκα του, επίσης επιζήσασα του Ολοκαυτώματος.

Το απαίσιο αυτό μυθιστόρημα, ανάγκασε ακόμη και την δεξιά εφημερίδα FAZ να αρνηθεί τη διαφήμιση του: «[…] Όταν ο Αδόλφος Χίτλερ κήρυξε τον πόλεμο ενάντια στην Πολωνία, πράγμα για το οποίο εσείς στο μυθιστόρημα σας κάνετε χιούμορ, δεν επρόκειτο παρά για μια κήρυξη πόλεμου και ενάντια στον Μαρσέλ Ράιχ-Ρανίσκι που ζούσε στην Πολωνία και στην οικογένεια του. Δεν ήταν πολλοί οι ευρωπαίοι εβραίοι που επέζησαν αυτής της κήρυξης πολέμου του Χίτλερ. «Ανάμεσα τους», για να το πω όπως το γράφετε εσείς, ακόμη λιγότεροι επέζησαν το γκέτο της Βαρσοβίας. Και ακόμη λιγότεροι, επέζησαν την εξέγερση του γκέτο της Βαρσοβίας. Και από αυτούς, ακόμη λιγότεροι κατάφεραν να επιβιώσουν σε μια τρύπα ενός υπογείου. Και από αυτούς τους ελάχιστους που κατάφεραν να επιβιώσουν, υπάρχουν μόνο μερικοί ελάχιστοι από τους ελάχιστους που ζουν σήμερα. Δύο από αυτούς, που επέζησαν λοιπόν, ενάντια σε κάθε θεωρία των  πιθανοτήτων, είναι ο σήμερα ογδονταδυάχρονος Μαρσέλ Ράιχ-Ρανίσκι και η γυναίκα του Θεοφίλα. Καταλαβαίνετε λοιπόν, γιατί εμείς δεν μπορούμε να διαφημίσουμε ένα μυθιστόρημα, που παίζει με την ιδέα να ολοκληρώσει μια καθυστερημένη δολοφονία; Είμαι υποχρεωμένος να κάνω αυτή την άρνηση μου δημόσια. Εκφράσατε προληπτικά την υποψία σας ότι ο λόγος μιας πιθανής μη δημοσίευσης θα είναι η σκοτεινή επιρροή του Μαρσέλ Ράιχ-Ρανίσκι . Κι όμως! Ο υπαρκτός πρωταγωνιστής σας δεν ξέρει τίποτε από αυτά. Δεν υπάρχει καμία συνωμοσία!» (FAZ)

Καταλαβαίνετε, λοιπόν, που βρίσκεται το σκάνδαλο στην έκθεση Βιβλίου στην Φρανκφούρτη; Στην αχρεία στάση του Κίντζελ και στο γεγονός ότι πουλάει αυτήν την αχρεία του στάση σαν πράξη διαμαρτυρίας ενάντια στον αντισημιτισμό! Να που φτάσαμε λοιπόν! Και για να ολοκληρώσουμε αυτή την ιστορία, μιας και τo θέμα δεν τελείωσε. O Μαρσέλ Ράιχ-Ρανίσκι δήλωσε για το βιβλίο: «αυτό δεν είναι αντισημιτισμός, αυτό είναι κτηνωδία». Αυτή του την φράση, τον ανάγκασε ο Martin Walser με απόφαση δικαστηρίου να την αποσύρει, πράγμα που μας οδήγησε στην ανοιχτή δημοσίευση της στο site μας «Ο Γερμανός ως ποιητής», ελπίζοντας να μας καταγγείλουν (δυστυχώς το μυρίστηκαν και δεν έκαναν μέχρι τώρα τίποτε).

Ο εκδότης του αριστερού, αντιγερμανικού περιοδικού Κonkret, Γκρέμλιτσα, αιτιολογούσε την άρνηση του για συμπαράσταση στους μουσουλμάνους, γιατί «κανένας μουσουλμάνος δεν κάηκε στα κρεματόρια». Όπως γράψαμε προηγουμένως, οι γερμανοί είναι αθεράπευτα υγιείς. Προτρέπουν σε κάψιμο των μουσουλμάνων, ώστε να μπορέσουν να τους συμπαρασταθούν μετά (ή να τους φτιάξουν μνημεία). Στο περιοδικό τους γράφουν αριστερογερμανοί, όπως ο Πάνκοβ, ότι πρέπει να παλέψει η αριστερά για την απέλαση των μουσουλμάνων ακόμη και με τον κίνδυνο να κατηγορηθεί σαν ρατσιστική. Ένας άλλος συγγραφέας του Κonkret, ο Σοκολόφσκι, τους ονόμαζε «φορείς γούνινων προσώπων» (εννοώντας τα γένια) ή «φορείς Pampers-σκατοβρακιών» (εννοώντας το τουρμπάνι), κ.α.

Το αριστερό, αντιγερμανικό περιοδικό Bahamas καλούσε σε κάψιμο ενός νεοανεγερθέντος τζαμιού στο Kreuzberg, κατηγορώντας την αριστερά γιατί δεν το κάνει, μιας και αυτή η αριστερά «το 1987, έκαψε μεν το Supermarket Bolle που ήταν στην θέση που χτίζεται το τζαμί, αλλά τώρα δεν κάνει τίποτε!»

 

Σε διαδήλωση ενάντια στους κακούς ξένους στο kreuzberg (ισλαμιστές), μια αντιγερμανίδα, η Νατάσα Βίλτιγκ, εκθείαζε στην ομιλία της, τη γενιά  των γερμανίδων που πήρε ψυχή και σώματι μέρος στο Ολοκαύτωμα, για τη φεμινιστική της στάση μετά τον πόλεμο, με το να επιβάλλει την ελευθέρια του να φορούν… μίνι-φούστα! (Για να μην τους περάσετε για εντελώς τρελούς: αυτά τα έλεγε στα πλαίσια του σκεπτικού της για την πάλη των γυναικών ενάντια στους σεξιστές τούρκους και άραβες του kreuzberg, που υποτίθεται ότι είναι ενάντια στην μίνι-φούστα  κλπ.). Το τζαμί το ονόμαζαν «τέμενος προσευχής των κατσικογαμιάδων[1]του προφήτη», τον ιμάμη τον χαρακτήριζαν «Μουλαδοχωριάτη του Kottbusser Tor», τους μουσουλμάνους πιστούς «ισλαμικό όχλο προσευχομένων» κλπ. Δηλαδή, καθαρά πολιτικά επιχειρήματα υψηλού επιπέδου. Είναι οι ίδιοι, που πρεσβεύουν ότι στο Άουσβιτς κάηκε ‘αξία’ (με τη μαρξιστική οικονομική έννοια). Και εμείς τόσα χρόνια νομίζαμε ότι κάηκαν 6 εκατομμύρια άνθρωποι… Αν θέλει κανείς, να μάθει ποιες παγκόσμιες  προσωπικότητες είναι εβραίοι, αρκεί να μελετά συνεχώς τα γραπτά τους. Έτσι, μάθαμε από αυτούς ότι ο Ντάστιν Χόφμαν και άλλοι γνωστοί ηθοποιοί του χολιγουντ είναι εβραίοι κλπ. (αυτούς τους βρίζανε και τους χλευάζανε γιατί παρότι εβραίοι, ήταν ενάντια στον πόλεμο στο Ιράκ). Αυτά, τα γράφουμε για να κατανοήσετε τη σκέψη τους. Το ποιος εβραίος είναι καλός και ποιος κακός το αποφασίζουν πάλι 60 χρόνια μετά οι γερμανοί!

 

Το περιοδικό «Phase 2»  (το site του βρίσκεται στους συνδέσμους σας), προσπάθησε να ξεκινήσει μια καμπάνια για αντίσταση ενάντια στον ισλαμισμό, θέτοντας τον προβληματισμό για το πως να κάνει κανείς διαδηλώσεις ενάντια στους ισλαμιστές, έτσι όμως ώστε να ξεχωρίζονται από τους ναζί! (δείτε το κείμενο μας «Η Λύσσα της Αριστεράς», στα γερμανικά «Das Geifern der Linken»).

Έτσι, προσπάθησε να πουλήσει την ισλαμοφοβία του σαν αντιφασιστικό αγώνα. Το προτέρημα είναι προφανές: με το να μετονομάσουν τις ρατσιστικές τους επιθέσεις σε αντιφασιστικές, έχουν ήσυχη τη συνείδηση τους. Πριν αρχίσει κανείς να λεει ότι δεν είναι όλοι έτσι: όσο θα τους ανέχονται, θα τους σιγοντάρουν και γενικά δεν θα ανοίγουν το στόμα τους να τους βρίσουν (ναι να τους βρίσουν, γιατί θεωρούμε αδιανόητη μια συζήτηση που θα επιτρέπει να γίνεται συζητήσιμο θέμα η εξόντωση μουσουλμάνων κλπ) είναι όλοι τους το ίδιο (και εδώ ισχύει ότι και στην Αμάρυνθο).

Όσο για τις περισσότερες πήγες τέτοιων θεμάτων; Όταν πριν 2 χρόνια ξεκινήσαμε οι ίδιοι μια έρευνα (ανάλογη με τη δική σας, αλλά σε άλλη κατεύθυνση), αναγκαστήκαμε μετά από 3 μήνες να την διακόψουμε, λόγω των σκόπιμων και επανειλημμένων διαστρεβλώσεων που εντοπίζαμε και λόγω των αμφιβολιών μας σχετικά με τις πηγές. Μιας και ανάμεσα μας υπάρχουν άτομα που κατέχουν αραβικές γλώσσες, τούρκικα, περσικά, πακιστανικά κτλ, γρήγορα καταλάβαμε ότι τα περισσότερα κείμενα τους βασίζονταν σε δευτερογενή και τριτογενή βιβλιογραφία…

Η χρήση του ισλαμοφασισμού οδηγεί: α) στη σχετικοποίηση του ολοκαυτώματος  β) στο άδειασμα του φασισμού από τα εγκλήματα του και στο σβήσιμο από την μνήμη της ιστορικής του εξέλιξης και γ) στην τουλάχιστον αποδοχή των άλλων θρησκειών και  ιδιαίτερα τη χριστιανική.

 

Μια πρόχειρη ανασκόπηση της ιστορίας αποδεικνύει ότι ΟΛΑ σχεδόν τα εκτρώματα βγήκαν σε χώρους χριστιανικούς: O φασισμός στην καθολική Ιταλία, ο εθνικοσοσιαλισμός στην ευαγγελοκαθολική Γερμανία, ο φασισμός του Φράνκο στην καθολική Ισπανία (οι ισπανοί αναρχικοί, λόγω της εμπειρίας τους με τους παπάδες, δεν τους φέρονταν καλά όταν έπεφταν στα χέρια τους…), στις καθολικές λατινοαμερικάνικες χώρες οι φασιστικές δικτατορίες, στην Ελλάδα η Ελλάς ελλήνων χριστιανών κλπ. Όσο για τα διάφορα εγκλήματα (κάψιμο μαγισσών, ιερά εξέταση, με αποκορύφωμα την μοναδικότητα του ολοκαυτώματος…), αφήστε καλύτερα…

 

Αν λοιπόν υπάρχει ενδιαφέρον να γίνει μια έρευνα για τις αλληλεπιδράσεις και  επιρροές, συνδέσεις και περιεχόμενα  ανάμεσα σε θρησκεία και φασισμό, γιατί όχι αυτό που κραυγάζει, δηλαδή τη σχέση ανάμεσα στον χριστιανισμό και τον φασισμό.

 

Φιλικά και με εκτίμηση

Café Morgenland, 4.12.2006”

 

υγ. Τα παραπάνω μπορούν σήμερα να διαβαστούν συνδυαστικά με την μπροσούρα του Antifa negative και του terminal 119 ‘Περί ισλαμοφοβίας και ομοφοβίας’ (Δεκέμβρης 2013), το κείμενο του Café Morgenland ‘Ισλαμοφάγοι και Ισλαμολόγοι’ (Ιανουάριος 2012) και την εισήγηση του Antifa negative ‘Ρατσιστικά & ελληνικά’ (Σεπτέμβρης 2012).

[1] Σχετικά με τις εμετικές εκφράσεις τους πρέπει να προσθέσουμε ότι αυτό το έντυπο πήρε πριν μερικά χρόνια έναν δικό της υπό την προστασία της, όταν αυτός βίασε μια κοπέλα (η οποία τόλμησε και το κατήγγειλε στο ‘χώρο’). Αυτό δεν ήταν, γράφανε,  βιασμός αλλά «άσχημο σεξ».