Ο αριστερός αντισημιτισμός δεν είναι κάποια νέα ιδέα στον κόσμο. Υπάρχει όσο καιρό υπάρχει και ο δεξιός. Αν «οφείλουμε», όμως, να αποδώσουμε κάποια ιδιαιτερότητα στον αριστερό αντισημιτισμό είναι ότι, μετά τον πόλεμο, αυτός είναι που προσφέρει τα περισσότερα επιχειρήματα εξόντωσης των εβραίων. Έτσι, μολονότι φαινόταν υπερβολικό στην αρχή για κάποιους από εμάς, αναγκαστήκαμε λόγω πραγματικότητας να ασπαστούμε την αρχή μιας αντι-φασιστικής ομάδας μεταναστών από τη γερμανία, του Café Morgenland, πως αν θέλει κανείς να δει σε ποια χώρα βρίσκεται ψηλά ο αντισημιτισμός, καλύτερα να ελέγξει το πόσο δυνατή είναι η Αριστερά της χώρας αυτής. Η αντι-σιωνιστική ή αντι-ισραηλινή σημαία της αριστεράς είναι μία από αυτές που υψώθηκαν όλο και πιο έντονα μετά το Ολοκαύτωμα. Κι αν το να είναι κανείς νεοναζί ήταν αρκετά ύποπτο – όταν αμφισβητούσε το Ολοκαύτωμα μετά το πέρας της διαδικασίας απο-εβραιοποίησης της Ευρώπης – δεν θα συνέβαινε σίγουρα το ίδιο και με όσους εξ αριστερών σχετικοποιούσαν το Ολοκαύτωμα. Γιατί, βέβαια, η Αριστερά ανέκαθεν ήταν αυτή που είχε αναλάβει να υπερασπιστεί τα δίκια των αδικημένων, τον αγώνα όσων δεν είχαν φωνή, την πλευρά του αδύναμου. Κάπως έτσι ξεκίνησε η μακρά αυτή περιπέτεια της οποίας τη γενεαλογία μπορεί να ψάξουμε, από τον Ροζέ Γκαροντί και τους γάλλους μαοϊκούς της δεκαετίας του ’60 μέχρι τους Επαναστατικούς Πυρήνες στη γερμανία που είχαν φτάσει σε μια τους αεροπειρατεία να ξεχωρίσουν εβραϊκού θρησκεύματος και μη επιβάτες, απελευθερώνοντας μόνον τους τελευταίους. Κάτι από όλα αυτά ήταν αδύνατον να μην φτάσει και στην ελλαδάρα, από την πρώτη κιόλας φάση της μεταπολίτευσης, τη δεκαετία του ‘70, οπότε και οι ισορροπίες σταδιακά θα μετασχηματίζονταν για να διαμορφώσουν αυτό που γνωρίζουμε σήμερα ως ‘ελληνικό κράτος’ αλλά και αυτό που γνωρίζουμε να ζει εντός του έως σήμερα και να προσδιορίζεται ως ‘ελληνική αριστερά’.
Αυτό εδώ το κείμενο είναι μέρος αυτού του συνολικού προβληματισμού που παρακολουθεί τον ελληνικό αντισημιτισμό του δεξιού κράτους και των κοινωνικών-ιδεολογικών του παρακλαδιών να αντικαθίσταται από τον ελληνικό αντισημιτισμό του επίσημου αριστερού κράτους και των κοινωνικών-ιδεολογικών του παρακλαδιών. Ο αντισημιτισμός τόσο για τη δεξιά στα τρία τέταρτα του 20ου αιώνα όσο κυρίως για την ελληνική αριστερά στο τελευταίο τέταρτο του αιώνα αυτού (αλλά και στην αρχή του 21ου αιώνα!) δεν στάθηκε μόνο μια καλή αφορμή για την καταπίεση, τον εξελληνισμό και τις απειλές εις βάρος της άλλοτε μεγάλης και της μεταπολεμικά ελάχιστης εβραϊκής κοινότητας στη χώρα, αλλά και ένα χρήσιμο ιδεολογικό χαρτί. Ένα χαρτί που χρησιμοποιήθηκε σε περιόδους κρατικής κρίσης, ένα χαρτί που χρησιμοποιήθηκε ακόμη και για μαζική κινηματική συσπείρωση. Σε κάθε περίπτωση πάντως, ο αντισημιτισμός και η επεξεργασία των γεγονότων του Ολοκαυτώματος δεν έγιναν εκτιμητέα στην ελλάδα στη βάση ενός αριστερού και αντι-φασιστικού ανα-προσανατολισμού μετά τον Β’ Π.Π., όπως έγινε σε κάποιες άλλες χώρες, αλλά τα ακολούθησε μια μακρά και παρατεταμένη σιωπή που αποτέλεσε άλλο ένα συστατικό της ελληνικής εθνικής συνείδησης. Στο κείμενο αυτό εστιάζουμε στο λόγο του Sarajevo,ενός από τα θεωρούμενα σοβαρά αντι-φασιστικά, αντι-καπιταλιστικά έντυπα σήμερα για να δούμε μάλιστα ότι όχι μόνο είναι εμφανής η έλλειψη μιας σοβαρής επεξεργασίας του Ολοκαυτώματος στην ελλάδα, αλλά ότι η συστηματική υποβάθμιση/σχετικοποίηση του εξοντωτικού αντισημιτισμού και η σχετικοποίηση του Ολοκαυτώματος έχουν απογίνει απαραίτητα συστατικά ενός ‘ελληνικού τύπου’ αντι-φασισμού. Μολονότι το περιοδικό αυτό τοποθετείται στον αυτόνομο αντι-κρατικό, αντι-κοινοβουλευτικό χώρο, πολλά από τα παρακάτω σημεία από τα οποία πιανόμαστε για να ασκήσουμε κριτική, μπορούν να βρεθούν στην ιδεολογική ατζέντα και του συνόλου της αριστεράς, κρατικής ή μη.
-
i) Η υποβάθμιση του αντισημιτισμού και η αναγωγή του σε οικονομικά μεγέθη
Έτσι, εξάλλου, γνωρίσαμε κι εμείς, και έτσι παραλάβαμε την αριστερή σχετικοποίηση του Ολοκαυτώματος, όταν αρχίσαμε να διαμορφώνουμε πολιτική συνείδηση στην ελλάδα, έτσι διαμορφώθηκε και η αντιφασιστική μας συνείδηση. Η αριστερή σχετικοποίηση του Ολοκαυτώματος, βέβαια, τόσο εκτός ελλάδας όσο και εντός, δεν είναι ούτε τόσο γραφική ούτε τόσο χαζή όσο η νεοναζί εκδοχή των αρνητών της εβραϊκής γενοκτονίας. Η αριστερή, αντι-καπιταλιστικής χρήσης, σχετικοποίηση του Ολοκαυτώματος αρκείται στη σχετικοποίηση του εγκλήματος. Δεν αμφισβητεί την ύπαρξη του γεγονότος, πως θα μπορούσε άλλωστε; Αρνείται, όμως, το μεγέθος του εγκλήματος καθώς και το δικαιώμα λόγου και άμυνας των επιζώντων. Η αριστερή σχετικοποίηση του Ολοκαυτώματος δεν αρνείται, για παράδειγμα, ότι ο Άϊζακ και η Εσθήρ, εβραϊκής καταγωγής, θανατώθηκαν στους θαλάμους αερίων. Αλλά αμφισβητεί ότι αυτοί θα μπορούσαν να είναι (και) μικροαστοί, αστοί ή καπιταλιστές, προσδιορίζοντας τους έτσι συλλήβδην ως προλεταριους. Έστω κι αν οι λίστες των θυμάτων του Ολοκαυτώματος έχουν αποδείξει το ακριβώς αντίθετο. Ή αμφισβητεί ότι ο θάνατος τους θα μπορούσε να προκύψει για άλλους λόγους πλην των οικονομικών συμφερόντων των θυτών. Έτσι, μολονότι είναι γνωστά τα ναζιστικά μέτρα εναντίον όλων των εβραίων (ακόμη και των καπιταλιστών, των οποίων οι περιουσίες ‘αριοποιήθηκαν’), η αριστερά ανάγοντας τον λόγο της εξόντωσης των εβραίων σε οικονομικά κριτήρια, υποβαθμίζει τη λειτουργία του εξοντωτικού αντισημιτισμού. Για τις ανάγκες της συνέπειας της αντι-καπιταλιστικής θεωρίας, οι εκπρόσωποι του εβραϊκού κεφαλαίου δεν θα μπορούσαν να πάρουν τον τίτλο του θύματος και άρα βαφτίζονται ‘φτωχοί’. Αντίστοιχα, τα θύματα πρέπει να είναι θύματα μιας διαδικασίας που στο βάθος πρέπει να έχει ‘ταξική πάλη’. Αυτό που θα θίξουμε είναι ότι με κάτι τέτοιες ιδεολογικού τύπου προσεγγίσεις διαστρεβλώνεται φανερά τόσο ο χαρακτήρας της γενοκτονίας – όσο και η λειτουργία του εξοντωτικού αντισημιτισμού. Ο αντισημιτισμός, επιβεβαιώνουν οι διάφοροι οπαδοί της ταξικής ανάλυσης «έχει ξεκάθαρα οικονομική βάση». Τα ίδια γράφει και το Sarajevo. Πώς;
Μολονότι το περιοδικό δεν μας εξηγεί, το πρόσφατο αριστερό ντοκιμαντέρ-χιτάκι «Φασισμός Α.Ε.», φτιαγμένο από τα χέρια και τα μυαλά της κυβερνώσας αριστεράς, επιχειρεί να δικαιολογήσεις τις δικές του σοφίες με το εξής κόνσεπτ: αφού οι ναζί εκπροσωπούσαν κατά βάση ένα είδος (ρατσιστικού) κεφαλαίου που σκότωνε (εβραίους) για να επιβληθεί οικονομικά σα μοντέλο άγριου καπιταλισμού, το ίδιο (πρέπει να) συμβαίνει και με τους σημερινούς νεοναζί. Το ιστορικό λινκ με τους ναζί και τους εβραίους ήταν σύντομο, βέβαια, και υπήρχε εκεί απλά για να μας οδηγήσει στο τέλος του ντοκιμαντέρ στο ασφαλές συμπέρασμα πως στις επόμενες εκλογές πρέπει να ψηφίσουμε όλοι και όλες δαγκωτό-σύριζα. Την ξεδιαντροπιά, τώρα, των παραπάνω ιδεών σε συνάρτηση με τη στάση και τις θέσεις του κόμματος σύριζα για το ‘μεταναστευτικό πρόβλημα’ γενικώς, την ‘απεργία των 300’ το 2011, τα ‘στρατόπεδα κράτησης μεταναστών’, την κυβερνητική συνεργασία με τους ακροδεξιούς ‘καμένους έλληνες’ και άλλα τινά (που μάλλον καμία σχέση δεν έχουν με ρατσισμό και φασισμό), απλώς τη θίγουμε εδώ πέρα και δεν θα επεκταθούμε για να αποδείξουμε τα αυτονόητα. Σε αυτό που θα επεκταθούμε είναι οι σοφίες του Γιώργου Μαργαρίτη, ενός πρώην κκε και νυν σύριζα καθηγητή ιστορίας – ένα γέννημα-θρέμμα της ελληνικής αριστεράς με άλλα λόγια, ο οποίος ανέλαβε στο συγκεκριμένο χιτάκι να τεκμηριώσει την ταξική βάση του Ολοκαυτώματος. Λέει, λοιπόν, ο Μαργαρίτης ότι η εξόντωση των εβραίων της γερμανίας έλαβε χώρα με σκοπό να διαλυθεί η υπολογίσιμου μεγέθους εβραϊκή μικρο-αστική βάση της γερμανίας, οδηγώντας τον υλικό πλούτο της χώρας μέσω μιας άγριας πρωταρχικής συσσώρευσης στα χέρια του (ναζί) μεγάλου κεφαλαίου. Ακόμα κι αν αυτή η ανάλυση μπορούσε να σταθεί για να εξηγήσει γιατί οι γερμανοί κυνήγησαν τους τότε 9 εκατομμύρια εβραίους της Ευρώπης, αντί μονάχα τους ‘δικούς τους’ 500.000 γερμανοεβραίους – πράγμα που δεν το κάνει – αδυνατούμε να καταλάβουμε πως μια κοινότητα, σαν την εβραϊκή της γερμανίας προ-πολεμικά, που αποτελούσε το 0,7% της γερμανικής κοινωνίας, αποτέλεσε τόσο κρίσιμο οικονομικό παράγοντα για το γερμανικό κράτος.
Θα μπορούσε κανείς να υποθέσει ότι η διαφορά η δική μας με αυτές τις αναλύσεις είναι ότι εμείς εστιάζουμε στην πλευρά των θυμάτων (την αναδειξή αυτών και των βιωμάτων τους, που ξεπερνούν την ταξική ανάλυση), ενώ οι ταξικές αναλύσεις εστιάζουν στην πλευρά (της λογικής και της πρακτικής) των θυτών. Ακόμα κι αυτό, όμως, δεν είναι αληθές. Ας απαντήσει όποια ταξική ανάλυση θέλει γιατί ο χίτλερ δέσμευε τα τρένα του από το ρωσικό μέτωπο – όταν μάλιστα ο πόλεμος με την ΕΣΣΔ κρινόταν μέρα με τη μέρα – για να τα χρησιμοποιήσει για τη μεταφορά των εβραίων από τη Ρόδο και την Κω προς το Άουσβιτς; Οι θεωρίες της ταξικής ανάλυσης αποφεύγουν τέτοιου τύπου ερωτήματα γιατί βέβαια εμπλέκουν παράγοντες μη αναγώγιμους σε οικονομικά συμφέροντα. Έτσι, όμως, δεν κατανοείται σωστά το ίδιο το Ολοκαύτωμα και η ιδιαιτερότητα του κυνηγιού των ‘Άλλων’.
-
ii) Οι εβραίοι είναι ναζί. Συνεπώς μήπως οι ναζί δεν ήταν τόσο κακοί όσο νομίζουμε;
«Οι ευρωπαίοι που ισχυρίζονται ότι η Shoah ήταν απλά όπως και η σημερινή ισραηλινή πολιτική της κατοχής, στην πράξη αποκαθιστούν τους ναζί. Αυτό θα μπορούσε να δημιουργήσει ένα χώρο στο μέλλον για τη νεο-ανάδυση της άκρας δεξιάς. Και ο ισχυρισμός ότι οι Ισραηλινοί δεν είναι καλύτεροι από τον Χίτλερ μπορεί εξίσου καλά να προωθήσει μια αναδρομική δικαιολόγηση της Shoah. «Ο Χίτλερ ξέχασε έναν τους: τον Σαρόν» ήταν ένα από τα συνθήματα που φώναζαν σε μια διαδήλωση υπέρ της Παλαιστίνης στο Άμστερνταμ τον Απρίλη του 2002.» De Fabel van de Illegal, τ. 52/52.
Η Ελένη Ανδριοπούλου, στέλεχος και υποψήφια βουλευτίνα του ΣΥΡΙΖΑ Λάρισας, με αφορμή την τελευταία ισραηλινο-αραβική σύγκρουση στη Γάζα το καλοκαίρι του 2014, έγραψε: «Ρε πούστη Χίτλερ, και φασίστας του κερατά ήσουν, αλλά και μισές δουλειές έκανες εδώ που τα λέμε…». Η αριστερή σχετικοποίηση του Ολοκαυτώματος περνάει μέσα από την απο-νομιμοποίηση του εβραϊκού κράτους που φτιάχτηκε μετά το ‘45∙ πασχίζει τόσο να σχετικοποιήσει τους ρόλους μεταξύ θυμάτων και θυτών, που ταυτίζεται με τους ναζί, ανοίγοντας πράγματι χώρο και κάνοντας mainstream τον ίδιο το ναζιστικό αντισημιτισμό. Το κράτος των απογόνων του Ολοκαυτώματος θα πρέπει να λοιδωρηθεί τόσο ώστε η σύγκριση με τους θύτες του Ολοκαυτώματος να είναι εύλογη στο μυαλό του κάθε ξαλαφρωμένου από ενοχές δυτικού δημοκράτη. «Το Ισραήλ σκοτώνει, σκοτώνει, σκοτώνει…», γράφει το περιοδικό Sarajevo.[1] Πώς και πόσους σκοτώνει, άραγε, εδώ και 65 περίπου χρόνια που διαρκεί η ισραηλινο-παλαιστινιακή σύγκρουση; Άραγε, όσους έχει σκοτώσει το Ισραήλ συγκρίνονται, για να δικαιολογηθεί ο εγγενής και ιδιαίτερος δολοφονικός χαρακτήρας του κράτους αυτού, με τους νεκρούς που προέκυψαν στο Σουδάν μέσα σε μια δεκαετία ή στο Βιετνάμ; Αλλά ας μην ζορίζουμε τα πράγματα.
Αν φυσικά κανείς τολμήσει να αμφισβητήσει, για παράδειγμα, τον αριθμό των αμάχων νεκρών που δίνει η Χαμάς (σ.σ. η γνωστή ριζοσπαστική οργάνωση που τιμά το κάθε αντι-ισραηλινό περιοδικό και η οποία με βάση απόφαση ευρωπαϊκού δικαστηρίου από το 2014 αποτελεί επίσημο συνομιλητή κάθε δυτικού κράτους και όχι ‘τρομοκρατική οργάνωση’), αν μιλήσει κανείς για άμαχους νεκρούς και στις δύο πλευρές ή αν αναρωτηθεί κανείς για το αυτονόητο – πως γίνεται να υφίσταται ‘γενοκτονία’ εις βάρος ενός πληθυσμού που ραγδαία αυξάνεται; – τότε οι σύγχρονοι ευρωπαίοι αντι-ιμπεριαλιστές ίσως πρέπει να καταφύγουν σε αποτυπώματα του πολιτισμού της εικόνας που απευθύνονται στο θυμικό ή άλλες ιδεολογικές φανφάρες. Οι ευρωπαίοι αντι-ιμπεριαλιστές αρέσκονται να αναπτύσσουν πτωματολογίες γύρω από το ισραήλ, τη στιγμή που έτσι αποφεύγουν τις δικές τους ευθύνες για το Ολοκαύτωμα στην Ευρώπη. Τι, μήπως έχουν κι αυτοί κάποιο μερίδιο ευθύνης για το έγκλημα των εγκλημάτων; Ποτέ!
Συχνά-πυκνά, πράγματι, όταν ο αντι-ιμπεριαλιστής αντισημίτης στριμωχτεί γύρω από το ποιά είναι η ιδιαιτερότητα αυτής της κρατικής δολοφονικής μηχανής από μια άλλη, θα ομολογήσει πως το κράτος αυτό στην τελική είναι τόσο σκατά όσο και όλα τα άλλα (no shit Sherlock!). Ναι, κράτη είναι όλα, με ΥΠΕΞ, μπάτσους, στρατό, παπαδαριό, και κυρίαρχα μίντια μέσα από τα οποία κατασκευάζεται η συναίνεση. Πως συμβιβάζεται όμως αυτό το ‘κράτος είναι κι αυτό’, με το πωρωμένο αράδιασα όλων των ειδών των «επιχειρημάτων» για να αποδώσει στο εβραϊκό κράτος τον χαρακτήρα του συμπαντικού κακού; Οι βουλευτές της ισραηλινής βουλής (της Κνεσέτ) ανταγωνίζονται μεταξύ τους για το ποιος είναι ο πιο φασίστας… μία από δαύτους είπαν πως οι παλαιστίνιες μάνες γεννάνε «φίδια»[2]… άλλοι σκέφτηκαν σχέδια εξορίας ή μαντρώματος σε στρατόπεδα για ένα μέρος των Αράβων της Παλαιστίνης… στρατιωτικοί και πολιτικοί – αλλά και πολίτες – είναι το ίδιο φανατισμένοι! Και μάλιστα, μα τον γιαχβέ, και μερικοί μπλόγκερς! Αμέ. Τουλάχιστον 5-6 παραδείγματα προσκομίζονται, με ισραηλινούς εθνικιστικών ή ρατσιστικών πεποιθήσεων, συνοδευόμενα από την ασφαλή διαβεβαίωση πως αυτοί οι 5-6 δεν αποτελούν εξαιρέσεις αλλά τον κανόνα της ισραηλινής κοινωνίας και του ισραηλινού κράτους. Όλα αυτά τα μπινελίκια την ώρα που για την ελληνική κοινωνία επιφυλάσσονται όλων των ειδών τα κανακέματα και οι δικαιολογίες (π.χ. υπάρχουν οι επαναστάτες… και έπειτα αυτοί που δεν είναι, αλλά θέλουν βαθιά μέσα τους να γίνουν επαναστάτες… κ.τ.λ.). Όλα αυτά φτιάχνουν την εβραϊκή ιδιαιτερότητα, μιας και ποτέ κάτι αντίστοιχο δεν έχει γραφεί και για καμιά άλλη χώρα.
Πράγματι, με μία μίνι έρευνα που κάναμε πάνω στα 80 περίπου τεύχη που υπάρχουν στην ιστοσελίδα του περιοριδικού Sarajevo, προσπαθώντας να δούμε που πέφτει το βάρος λόγου όταν πρόκειται για θέματα της ευρείας κατηγορίας «(αντ-)ιμπεριαλισμού», διαπιστώσαμε το κατά πόσο το ισραήλ αντιμετωπίζεται ‘όπως κάθε άλλο κράτος’. Συγκεκριμένα, μέσα σε έναν όγκο 85 τευχών του περιοδικού, το κράτος που θίγεται περισσότερο από κάθε άλλο είναι μεν η υπερ-δύναμη Η.Π.Α. με 60 και βάλε περίπου άρθρα, αλλά δεύτερο με καμια εξηνταριά άρθρα ακολουθεί το Ισραήλ (!) και έπειτα ακολουθούν: η Αίγυπτος με 19 άρθρα του περιοδικού, η ‘λίγο-υπερδύναμη’ Ρωσία με 10 άρθρα, η Συρία με 8 άρθρα, από 7 άρθρα αφιερώνονται στην πρώην αυτοκρατορία της Αγγλίας και την Ουκρανία, από 6 άρθρα αφιερώνονται στα ‘κλάϊν’ κράτη της Γαλλίας και της Γερμανίας, 5 άρθρα για τη μικρή Κίνα, 2 άρθρα για την ασήμαντη Ινδία, 1 άρθρο για το ‘καθόλου-αίμα-που-χύθηκε’ στο Σουδάν κ.ο.κ. Έτσι, το κράτος των θυτών του Ολοκαυτώματος απολαμβάνει 6 κειμένων ενώ το κράτος των θυμάτων τα δεκαπλάσια!
Αλλά έχει ενδιαφέρον και τι είδους λόγος αναπτύσσεται σε αυτά τα άρθρα απέναντι στη γερμανία. Για παράδειγμα, στο 1 από τα 6 αυτά τεύχη του περιοδικού, στο τεύχος 44, ουσιαστικά αναπτύσσεται κριτική για έναν γερμανο-εβραίο, τον Fritz Khan, ο οποίος παρόλο που απορρίφθηκε από τον γερμανικό «πολιτικό φορντισμό, δηλαδή τον φασισμό/ναζισμό» όπως λέει το Sarajevo, έγινε τελικά αποδεκτός στις ΗΠΑ (τους άλλους ‘φορντιστές’, δηλαδή ‘φασίστες’). Ώστε το συμπέρασμα που βγαίνει είναι ότι ο ναζισμός δεν ήταν παρά ένα ‘αυστηρό’ σύστημα παραγωγής, μεταφερμένο στην πολιτική σκηνή… σχεδόν ταυτόσημο με το αμερικάνικο.
Σε ένα άλλο κείμενο, στο πρόσφατο τεύχος 91, με αφορμή το PEGIDA και το όλο και πιο ανοιχτά εκδηλωμένο κύμα αντι-μουσουλμανισμού στη γερμανία: «Είναι πιθανό ότι αυτό το μεσοστρωματικό φασιστικό φαινόμενο, που εμφανίζεται σαν “μη βίαιο” αλλά διατηρεί υπόγειες σχέσεις και με σκληροπυρηνικές φασιστικές συμμορίες (όπως οι οργανωμένοι χουλιγκάνοι της ποδοσφαιρικής ομάδας της Δρέσδης), αποτελεί έκφραση της αυξανόμενης αβεβαιότητας, ακόμα και για τμήματα της γερμανικής μεσαίας τάξης, σε σχέση με το κοινωνικό και επαγγελματικό τους μέλλον: η καπιταλιστική αναδιάρθρωση ισχύει και εκεί.» Αβεβαιότητα για το μέλλον, λοιπόν, κι αρπάζει κανείς το μαχαίρι… Τόσο απλά.
Στα υπόλοιπα άρθρα αναφοράς στη γερμανία, σε αντίθεση φυσικά με αυτά που αφιερώνονται στο ισραήλ, δεν γίνεται ΟΠΟΙΑΔΗΠΟΤΕ αναφορά στο Ολοκαυτώμα ή στον Β’ Π.Π., αλλά εστιάζονται κυρίως σε ‘τεχνικές εξελίξεις’ (σ.σ. γερμανία = τεχνολογία), εν προκειμένω στις αντι-τρομοκρατικές στρατηγικές του γερμανικού κράτους – που κι αυτές βέβαια είναι τόσο ‘κακές’ σε ένα βαθμό γιατί απορρέουν εν πολλοίς από τη συνεργασία με τον ‘σατανά CIA-USA’… Μόνο μιά αναφορά στις ιμπεριαλιστικές κινήσεις του γερμανικού κράτους (στο αφγανιστάν), καμία αναφορά στην πλούσια παράδοση του τρίτου ράϊχ, καμία συναισθηματικά φορτισμένη γλώσσα για «εχθρούς του ανθρώπινου είδους», «γενοκτονίες» κτλ σε ότι αφορά το ασήμαντο αυτό κρατίδιο, τη γερμανία! Ακόμα και στα άρθρα που αναφέρονται στους πολέμους στη γιουγκοσλαβία ή στις ιμπεριαλιστικές πολιτικές στα αραβικά κράτη, η γερμανία απουσιάζει εντελώς. Επειδή για τις παραπάνω δια-κρατικές σχέσεις, ήδη πριν τη δεκαετία του ‘40, μπορεί κανείς να ενημερωθεί και από αγγλική βιβλιογραφία/αρθρογραφία, θεωρούμε απίθανο το περιοδικό να συναντά όριο στη γερμανική γλώσσα… αλλά καταλαβαίνουμε αυτή τη σιωπή ως απόρροια πολιτικών απόψεων.
Εξάλλου, και με την περίπτωση του ισραήλ, όπου τα εβραϊκά επίσης δεν είναι όριο για την έρευνα (όπως για τη διάδοση συκοφαντιών περί «φιδομάνων»), το Sarajevo εμφανίζεται να ενημερώνεται για το πότε έβηξε ποιος στο Τελ Αβίβ και είναι πιθανό να παρουσιάσει τα εκσφενδονισμένα μικρόβια αυτού του βήχα ως άλλη μια πράξη προετοιμασίας ενός βιολογικού πολέμου. Ουσιαστικά οι ισραηλινοί έχουν ξεπεράσει τους ναζί σε όνομα και χάρη μιας και – σε αντίθεση με τον ντροπαλό χίτλερ – εκείνοι διαφημίζουν και τις γενοκτονίες τους («οι απαραίτητες γενοκτονίες», τ.88, σελ.9). Οι νόμοι της νυρεμβέργης στα 1933-1935 τότε, μάλλον δεν ήταν τίποτα άλλο παρά κάποια, άδικα ίσως, νομοθετήματα, τα οποία σε κάθε περίπτωση συμπυκνώνανε την ταξική πάλη της εποχής και δεν είχαν σχέση με προετοιμαζόμενη γενοκτονία, ε;
Διαβάστε ένα προφανές παράδειγμα «ταξικής πάλης» (NOT). Κάποια ωραία μέρα στα 1933-1935, ένας γερμανός αριστοκράτης, ευσεβές μέλος της αστικής τάξης, παρασημοφορημένο για τη συμμετοχή του στα πεδία των μαχών του ‘Α Παγκόσμιου Πολέμου με τις γερμανικές στρατιές (100.000 γερμανοεβραίοι είχαν συμμετάσχει πολεμώντας στον Α’ Π.Π., στο πλευρό της γερμανίας), θα έπρεπε να πάψει να ελπίζει ότι θα έπαιρνε σύνταξη από το γερμανικό κράτος, και θα έπρεπε να πάψει να ελπίζει ότι θα βρει δουλειά για τον γιο του που ήταν καθηγητής πανεπιστημίου αλλά και την κόρη του που ήταν δικηγορίνα, μιας και οι γερμανο-εβραίοι πατριώτες-αριστοκράτες-αφεντικά κτλ σαν και του λόγου του, δεν θα μπορούσαν πια να είναι όλα αυτά εξαιτίας του απλού γεγονότος ότι με βάση τη νομοθεσία της Νυρεμβέργης είχαν ‘εβραϊκό αίμα’. Ταξική πάλη. Χμ… Το γεγονός ότι οι Άραβες Παλαιστίνιοι σήμερα έχουν μπόλικους δικούς τους βουλευτές στην Κνεσέτ, κάποιοι από αυτούς μάλιστα έχουν ταυτιστεί ανοιχτά και δημόσια με την Χεζμπολάχ, τη Χαμάς ή άλλους (ένοπλους και κρατικούς) εχθρούς του Ισραήλ, δεν φαίνεται να παίζει κανέναν ρόλο. Το ισραήλ είναι ναζί. Βασικά, τι λέμε; Είναι χειρότεροι από ναζί.
Γιατί, είπαμε, διαφημίζουν τις γενοκτονίες που θέλουν να διαπράξουν. Φυσικά, καμιά αντίστοιχη γενοκτονία δεν διαφημίζεται από στελέχη της Αγίας Χαμάς ή ακόμα και τον καταστατικό χάρτη της οργάνωσης, ή κάποιον πολιτικό, στρατιωτικό ή πολίτη Άραβα της Παλαιστίνης, ή ακόμη και κάποιον Παλαιστίνιο Άραβα μπλόγκερ, καθώς αυτοί ως γνωστόν κουβαλάνε φωτοστέφανο, ενώ οι νεκροί ισραηλινοί ‘που προκαλούν’, είναι συλλήβδην ένοχοι, ακόμη κι αν είναι τριών μηνών μωρά. Ή ακόμα κι αν διαφημιζόταν μια τέτοια γενοκτονία, από παλαιστινιακής πλευράς – όπως στο σύνθημα «Palestine will be free, From the River to the Sea», τις εκατοντάδες διακηρύξεις, φετφάδες, αποφάσεις, ψηφίσματα και καταστατικά οργανώσεων όπως της Αγίας Χαμάς[3] – φυσικά, αυτό δεν θα τους έκανε χειρότερους από τους ναζί. Ποτέ. Ο αριστερός αντισημιτισμός ήταν και παραμένει πάντα πολύ καλός στην επιλεκτική μνήμη, τα επιλεκτικά παραδείγματα, την επιλεκτική σκέψη. Εξάλλου και στις πρακτικές των εχθρών του μισητού κράτους καμία αντιστοιχία δεν μπορεί να βρεθεί με τη δράση και τη λογική των ναζί, ούτε καν για τις περιβόητες «ανθρώπινες ασπίδες» που τόσο πολύ χρησιμοποιήθηκαν τόσο στις γερμανικές πόλεις το ’45 όσο και στη Γάζα πριν λίγους μήνες, αλλά και το 2009 και πιο πριν. Οι, δε, ισραηλινοί εθνικιστές και ρατσιστές αποτελούν το κάτι άλλο, σε τέτοιο βαθμό, που όταν μιλά κανείς για αυτούς, ξεχνάει ακόμη και ότι οι ναζί ήταν βασικά γερμανοί… Έτσι, η σύγκριση περί φιδιών και Παλαιστινίων βομβιστών από κάποιον ρατσιστή μπορεί άνετα να αναπαράγεται επί μέρες, μήνες και χρόνια, σα να ξεστόμισε κάτι τέτοιο όλη η ισραηλινή κοινωνία, ενώ τα education camps που πρότεινε π.χ. η ίδια η Μέρκελ για τους (βασικά τούρκους) ‘δεύτερης γενιάς’, δεν έχουν κερδίσει το δρόμο τους προς τα αντι-καπιταλιστικά έντυπα της ελλαδάρας ούτε καν σαν αναφορά, η δε σύνδεση τους με την πολιτική των ναζί φαντάζει μακρινή και αν μη τι άλλο υπερβολική. Είπαμε. Εξάλλου, η σύνδεση του ισραήλ με τους ναζί έχει νόημα γιατί αυτή ακριβώς η σύνδεση σχετικοποιεί τη σχέση θυμάτων και θυτών στο Ολοκαύτωμα.
iii) Ρέκβιεμ για τους ηττημένους της ιστορίας
«Ο Εβραίος είναι ο εχθρός της ανθρώπινης φυλής.» Πιέρ Ζοζέφ Προυντόν
Όταν ο Πιέρ Βιντάλ Νακέ ξεκίνησε στα τέλη της δεκαετίας του ’70 να γράφει ενάντια στους λεγόμενους «ρεβιζιονιστές» του Ολοκαυτώματος, κατέγραψε την κύρια επιχειρηματολογία τους σε ορισμένα σημεία, από τα οποία τα περισσότερα αν μη τι άλλο ήταν καθαρά φιλο-ναζί ή αντι-κομμουνιστικής πολιτικής γραμμής. Τουλάχιστον τα δύο παρακάτω σημεία, όμως, από τα συνολικά έξι που κατέγραψε ο Νακέ, έμελλε να είχαν και τροποποιημένες, εξ αριστερών, εκδοχές. Το ένα: ‘την κυριότερη ευθύνη για το Ολοκαύτωμα δεν τη φέρουν οι γερμανοί’. Το άλλο: ‘το Ολοκαύτωμα δεν είναι παρά ένα εύρημα του σιωνισμού’. Φανταζόμαστε ότι θα υπάρχει και κόσμος της αριστεράς που θα λέει και χειρότερα, αλλά ας πούμε ότι επισήμως τουλάχιστον η αριστερά σήμερα δεν λέει ότι το Ολοκαύτωμα είναι εύρημα του σιωνισμού. Αλλά πώς θα σας φαινόταν η παραπάνω φράση αν τη λέξη ‘εύρημα’ την αντικαθιστούσε κανείς με τη λέξη ‘θεμελιώδης εθνικός μύθος’; Ε; Πώς; Ε, ναι, δεν είναι τόσο υπερβολική αυτή η φράση! Καπώς έτσι ξεκινάνε τα μπερδέματα. Κάπως έτσι ο Άκης Γαβριηλίδης στην ‘Αθεράπευτη Νεκροφιλία του Ριζοσπαστικού Πατριωτισμού’ έγραφε πριν λίγα χρόνια πως ο ελληνικός και ο ισραηλινός εθνικισμός μοιάζουν σαν δυο σταγόνες νερό, δεδομένου ότι συγκροτούν παρόμοια τις εθνικιστικές τους ιδεολογικές αιχμές βάσει μιας θέσης θύματος που εξασφαλίζουν στον εαυτό τους. Αντίστοιχα, γράφει το Sarajevo (τ.89, σελ. 8) πως ό,τι είναι ο ‘μεγαλοϊδεατισμός’ για τους έλληνες, είναι ο ‘σιωνισμός’ για τους ισραηλινούς, βασίζοντας τη σύγκριση βέβαια σε αντεθνικά-ταξικά κριτήρια. Αλλά είναι, όντως, έτσι;
Μπορούμε, άραγε, τόσο εύκολα να συγκρίνουμε το όνομα (σιωνισμός) που έλαβε ένα εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα – σαν κι αυτά των Κούρδων σήμερα – το οποίο μάλιστα είχε αναλάβει και διαδικασίες (ένοπλης ή μη) άμυνας στις αντισημιτικές επιθέσεις στη Διασπορά, με μια ξεκάθαρα εθνικιστική πολιτική (μεγαλοϊδεατισμός) ενός κράτους (ελλάδα) που ήδη διαβιούσε για 100 χρόνια και ήδη, διπλασιαζόμενο και τριπλασιαζόμενο, κέρδιζε συνεχώς νέα εδάφη με το σταυρό και το σπαθί; Μπορούμε, άραγε, τόσο εύκολα να συγκρίνουμε τις γεωγραφικές επεκτάσεις της ελλάδας και του ισραήλ (το οποίο ολόκληρο ειναι όσο μια πελοπόννησος) ή μήπως μπορούμε να συγκρίνουμε τη θέση του ‘θύματος’ όπως την εξασφάλισαν οι έλληνες για τον εαυτό τους – στην περίπτωση μιας επεκτατικής εκστρατείας και μιας ήττας που γύρευει έναν εκ νέου τριπλασιασμό των εδαφών της (μέχρι Άγκυρα είχαν φτάσει!) – και τη θέση του θύματος όπως τη γνώρισαν στα 1940-1945 οι επιζώντες-μετέπειτα ισραηλινοι; Εύκολες, βιαστικές και ανιστόρητες συγκρίσεις αλλά το κυριότερο εξωραϊστικές για τον ελληνικό εθνικισμό.
Έτσι, δύο ειδών προβλήματα βλέπουμε να αναδύονται με τις παραπάνω συγκρίσεις δεν είναι ούτε ότι πρόκειται για ήσσονος σημασίας λαθάκια γύρω από την πορεία κάποιου κράτους (σιγά το πράγμα…) ούτε ότι πρόκειται απλώς για λόγια. Πρώτο, ότι παραγνωρίζεται τελείως πως η ιστορία του ισραήλ καλώς ή κακώς συνδέεται με την ιστορία του αντισημιτισμού κι αυτή με τη σειρά της με την ιστορία της γερμανίας, ενός κεντρικού κρατικού παίκτη θα λέγαμε 70 χρόνια πριν, που έχει επιβιώσει δύο παγκοσμίους πολέμους, εντός των οποίων διέπραξε όχι και λίγες γενοκτονίες και εγκλήματα. Η γερμανία, εξάλλου, είναι ένας κεντρικός κρατικός παίκτης και σήμερα – αναμφίβολα μεταξύ των σημαντικότερων κρατών στον σημερινό γεωπολιτικό χάρτη και με ένα μέλλον που διαγράφεται λαμπρό, μιας και τα παρελθόντα εγκλήματα όλο και πιο πολύ θα ανήκουν στο… παρελθόν. Αν πιστέψουμε μάλιστα τον επιζώντα Ζαν Αμερύ (εμείς τον πιστεύουμε), η «τιμωρία» της γερμανίας σε επίπεδο προφίλ κράτους δεν διήρκησε ούτε μια δεκαετία, αφού οι πολλοί «μνηστήρες» της βιάζονταν να αξιοποιήσουυν μέλλουσες συνεργασίες με τη δυνατή βιομηχανική χώρα που είχε γρήγορα ανακάμψει χάρη στις εκατοντάδες χιλιάδες λεηλατημένες και αριοποιημένες περιουσίες, πράγμα που φυσικά δεν άγγιζε τις ‘ευαισθησίες’ των συμμάχων, ίσα-ίσα. Η περιβόητη «αποναζιστικοποίηση» υπήρξε, βέβαια, ένα μακάβριο ανέκδοτο. Ενώ το κράτος αυτό κατάφερε να διπλασιαστεί και πάλι το 1990. Υπάρχει μια γενικότερη συνθήκη, λοιπόν, που απορρέει από τη σημερινή και μελλοντική θέση της γερμανίας και η οποία είναι βολική ακόμα και για «ρεβιζιονιστές» του Ολοκαυτώματος. Ήταν η γερμανία η κυρίως υπεύθυνη για το Ολοκαύτωμα;
«Ας γίνει σαφές πως είναι όλοι υπεύθυνοι σε μικρό ή μεγάλο βαθμό, αλλά παρομοίως σαφές πρέπει να είναι ότι πίσω από τη δική τους ευθύνη βρίσκεται η ευθύνη της μεγάλης πλειονότητας των Γερμανών, οι οποίοι συγκατατέθηκαν, στην αρχή λόγω διανοητικής οκνηρίας, κοντόφθαλμου υπολογισμού, ηλιθιότητας, εθνικής υπερηφάνειας, στα «ωραία λόγια» του δεκανέα Χίτλερ, τον ακολούθησαν έως ότου η τύχη και η έλλειψη ενδοιασμών τον ευνόησαν, παρασύρθηκαν μαζί του στην καταστροφή, βασανίστηκαν από το πένθος, τη δυστυχία και τις τύψεις και αποκαταστάθηκαν λίγα χρόνια αργότερα λόγω ενός άνευ αρχών πολιτικού παιχνιδιού»
Πρίμο Λέβι (Αυτοί που βούλιαξαν και αυτοί που σώθηκαν)
Διαβάζοντας το τ. 88 του Sarajevo, σίγουρα δεν αποκομίζει κανείς αυτή την εντύπωση (τουλάχιστον όχι για τη γερμανία). Το Ολοκαύτωμα, όπως δεν είχε κάποια ιδιαιτερότητα σε σχέση με την εβραϊκότητα των θυμάτων του, έτσι δεν διακρίνεται, λοιπόν, σήμερα και από κάποια ιδιαιτερότητα σε σχέση με τη γερμανικότητα των θυτών. Οι εβραίοι ήταν απλώς κάποια θύματα που βρέθηκαν μπροστά στους γερμανούς. Οι γερμανοί ήταν απλώς κάποιοι (καπιταλιστές) θύτες που βρήκαν εύκολα θύματα. Σύμφωνα με τη μυθολογία αυτή, εμείς οι αφελείς ή πληρωμένοι ή συγχισμένοι πρωτοκοσμικοί – ότι το Ολοκαύτωμα ήταν μια γερμανική ιδιαιτερότητα γιατί έχουμε βουτήξει με τα μούτρα στην ιστορία των νικητών Γιατί, τι νομίζετε ότι έγινε στην τελική; Τι κάνανε οι γερμανοί στο κάτω-κάτω; Ό,τι και όλοι οι υπόλοιποι, απλά όλοι οι υπόλοιποι (άγγλοι, ρώσοι, αμερικάνοι) ήταν οι τελικοί νικητές και για αυτό ήταν αυτοί, ως νικητές, που αφηγήθηκαν την ιστορία όπως την μάθαμε εμείς, οι αφελείς, οι πληρωμένοι ή συγχισμένοι πρωτοκοσμικοί… Παραλίγο ένα δάκρυ να κυλήσει στο μάγουλο για την τεράστια αδικία που επεφύλαξε η ιστορία απέναντι στον μικρό Αδόλφο και την παρέα του, των εκατομμυρίων γερμανών και των άλλων φίλων τους. Αδικημένε Αδόλφε, στεκόμαστε εδώ ενώπιον της παραχάραξης που σου επιφυλάχθηκε και στοχαζόμαστε, πασχίζουμε να φανταστούμε πως θα ήταν η ιστορία αν την έγραφες εσύ ως νικητής…
Αστειευόμαστε φυσικά. Το antifa negative δηλώνει το ανήκουστο! Ως συλλογικότητα χαιρόμαστε που ο χίτλερ και η παλιοπαρέα έχασαν μπόλικους στη Ρωσία από ανθρώπους μάλιστα που διάβαζουν τα γνωστά ποιήματα του Έρενμπουργκ «Σκοτώστε, Σκοτώστε Γερμανούς!»… (τι υπέροχοι στίχοι!) Χαιρόμαστε διπλά και τριπλά που η παλιοπαρέα έχασε στη Δρέσδη μυριάδες και μακάρι να είχαν πετάξει ακόμα δυο φορές πάνω από την πόλη αυτά τα ρημαδο-αεροπλάνα της αγγλικής αεροπορίας. Χαιρόμαστε πάρα πολύ, τι λέμε, αγαλίαση μας πιάνει όταν διαβάζαμε για το κυνήγι των Άγγλων στρατιωτών εναντίον ναζί αξιωματικών στη γερμανική επαρχία… Φανταστείτε! Κάποιοι από δαύτους, μαζί με αμερικανάκια, όταν πιάνανε τους ναζί, επιχειρούσανε κιόλας να τους λιντσάρουν (μάλλον στα πλαίσια ενός στυγνού ενδο-καπιταλιστικού ανταγωνισμού!).
Κάπως, έτσι, επειδή υπήρξαν εκείνα τα γεγονότα τότε, καταλήξαμε σήμερα με τους ισραηλινούς «εχθρούς του ανθρώπινου είδους» (τ.88, 24-45), όπως γράφει και το Sarajevo.[4]
-
iv) το Ολοκαύτωμα ανήκει στους θύτες του, τους συνενόχους τους και τους αρνητές του
«Ολόκληρη η ιστορία του σύντομου Χιλιετούς Ράιχ μπορεί να ξαναδιαβαστεί σαν πόλεμος εναντίον της μνήμης» Πρίμο Λέβι (Αυτοί που βούλιαξαν και αυτοί που σώθηκαν)
«Μνήμη κορεσμένη, νοσηρή τρομολαγνεία, θανάσιμη έλξη προς το παρελθόν, πολιτική εκμετάλλευση των θυμάτων… Να ξεφύγουμε επιτέλους από το Άουσβιτς… Ν α ξεχάσουμε ό,τι συνέβη. Ή έστω, ας μιλήσουμε, αλλά υπό την προϋπόθεση να εγγράψουμε τα θύματα του Άουσβιτς στη λιτανεία των μαζικά δολοφονημένων, μαζί με τους Ινδιάνους της Αμερικής, τους νεκρούς στα πεδία των μαχών του Α’ Π.Π., τους Αρμένιους, τους Ουκρανούς χωρικούς και τους Κοσοβάρους, μαζί με τους άνδρες της Σρεμπρένιτσα, τους Τούτσι, τους Χερέρο, τους Καμποτζιανούς, μέχρι να γίνουν όλοι ένα». Annette Wieviorka
Με μια σειρά υποκριτικών στάσεων ο αριστερός αντισημιτισμός εμφανίζεται να διεκδικεί τη μνήμη του Ολοκαυτώματος, ενώ η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτικών του προγόνων απλά το άφησαν να συμβεί στην αυλή τους. Και ούτε καν μετά το έγκλημα, γιατί τέτοια είναι η ξεφτιλισμένη νοοτροπία αυτής της αριστεράς, δεν είναι ικανή τουλάχιστον να το βουλώσει, αν όχι από ενοχές, τουλάχιστον από σεβασμό στα θύματα και τους απογόνους τους. Κι αν ένας Μπάουερ μοχθούσε με τα λόγια να εξαλείψει την εβραϊκή ταυτότητα ως καπιταλιστικό προϊόν, την ώρα της διαμάχης του με τον εκχριστιανισμένο εβραίο Καρλ Μαρξ, είναι σήμερα που το έργο αυτό ανέλαβαν οι πολιτικοί τους απόγονοι εναντίον του εβραϊκού κράτους, του εβραίου μεταξύ των κρατών. Φυσικά, υπάρχει μια κατανοητή και από τον πιο αφελή διαφορά. Μαρξ και Μπάουερ συζητάνε για «το εβραϊκό ζήτημα» πριν το Ολοκαύτωμα, πριν δει η περιβόητη ανθρωπότητα τι μπορεί να γίνει στους εβραίους σε θαλάμους αερίων, κρεματόρια και ανθρωποκυνηγητά ανά την Ευρώπη. Οι επίγονοι τους, βέβαια, προσαρμόζονται αναγκαστικά σε νέους λόγους. Είπαμε, η ιστορία των νικητών γαρ. Και αναμφίβολα συνεχίζει να υπάρχει ένα αγκάθι. Πώς θα λυθεί αυτό το πρόβλημα, το δεδομένο δηλαδή πως οι εβραίοι έχουν υποστεί ήδη μια προσπάθεια ολοκληρωτικής εξόντωσης τους, εφόσον είναι πολύ αργά για να αναιρεθεί η πράξη του και κάπως νωρίς για να περάσει στην ολοκληρωτική λήθη η μνήμη του; Το μεγαλείο της αριστερής σχετικοποίησης του Ολοκαυτώματος συναντάται εδώ για άλλη μια φορά. Η μνήμη θα πρέπει να ροκανιστεί. Οι κόμβοι της θα πρέπει να γίνουν αντικείμενο υποτίμησης, υπονόμευσης, σχετικοποίησης. Έχει ξαναγίνει, εξάλλου, αλλού. Ακόμα και οι επίσημοι απολογισμοί της ιστορίας δεν βοηθάνε ιδιαίτερα το έργο της μνήμης υπέρ των θυμάτων. Ήδη η μοναδικότητα του Ολοκαυτώματος είναι κάτι που αναλαμβάνεται από λίγους και σε λίγες δεκαετίες ίσως θα χρεώνεται μόνον σε γραφικούς. Η μοναδικότητα των θυτών, των γερμανών, ήταν η πρώτη που αμφισβητήθηκε. Βλέπετε, ο πολιτισμένος κόσμος χρειαζόταν την γερμανία σαν κάτι παραπάνω από πατατοχώραφο εν μέσω ψυχρού πολέμου. Η μοναδικότητα των θυμάτων ήταν αναπόφευκτα μια λεηλατημένη έννοια όταν σοβιετικοί και μη ασελγούσαν πάνω στο ποιος και πως θα μονοπωλήσει τη μνήμη (είναι γνωστό ότι το Άουσβιτς δεν ήταν παρά ένα εθνικό μνημείο της Πολωνίας τις πρώτες δεκαετίες μετά τη Shoah, στεκούμενο εκεί για να τιμά τα πολιτικά θύματα και τους ήρωες της εθνικής αντίστασης της χώρας). Στην Ουγγαρία ο αντισημιτισμός επέστρεψε ακμαίος και αρκεί ο Κέρτες για να το καταλάβει ο πιο ανεπίδεκτος μαθήσεως από πλευράς ιστορίας. Στην Αυστρία το ίδιο. Για να μην μιλήσουμε για την Ουκρανία, τη διάδοση του στον αραβικό κόσμο πλέον ή για την δική μας ελλάδα. Τέλος, τη μοναδικότητα της διαδικασίας του Ολοκαυτώματος τη ροκανίζουν πιο αργά. Οι θάλαμοι αερίων και τα κρεματόρια – η ιστορία αναμένει να ξεπεραστούν. Αλλά τα θύματα, βέβαια, η μοναδικότητα των θυμάτων είναι το μεγαλύτερο αγκάθι. Και γι’ αυτό η αριστερά χρησιμεύει για να ανοίγει τη βεντάλια των επιχειρημάτων με το ηθικό κύρος που κουβαλά η ίδια ως πολέμια κάθε ρατσισμού και αδικίας. Πώς ακριβώς δηλαδή;
α) Ξεπλένοντας κατά καιρούς τους ευρωπαίους, ισχυριζόμενη ότι οι διασώσεις εβραίων από χριστιανούς ήταν πολλαπλάσιες του πραγματικού. Την πρακτική του να φουσκώνει κανείς εκ των υστέρων τους αριθμούς των όσων έσωσαν εβραίους, τη γνωρίζουμε και από την ελλάδα, αλλά φυσικά έχει συμβεί και στη γερμανία και αλλού. Αν, βέβαια, ίσχυαν όλες αυτές οι αφηγήσεις τότε ο εβραϊκός πληθυσμός μετά τον πόλεμο θα ήταν μεγαλύτερος από ότι πριν. Ακόμη και το Sarajevo επικαλείται τις ευρωπαϊκές διασώσεις των εβραίων!
β) Οικειοποιούμενη το γνωστό και φυλετικής υφής επιχείρημα πως ο αντισημιτισμός δεν μπορεί να μονοπωλείται από τους εβραίους μιας και σημίτες είναι και οι άραβες! (τ.88, σελ.25) Έστω και αν οι αντισημίτες γερμανοί, γάλλοι, πολωνοί κ.α, όταν περηφανεύονταν πως ήταν αντισημίτες προ-πολεμικά (αλλά και μετα-πολεμικά), μιλούσαν αποκλειστικά για τους εβραίους και όχι βέβαια για κάποιους άραβες!
γ) Αντιτείνοντας με θράσος πως οι εβραίοι παραπονιούνται πολύ για τα βάσανα τους, μονοπωλώντας τη μνήμη του Ολοκαυτώματος. «Το Ολοκαύτωμα δεν ανήκει στους εβραίους!», ουρλιάζουν. Αντιθέτως, η μνήμη του Ολοκαυτώματος, όπως και όλων των μαζικών σφαγών (γιατί τι άλλο ήταν στην τελική το Ολοκαύτωμα;), ανήκει σε όλους, σε όλη την ανθρωπότητα! Ακόμα και αυτή η αντι-καπιταλιστική, αντι-αστική και όλα τα «αντί-» αριστερά, όπως το Sarajevo, έχει επικαλεστεί αυτή τη φιλελεύθερη και καθ’ όλα αστική ανοησία. Και είναι τόσο εύκολο να ρωτήσουμε: Ποιά «ανθρωπότητα» απέτρεψε το Ολοκαύτωμα; Ποιά «ανθρωπότητα» καταδίκασε το Ολοκαύτωμα κυνηγώντας ανελέητα, δικάζοντας και καταδικάζοντας τους δράστες; Ποιά «ανθρωπότητα» υποδέχτηκε τους εβραίους επιζώντες στα καράβια τους ενώ αυτοί είχαν μόλις βγει από το Άουσβιτς και τα άλλα στρατόπεδα; Ποιά «ανθρωπότητα» έδρασε και μεγαλούργησε πριν και μετά το Ολοκαύτωμα στην αργεντινή, τη συρία, τη γερμανία, την ελλάδα, την αγγλία, τη γαλλία και αλλού;[5] Σε ποιά ανθρωπότητα «ανήκουν» λοιπόν η μνήμη και η διαχείριση του εγκλήματος; Πόσα μουσεία – για να πούμε μόνον το politically correct – έχει ιδρύσει η ανθρωπότητα και σε πόσες χώρες, πλην αυτών με εβραϊκό πληθυσμό και φυσικά αυτή των κυρίως θυτών, για να θυμάται το έγκλημα; Σε πόσες της ανθρωπότητας χώρες διδάσκεται το Ολοκαύτωμα σε πάνω από 2 σελίδες, και αν; Πόσοι και ποιοί από την ανθρωπότητα κυνήγησαν τους Άϊχμαν και τους Μπρούνερ μετά την καταστροφή; Και πόσα θα μαθαίνανε για το Ολοκαύτωμα οι άνθρωποι, της ανθρωπότητας τα μέλη, αν στηρίζονταν στη μνήμη που θα τους μετέδιδε η Ανδριοπούλου, ο Μίκης, ο Αλέξης και το Sarajevo; Το πολύ-πολύ να μάθαιναν πως στο Ολοκαύτωμα πέθαναν λίγο παραπάνω από 4 εκατομμύρια εβραίοι… (βλέπε Sarajevo, τ.88, σελ.24) δηλαδή ούτε καν τον σωστό αριθμό των εξοντωμένων. Αλλά όχι μόνον αυτό.
Η σχετικοποίηση μιας γενοκτονίας περνά και από άλλους κόμβους. Θα μάθαινε κανείς πως η μεγαλύτερη σήμερα στρέβλωση του Ολοκαυτώματος γίνεται από το ίδιο το Ισραήλ, συνεπώς οι επίσημοι εκπρόσωποι των εβραίων είναι οι λιγότερο νομιμοποιημένοι να το χρησιμοποιούν. Ίσως μάθαινε κανείς μάλιστα πως ό,τι ήταν το Ολοκαύτωμα για τον πρωτοκοσμικό παρατηρητή, είναι σήμερα η παλαιστινιακή αντίσταση. Ίσως μάθαινε κάποιος πως κανείς δεν δικαιούται να μιλάει «για τα δικά του», αλλά μόνον η ανθρωπότητα, η οποία μάλιστα τα διαπράττει κιόλας… Έτσι, για τη γενοκτονία στη Ρουάντα, οι Τούτσι δεν έχουν παρά ίσο δικαίωμα λόγου στην αναφορά του εγκλήματος εναντίον τους, όσο και οι Βέλγοι – οι οποίοι αν μη τι άλλο είναι μέρος της ανθρωπότητας και βοήθησαν βέβαια τη γενοκτονία να συμβεί.
-
v) …χρήσεις και καταχρήσεις του Ολοκαυτώματος
Όλα τα παραπάνω φιλελεύθερα επιχειρήματα – γιατί για αριστερά δεν μας κάνουν – έχουν νόημα μόνο για να υποδείξουν το κράτος των επιζώντων και των απογόνων τους ως διαστρεβλωτή και καταχραστή του λόγου περί Ολοκαυτώματος. Μαθαίνουμε λοιπόν, ότι αυτός ο λόγος ξεκίνησε να χρησιμοποιείται από το ‘μισητό κράτος’ στις αρχές του 1990, προκειμένου να δικαιολογήσει την ‘εξόντωση των παλαιστινίων με κάθε τρόπο’. Εδώ να σημειώσουμε το καταφανές ψεύδος, διότι το Ολοκαύτωμα αποτέλεσε την αιτία δημιουργίας του κράτους του ισραήλ ή, καλύτερα, την καθοριστική του συνθήκη, αυτή που κατέστησε το κράτος του ισραήλ μια αναγκαιότητα για τους εβραίους.[6] Αν με αυτή την έννοια το ισραήλ ‘χρησιμοποίησε’ το Ολοκαύτωμα, αν ‘πάτησε’ σ’ αυτό, το έκανε ήδη από το 1945! Δευτερευόντως, το ότι το Ολοκαύτωμα στάθηκε αφορμή δημιουργίας του κράτους του Ισραήλ και το ότι μπορεί να είναι αντικείμενο ισραηλινών πολιτικών χειρισμών, δεν αλληλοαποκλείονται. Το πρόβλημα όμως είναι ότι για την ελληνική αριστερά και το Sarajevo, το Ολοκαύτωμα δεν είναι παρά μόνο αντικείμενο πολιτικών χειρισμών και (αορίστως) ανήκει στην ανθρωπότητα.
Ωστόσο, δεν είναι μόνο αυτό που λέγεται. Μέσα στο παραπάνω ψεύδος επενδύεται ένα δεύτερο: ότι δεν υπήρξε κανένας λόγος να ληφθούν μέτρα για την άρνηση του Ολοκαυτώματος γιατί, λέει, η άρνηση του Ολοκαυτώματος δεν ήταν παρά μια γραφική ναζί πρακτική. Το Sarajevo σκιαγραφεί μια καρικατούρα του φαινομένου ‘άρνηση-του-Ολοκαυτώματος’ για να το αποβάλλει από το πεδίο της προσοχής. Πως θα μπορούσε να είναι αιτία της νομοθεσίας που αφορά σε ζητήματα ιστορικής αλήθειας και Ολοκαυτώματος, η άρνηση του Ολοκαυτώματος ως διάχυτη και κανονική κοινωνική πρακτική, από την στιγμή που αυτοί που την εξύφαναν ήταν είτε “καθαρόαιμοι ναζί”, είτε “μανιακοί οπαδοί θεωριών συνωμοσίας”, είτε “ιστορικοί που ήθελαν να κάνουν ντόρο γύρω από το όνομα τους”. “Εκτός από τους νεοναζί (όπου εύκολα προέκυπτε ότι είναι εργαλεία μυστικών υπηρεσιών), οι υπόλοιποι θεωρούνταν γραφικοί, και σαν τέτοιοι αντιμετωπίζονταν.”
Εδώ επιχειρείται να υποβαθμιστεί η σημασία, το εύρος και η απήχηση της άρνησης του Ολοκαυτώματος. Ναι ο Faurisson μπορεί να ήταν γραφικός, αλλά αυτό δεν σημαίνει τίποτα ως προς τα αποτελέσματα που μπορεί να έχει ο λόγος του και την για χρόνια επιβίωση ενός τέτοιου γραφικού. Και η πλειοψηφία των εγχώριων φασιστών είναι εξαιρετικά γραφικοί, ουφολόγοι, ολυμπιστές. Μπόλικοι από αυτούς όμως, όπως πχ ο κ. Βορίδης ή ο κ. Καμένος έχουν πάρει και τα υπουργειάκια τους. Η γραφικότητα, δεν είναι η αντίθεση της δολοφονικότητας, ούτε κάτι αμελητέο σε ότι αφορά την ικανότητα αναθεώρησης και άρνησης της ιστορικής αλήθειας. Απεναντίας, μάλλον είναι μια καλή, προσοδοφόρα και εντέλει, πειστική στρατηγική. Επιπλέον, ναι, ο Faurisson ηταν γραφικός, αλλά τα άρθρα του, όπου εξηγούσε γιατί δεν μπορούσαν να έχουν υπάρξει gas chambers, φιλοξενούνταν στην Le Μonde, γεγονός από το οποίο βγάζουμε κάποια συμπεράσματα. Όχι μόνο ότι οι Γάλλοι το ‘χουν οι άνθρωποι με τα θέματα «ελευθερίας του λόγου» – ακόμα και απέναντι σε εβραίους, αντίθετα με ό,τι ξέρει και διαδίδει το κάθε Sarajevo ψευδώς! Αλλά και ότι τα λόγια του κ. Γραφικού είχαν χιλιάδες, αν όχι εκατομμύρια αναγνώστες. Η αναπαραγωγή από πλευράς Le Monde ενός τέτοιου λόγου σημαίνει ότι η Le Monde θεωρεί, ‘βλέπει’, ότι ‘γινεται debate’ γύρω απο το αν και κατά πόσο υπήρξαν οι θάλαμοι αερίων, στο οποίο αποφασίζει πως θα μετέχει και αυτή, θα φιλοξενήσει τα διάφορα επιχείρήματα, θα συνομιλήσει με τους αρνητές του ολοκαυτώματος. Αναμένει, δε, παίρνοντας ένα ρίσκο ενδεχομένως, πως οι αναγνώστες της δεν θα βγούν απο τα ρούχα τους. Τους γνωρίζει και συνάγει πως η κοινωνία είναι ‘έτοιμη’ για αυτό το debate. Μπορεί να θέλουν να κάνουν όνομα ως ιστορικοί, μπορεί να είναι γραφικοί, αλλά αυτοί είναι κάποιοι από τους παίκτες του debate, και τα κίνητρα τους ή το επίπεδο πολιτικής τους οξύτητας δεν μας λένε τίποτα για τη βαρύτητα της ιστορίας της άρνησης του Ολοκαυτώματος. Επιπλέον, αξίζει να παρατεθεί μια αφήγηση απο μία θεσσαλονικιά εβραία που γειώνει το φαινόμενο της άρνησης του ολοκαυτώματος στα δικά μας και συνεπώς μας φαίνεται πιο οικεία:
“ήταν η χρονιά του 1989. ξαφνικά μέσα σε μια βδομάδα είχαν πεθάνει δυο όμηροι και ο αριθμός των επιζώντων απο τα στρατόπεδα του άουσβιτς και του Μπίρκεναου γινόταν όλο και μικρότερος. Τον ίδιο καιρό, όλο και περισσότερο διάβαζα και άκουγα να αμφισβητούν τον αριθμό των θυμάτων της γενοκτονίες των εβραίων, αλλά και τα ίδια τα γεγονότα. Μου έγινε έμμονη ιδέα ότι πρέπει, όσο ακόμα ζουν, να καταγράψω την μαρτυρία τους. Κανένας δεν είχε “μιλήσει””ως τότε. Κανένας δεν ήθελε να ανοίξει το “κουτί” των πιο φοβερών αναμνήσεων του, που τόσο βαθιά είχε καταχωνιάσει. Και όμως, ενώ ακόμα υπάρχουν αυτοί οι λιγοστοί επιζώντες, άλλοι τολμούν και αμφισβητούν τα αδιάψευστα γεγονότα εκείνων των χρόνων. Θυμάμαι να ξυπνάω μέσα στη νύχτα και να αναρωτιέμαι τι μπορώ εγώ να κάνω. Δεν μου πήρε πολύ καιρό να αποφασίσω να πάω στην Κοινότητα μας. […]”.[7]
Το απόσπασμα αυτό εγείρει τουλάχιστον δυο σημεία. Τα παραπάνω γράφονται το 1989 και η ελληνο-εβραία γράφουσα, επιζήσασα η ίδια, λέει πως αυτό που την ώθησε να καταγράψει μνήμες, εμπειρίες και αφηγήσεις επιζήσαντων ήταν η άρνηση του Ολοκαυτώματος. Όφειλε να αντιπαρατεθεί στον εντεινόμενο λόγο που προσπαθούσε να υφαρπάξει την ίδια την μνήμη του Ολοκαυτώματος από τα θύματα του, να τους κάνει να αναρωτηθούν μήπως και δεν θυμούνται καλά, μήπως και δεν άκουσαν καλά, πριν τους στοχοποιήσει ευθέως. Όλα αυτά, ήδη από τη δεκαετία του ’80 και αντίστοιχα αποσπάσματα υπάρχουν μπόλικα από επιζώντες κάθε χώρας (εκτός κι αν η Έρικα Κούνιο και όλοι αυτοί οι επιζώντες είναι πράκτορες). Αυτό που επιπλέον μας φανερώνει το παραπάνω απόσπασμα είναι η αναλυτική ένδεια του Sarajevo και οποιασδήποτε προσέγγισης που, ερμηνεύοντας τόσο το παρόν όσο και το παρελθόν, παραγνωρίζει οτιδήποτε πηγάζει «από τα κάτω», ζητήματα μνήμης, βιώματα, υποκειμενικότητες, τραύματα κτλ. Απλούστατα, αν διαβάζουμε Sarajevo και θεωρήσουμε τα ερμηνευτικά του εργαλεία ως τα μόνα εργαλεία (ταξική ανάλυση, κράτος, κυριαρχία, αντι-ιμπεριαλισμός) για να διαβάζουμε την ιστορία, τότε η παραπάνω αφήγηση, δεν έχει καμία απολύτως σημασία. Εξορίζεται στη σφαίρα της λογοτεχνίας και στερείται εγκυρότητας ή χρησιμότητας στον πολιτικό λόγο. Και εδώ βέβαια αξίζει να επισημανθεί η πραγματική σύγκλιση του λόγου του κειμένου με τους κλασικούς αρνητές του Ολοκαυτώματος. Αυτή συνίσταται στην ιδέα ότι ο λόγος περι Ολοκαυτώματος, όπως αρθρώνεται στο Ισραήλ, εξυπηρετεί τον σιωνισμό, εννοούμενος ως ιμπεριαλιστική εθνική-κρατική ιδεολογία του ισραήλ (τ.88, σελ.25).
- vi) Οι φίλοι των μουσουλμάνων
Ένας ισχυρισμός που διατρέχει όλο το λόγο της ντόπιας αριστεράς όταν γυρεύει τη σχετικοποίηση του Ολοκαυτώματος δεν είναι παρά ο υποτιθέμενος φιλο-μουσουλμανισμός της. Η γενική γραμμή στην ελληνική αριστερά που ασχολείται με τέτοια θέματα (π.χ. ΣΕΚ-Ανταρσύα), όπως και αυτή του Sarajevo, είναι πως οι μουσουλμάνοι είναι «οι Εβραίοι του 21ου αιώνα». Το ότι σύσσωμες οι κοινωνίες της Ευρώπης βρίσκονται σε αντι-μουσουλμανικό παροξυσμό βεβαίως δεν χρήζει τεκμηρίωσης. Αρκεί να μην έχει περάσει κάποια τα τελευταία 40 χρόνια σε σπηλιά για να το διαπιστώσει. Προς τι όμως η αντιπαραθετική αναφορά αντι-μουσουλμανισμού και αντισημιτισμού; Και τι είδους είναι αυτή η δήθεν ‘αγάπη’ για τους μουσουλμάνους; Η «αγάπη» τους όπως και η οξυδερκής πολιτική ανάλυση αυτών των αντι-καπιταλιστών, είναι βέβαια του είδους των ανταλλακτικών σχέσεων. Αν κάποιος μουσουλμάνος κάνει το λάθος να μην ενσαρκώσει τις αντιαμερικάνικες και αντισιωνιστικές ονειρώξεις των ελλήνων αντιιμπεριαλιστών και προτιμάει ίσως να μην «απελευθερωθεί» από την Χαμάς, την ISIS και λοιπές προοδευτικές δυνάμεις, τι να τον κάνεις; Πάσχιζαν τα στελέχη της Κόντρα να κάνουν τους καμπόσους μπροστά στους 250 μετανάστες της Υπατίας το 2011 για την ‘παρασημοφόρηση’ τους από τη Χαμάς, αλλά αυτοί οι μαροκινοί μουσουλμάνοι, γαμώτο, τους γράφανε στα παλιά τους τα παπούτσια. «Όλοι για την Παλαιστίνη μιλάτε!», τους αντέτειναν κάποιοι εκνευρισμένοι. Επιπλέον, δε αν έχουν κάποιοι από αυτούς το θράσος να απαιτούν και τζαμί, να μην τους σκίζουν το Κοράνι οι ελληνόμπατσοι και λοιπά ρεφορμιστικά αιτήματα, τότε επίσης τι να τους κάνεις πέρα από κριτική; Tough love!
Να διευκρινίσουμε εδώ πως ακριβώς επειδή οι σχέσεις εξουσίας δεν υπάρχουν σε παράλληλα σύμπαντα, είναι τελείως αυθαίρετο να παρατίθενται αντιθετικά αντι-μουσουλμανισμός και αντισημιτισμός, μιας και ο αντιμουσουλμανικός ρατσισμός καταρχήν έχει δανειστεί πολλά στοιχεία από τον αντισημιτισμό («παγκόσμια συνωμοσία», «υπονομεύουν τον πολιτισμό μας εκ των έσω», κτλ.) Υπάρχουν όμως και κρίσιμης σημασίας διαφορές οι οποίες σε καμία περίπτωση δεν θέτουν τους μουσουλμάνους στη θέση των «εβραίων» προπολεμικά, όπως θα ήθελε το Sarajevo, το Ανταρσύα-ΣΕΚ και άλλοι. Καταρχάς, υπάρχουν ένα δισεκατομμύριο άνθρωποι στον πλανήτη γη που δεν συμμερίζονται αντι-μουσουλμανικές απόψεις. Εννοούμε φυσικά τους ίδιους τους μουσουλμάνους (σ.σ. οι εβραίοι την περίοδο του Ολοκαυτώματος στην Ευρώπη ήταν 9 εκατομμύρια). Δεύτερο και σημαντικότερο, αυτή τη στιγμή υπάρχουν πάνω από 100 χώρες με μουσουλμανικό πληθυσμό και οι μισές περίπου από αυτές έχουν πλειοψηφικό μουσουλμανικό στοιχείο στον πληθυσμό (σ.σ. αυτό το τελευταίο δε συνέβαινε πουθενά με τους εβραίους προ-πολεμικά). Κάποιες από αυτές τις χώρες, μάλιστα, είναι κάθε άλλο παρά ανίσχυρες οικονομικά και στρατιωτικά. Αυτό από μόνο του αποτελεί ένα σημαντικό ανάχωμα στις ορέξεις των ισλαμοφάγων. Οι εβραϊκές κοινότητες της Ευρώπης αντιθέτως βρέθηκαν στο Ολοκαύτωμα εντελώς αβοήθητες, γι’ αυτό και το τόσο υψηλό ποσοστό εξόντωσης. Δική μας θέση είναι ότι ακριβώς επειδή το διακύβευμα δεν είναι το ποιος είναι ο πιο καταπιεσμένος αλλά το να καταστέλλεται με ΚΑΘΕ τρόπο ο αντι-μουσουλμανισμός, ο αντισημιτισμός, κτλ δεν μπορούμε παρά να νιώθουμε μεγάλη χαρά και ανακούφιση για τα παραπάνω (μετα-πολεμικά) δεδομένα, π.χ. για την ύπαρξη της τουρκίας (αλλά και του ισραήλ).
Το Sarajevo για να πείσει, όμως, για το δίκαιο των ανόμοιων συγκρίσεων του, κομίζει το θεάρεστο επιχείρημα: «οι πρωτοκοσμικοί φασίστες στο μεγαλύτερο μέρος τους είναι αντιμουσουλμάνοι» (τ.88, σελ.8), δηλαδή άλλη μια σοφιστεία-ψεύδος του αριστερού αντισημιτισμού. Όχι μόνο δεν υπάρχει αντισημιτισμός αριστερής κοπής αλλά ούτε καν ακροδεξιός! Πως έγινε αυτό το θαύμα; Πολύ απλό εξαπατημένε αντι-αντισημίτη. Ο ρατσισμός είναι μια κασέτα που τα κράτη την αλλάζουν κατά βούληση. Χτες οι εβραίοι/ες, σήμερα οι μουσουλμάνοι/ες, αύριο ο άγνωστος Χ. Μόνο μερικοί καμένοι σαν και του λόγου μας βεβαίως-βεβαίως έχουν το θράσος και την ανοησία να υπενθυμίζουν ότι π.χ. στις Σταυροφορίες τα κατακάθια της Ευρώπης στον δρόμο τους προς την Ιερουσαλήμ, έκαναν σφαγές σε βάρος εβραϊκών κοινοτήτων. Ή για να μην πάμε τόσο μακριά, η σφαγή της Τριπολιτσάς όπου οι ορθόδοξοι μαλάκες της εποχής έσφαξαν τους εβραίους και τους μουσουλμάνους κατοίκους της πόλης. Και στο σήμερα: οι Α.Μ.Ε. που βεβήλωσαν το μνημείο του Ολοκαυτώματος στην Αθήνα δεν είναι το ίδιο γκρουπούσκουλο που προειδοποιεί στο μπλογκ του για τον εξισλαμισμό της ελλάδας από την «λαθρομετανάστευση»;
Και, επιπλέον, μήπως οι εβραίοι που δολοφονήθηκαν επειδή ήταν εβραίοι τα τελευταία τέσσερα μόλις χρόνια είναι λίγοι; 3 από αυτούς δεν ήταν που σφάχτηκαν στο διαμέρισμά τους στη Μασαχουσέτη (11 Σεπτεμβρίου 2011) και άλλοι 4 που δολοφονήθηκαν έξω από το εβραϊκό σχολείο στην Τουλούζη (19 Μαρτίου 2012), άλλοι 5 που ανατινάχθηκαν στο Μπουργκάς (18 Ιουλίου 2012) και άλλοι 3 (χριστιανοί βέβαια) που εκτελέστηκαν κατά την αντισημιτική επίθεση στα εβραϊκά κοινοτικά κτίρια του Κάνσας (13 Απριλίου 2014), άλλοι 4 που εκτελέστηκαν κατά την επίθεση στο εβραϊκό μουσείο των Βρυξελλών (24 Μαίου 2014) κι ένας ραβίνος που μαχαιρώθηκε στο κέντρο του Κιέβου (14 Μαρτίου 2014), τρεις έφηβοι που απήχθησαν και δολοφονήθηκαν στη Δυτική Όχθη (12 Ιουνίου 2014) κι ένα ζευγάρι που μαχαιρώθηκε μέχρι θανάτου στο σπίτι τους στην Ιστανμπούλ (22 Αυγούστου 2014), ένας ακόμη ραβίνος που μαχαιρώθηκε σε δρόμο της Άντβερπ (15 Νοεμβρίου 2014) και άλλοι 4 που δολοφονήθηκαν στην επίθεση στη συναγωγή της Ιερουσαλήμ (18 Νοεμβρίου 2014), ένας φοιτητής που μαχαιρώθηκε εντός συναγωγής στη Νέα Υόρκη (9 Δεκεμβρίου 2014) κι άλλοι 4 που δολοφονήθηκαν στις επιθέσεις στο Παρίσι (9 Ιανουαρίου 2015), ένας ακόμη εβραίος νεκρός, ο φύλακας της συναγωγής της Κοπενχάγης (14 Φεβρουαρίου 2015), μήπως όλα αυτά τα θύματα επιθέσεων[8] λοιπόν δείχνουν κάποια ‘πτώση’ του αντισημιτισμού μεταξύ των πρωτοκοσμικών; Μήπως η πραγματικότητα δεν έχει φτιαχτεί κατά παραγγελίαν των ιδεολογικών ‘αντι-ιμπ’ φαντασιώσεων;
Α, ναι ξεχάσαμε. Όταν οι φασίστες επιτίθενται σε οτιδήποτε εβραϊκό, το κάνουν για ξεκάρφωμα ώστε να μπερδέψουν τους ευαίσθητους νεολαίους και να τους παρασύρουν στην αγκαλιά του σιωνισμού. Προφανώς στην ίδια λούμπα έπεσαν και οι εβραίοι/ες της Ουκρανίας συρρέουν στο Ισραήλ για να γλιτώσουν από τους ναζί του Σβόμποντα (αλλά βέβαια, και το Σβόμποντα μπορεί να είναι υποχείριο του Ισραήλ). Κάπου εκεί, επίσης, ο μέσος αντι-ιμπεριαλιστής θα ισχυριστεί ότι οι ισλαμοφοβικές επιθέσεις είναι περισσότερες από τις αντισημιτικές: ‘Οι νεκροί στο εβραϊκό μουσείο των Βρυξελλών δεν ήταν αρκετοί. Θέλουμε τουλάχιστον δεκαπλάσιο ποσοστό για να γίνετε άξιοι της ενασχόλησης μας!’. Ευτυχώς, όμως, υπάρχουν μουσουλμάνοι που δεν διαβάζουν Sarajevo καθώς και εβραίοι που δεν διαβάζουν Bahamas οπότε δεν έχουν πληροφορηθεί ότι πρέπει να μισιούνται μεταξύ τους. Και φτάνουν και στο σημείο να κατεβαίνουν σε κοινές διαδηλώσεις ενάντια στην απαγόρευση της περιτομής στη γερμανία ή και να δημιουργούν αμιγώς εβραϊκές πολιτοφυλακές και να υπερασπίζονται τζαμιά σε γειτονιές του Λονδίνου ή να εκδηλώνουν έμπρακτη συμπαράσταση μεταξύ τους κατεβαίνοντας ο ένας στις διαδηλώσεις του άλλου στο Παρίσι. Αλλά το Sarajevo και οι Ανταρσύα-ΣΕΚ, ως απόγονοι της διεθνιστικής και αντι-φασιστικής αριστεράς, δεν μπορούν να τα σκεφτούν αυτά. Προτιμάνε, έτσι, να συνεχίζουν την πολιτική του ελληνικού κράτους: δηλαδή, οι μειονότητες μαλωμένες και απομονωμένες μεταξύ τους για να συνεχίσουν να ζουν υπό καθεστώς φόβου… Μπροστά στο φόβο των εβραϊκών κοινοτήτων να μιλήσουν, δεν βλέπουν τίποτα άλλο παρά σιωνιστικές τακτικές…
vii) Προβλήματα. Μετά το ’45.
Τα παραπάνω γραφόμενα στα οποία ασκούμε κριτική δεν είναι ούτε τα μόνα (βλέπε όλη την ελληνική αριστερά) ούτε τα χειρότερα (βλέπε εφημερίδα ‘Κόντρα’) που κυκλοφορούν στην πιάτσα. Είμαστε σίγουροι/ες, δε, πως ο λόγος ενάντια στον αντισημιτισμό από την πλευρά του αντιφασιστικού κινήματος θα μείνει μια ιδέα εκτός μόδας για πολλά ακόμα χρόνια, παρά το μερικό έδαφος που κερδίζει έστω και η αναφορά της λέξης ‘αντισημιτισμός’ πλέον, σε σύγκριση με 10 χρόνια πριν. Και γι’ αυτό νιώθουμε ότι έχουν πολλά βήματα να γίνουν ακόμα στο σισύφειο έργο της ιδεολογικής κριτικής στο κυρίαρχο, βήματα πίσω, που αναγκαζόμαστε να κάνουμε, και βήματα εμπρός που επιδιώκουμε. Αυτό που κυρίως μας κάνει να χτυπάμε το κεφάλι μας στον τοίχο, βέβαια, είναι αυτά ‘τα βήματα πίσω’, με την έννοια ότι πιάνουμε τον εαυτό μας να συζητάμε τη σημασία του αντισημιτισμού στα 2015 λες και βρισκόμαστε στα 1925 ή στα 1845. Πρόκειται, αναμφίβολα, για μια ήττα. Ένα αντιφασιστικό κίνημα το οποίο δεν αναγνωρίζει τη σημασία του αντισημιτισμού στο Ολοκαύτωμα – και άρα ούτε το Ολοκαύτωμα – σαν αφετηριακή του συνειδητοποίηση, είναι βέβαια αναγκαστικά ένα κίνημα το οποίο αδιαφορεί για το συγκεκριμένο στην ιστορία και το οποίο δεν μπορεί να συζητήσει για τον ρατσισμό. Γιατί όλη η παραπάνω συζήτηση, δεν αποτελεί παρά μια κουβέντα-παρακλάδι της κατανόησης του φασισμού, εξεχόντων ιδεολογικών του στοιχείων και εξεχόντων εξοντωτικών του πρακτικών, εν τέλει μιας εξέχουσας απόδειξης πως οι προ-πολεμικές αντιλήψεις περί φασισμού – για να είμαστε ευγενικοί – υπήρξαν απλώς λανθασμένες. Όλοι γνωρίζουν καλά πως ο προ-πολεμικός αντιφασισμός, εργατικός και μη, συσπειρώθηκε κάτω από τους ορισμούς του βούλγαρου προέδρου της τρίτης κομιντέρν, του κ. Ντιμιτρόφ, και της πολιτικής του εθνικού κράτους που ο Ντιμιτρόφ εκπροσωπούσε. Τι έλεγε ο Ντιμιτρόφ λοιπόν για τον αντι-φασισμό;
Ο αντιφασισμός σε επίπεδο ιδεολογικής κριτικής δεν αποτελεί παρά τον αγώνα ενάντια στη δικτατορία των πιο αντιδραστικών εκπροσώπων του χρηματιστηριακού κεφαλαίου. Ο αντιφασισμός σε πρακτικό επίπεδο δεν μπορεί παρά να διεξαχθεί καταρχήν σε τοπικό επίπεδο και δευτερεύοντως σε υπερ-εθνικό επίπεδο πίσω από τη συσπείρωση που προσφέρει η πολιτική τακτική του «λαϊκού μετώπου», μια ευρεία και εν πολλοίς δια-ταξική συμμαχία ενάντια στα πολιτικά μορφώματα που δημιουργούν οι παραπάνω ‘πιο αντιδραστικοί’ εκπρόσωποι του χρηματιστηριακού κεφαλαίου και, δευτερευόντως, τα ‘πιο αντιδραστικά’ κράτη του πλανήτη που ελέγχονται από αυτούς τους εκπροσώπους. Μετά τον Β’ Π.Π., φυσικά, τα ‘λαϊκά μέτωπα’ κατέρρευσαν, μη έχοντας λόγο ύπαρξης, και οι πολιτικοί συσχετισμοί αναπροσδιορίστηκαν διώχνοντας τα θέματα των εθνικισμών και των φασισμών μακριά από τις πρώτες θέσεις της ατζέντας. Όσο υπήρχε η ΕΣΣΔ και ο υπαρκτός σοσιαλισμός, αυτές οι προ-πολεμικές θέσεις, ιδιαίτερα αυτή της συγκρότησης ‘λαϊκών μετώπων’ δέχτηκαν το μεγαλύτερο μέρος της κριτικής εξ αριστερών. Σήμερα που ΕΣΣΔ και υπαρκτός σοσιαλισμός δεν υπάρχουν, η κριτική στα ‘λαϊκά μέτωπα’ είναι πια διαδεδομένη. Τα πιο συντηρητικά κίνητρα αυτής της κριτικής ενσαρκώνονται σε αυτούς που λένε πως ήταν λάθος η σύμπραξη κάτω από την ομπρέλα της ΕΣΣΔ (σχέσεις εξάρτησης) και οι πιο ριζοσπαστικές πηγές αυτής της κριτικής επισημαίνουν μια σειρά προβλημάτων στην τακτική του ‘λαϊκού μετώπου’, από το ότι τα κομουνιστικά κόμματα έδρασαν τρομοκρατικά για τους άλλους (μη-κομουνιστές) συμμετέχοντες στα ‘λαϊκά μέτωπα’, μέχρι το ότι τα κομουνιστικά κόμματα δεν αποτελούσαν παρά … κόμματα (!) και η ΕΣΣΔ με τη σειρά της δεν ήταν παρά ένα εθνικό κράτος με τα δικά του συμφέροντα, άρα ο αντι-φασισμός του ήταν κάλπικος, ευκαιριακός και ενταγμένος σαν πολιτική ρητορική στις ιμπεριαλιστικές του βλέψεις. Στο ιδεολογικό κομμάτι ανάλυσης, όμως, του φασισμού και του αντι-φασισμού, οι κριτικές δεν είναι παρά ελάχιστες, πράγμα εν πολλοίς ακατανόητο δεδομένου των πόσων προβλημάτων είχε – ιστορικά αποδεδειγμένα – ο παραπάνω ορισμός. Τρία μπορούμε να βρούμε εμείς:
α) η περιγραφή των φασιστών του ευρωπαϊκού μεσοπολέμου ως των ‘πιο αντιδραστικών’ εκπροσώπων του κεφαλαίου είναι αν μη τι άλλο μια αρκετά αμήχανη, αρκετά ρευστή και αρκετά ελλειπτική προσέγγιση των φασιστικών πρακτικών που εκείνη την περίοδο γύρευαν την εξόντωση των μειονοτήτων, την ομογενοποίηση των πληθυσμιακών κρατικών τους οντοτήτων, την άσκηση ένοπλης τρομοκρατίας σε αντίπαλα πολιτικά κόμματα και κινήματα, κ.ο.κ. Με λίγα λόγια ή θα έπρεπε να γίνει μια συνολική αντίσταση στα εθνικά κράτη και τις πρακτικές τους, εστιάζοντας στην αλληλέγγυα υπεράσπιση κυρίως των ‘εσωτερικών τους εχθρών’ (κάθε είδους ‘ξένοι’ και πολιτικοί αντίπαλοι) ή η αντίσταση αυτή … το πολιτικό πρόταγμα του «αντιφασισμού» να παραμείνει δεμένο στο άρμα της τάδε ή της δείνα εξωτερικής πολιτικής.
β) η περιγραφή των φασιστών ως εκπροσώπων του ‘χρηματιστηριακού κεφαλαίου’ είναι η ίδια μια αντιδραστική διατύπωση που εντοπίζει το ‘κακό σκέλος του καπιταλισμού’ στο χρηματιστηριακό μόνο κεφάλαιο (το χρήμα, τις τράπεζες, τη σφαίρα κυκλοφορίας κτλ), ενώ υπονοεί ότι άλλες πλευρές του κεφαλαίου (π.χ. ‘παραγωγικό κεφάλαιο’, η εργασία κτλ) καταρχήν δεν έχουν αντιδραστική μορφή, πράγμα ψευδές από το γεγονός και μόνο του ότι τα φασιστικά καθεστώτα – και το ναζιστικό – υπήρξαν πλατιές δια-ταξικές συμμαχίες. Επιπλέον, η ταύτιση φασισμού και χρηματιστηριακού κεφαλαίου λειτούργησε υποβοηθητικά τόσο για τη διάδοση ενός φετιχοποιημένου, ρομαντικού αντι-καπιταλισμού όσο και του ίδιου του αντισημιτισμού, μιας και είναι γνωστή η σύνδεση αυτής της μορφής κεφαλαίου με τους εβραίους. Έτσι, δόθηκε συγχωροχάρτι για την παρουσία αυτού του μίσους ακόμα και μέσα στο αντιφασιστικό κίνημα.
γ) τρίτο και τελευταίο από εμάς, η αντίληψη του αντιφασιστικού αγώνα ως αγώνα ενάντια στη δικτατορία των πιο αντιδραστικών εκπροσώπων του χρηματιστηριακού κεφαλαίου δεν είναι παρά μια οικονομικο-κεντρική, τελεολογική ανάλυση του φασισμού που εφαρμόζει το σχήμα ‘φασισμού – αντιφασισμού’ σε συνάρτηση με το σχήμα ‘οικονομία-βάση – πολιτισμός/ιδεολογία-εποικοδόμημα’, ερμηνεύοντας την ιδεολογία μαρξικά, με όρους ‘ψεύδους’. Το να διατηρείται, επιπλέον, μια τέτοια ανάλυση μετά το ’45 σημαίνει πως δε λαμβάνεται υπόψη καθόλου το Ολοκαύτωμα των ναζί, είναι όχι μόνο σαν να μην αναγνωρίζεται η ιδιαιτερότητα του αλλά και σα να μη συνέβη καθόλου, συνεπώς, τίποτα παραπάνω δεν μπορεί να συμπεράνει ο μεταπολεμικός αντι-φασισμός από τον προ-πολεμικό.
Στοιχεία, λοιπόν, του προ-πολεμικού αντιφασισμού όπως το να διαλέξει κανείς σε ποιο κράτος θα ασκήσει κριτική, αφήνοντας τα άλλα απ’ έξω, να εστιάσει στο κακό χρηματιστηριακό κεφάλαιο, αφήνοντας το παραγωγικό στην ησυχία του, να υποτιμήσει την ιδεολογική κριτική στο φασισμό, ασκώντας μια οικονομικο-κεντρική ανάλυση για αυτόν, και εν τέλει να υποτιμήσει τον αντισημιτισμό ως ‘σοσιαλισμό των ηλιθίων’, υπήρξαν για εμάς στοιχεία ενός πολύ μερικού, πολύ επιλεκτικού και πολύ αποτυχημένου αντιφασισμού. Αυτά που μπορεί να διαγνώσει κανείς/καμιά συνοψίζοντας τα προβληματικά στοιχεία αυτού του αντιφασισμού, είναι ο οικονομισμός του, άρα μια ελλειπτική ανάλυση των σχέσεων εξουσίας, η απουσία ιδεολογικής κριτικής και η υφέρπουσα αντισημιτική δομή σκέψης ενός γενικόλογου αντι-καπιταλισμού που αγκαλιαζόταν, ας μην ξεχνάμε, σε ένα βαθμό από τα ίδια τα SS, όπως έχει δείξει τόσο η Χάνα Άρεντ, σε ερευνητικό επίπεδο, όσο και οι επιζώντες Πρίμο Λέβι και Ζαν Αμερύ, οι οποίοι βίωσαν μέρος της εμπειρίας τους ως ‘καπιταλιστές που έπρεπε να πληρώσουν’.
Αυτοί οι τρόποι σκέψης και πρακτικής, αντί να καταδικαστούν και στην περίπτωση του αντιφασισμού και παντού, έχουν εν πολλοίς επιβιώσει και μάλιστα ηγεμονεύσει στα σημερινά κινήματα. Σήμερα, στην ελλάδα και αλλού, το λεγόμενο ριζοσπαστικό κίνημα συνεχίζει να αγκαλιάζει τέτοιες δομικά αντισημιτικές αντιλήψεις, γενικολογώντας ‘αντι-καπιταλιστικά’ περί φτώχειας και διακηρύσσοντας πως η εξουσία αποτελεί το 1%, επιθυμώντας να ‘μπουκάρει στη βουλή’, εστιάζοντας στις τράπεζες και τα ανταλλακτήρια χρυσού που άνοιξαν αθρόα ενόψει κρίσης, αγνοώντας στις περισσότερες των περιπτώσεων τον ωκεανό καταπίεσης, ιεραρχικής εκμετάλευσης και ρατσισμού, που έχουν ενστερνιστεί πλατιά κομμάτια του κοινωνικού εντός και εκτός του επισήμως φασιστικού ρεύματος.
Τα τελευταία 4 χρόνια είχαμε την ατυχία μάλιστα να δούμε που καταλήγει αυτός ο λαϊκός, ρομαντικός αντι-καπιταλισμός τόσο στο ‘πλατειακό κίνημα’ του 2010-2012 όπου φασίστες και αριστεροί χωρίζονταν από κάποια σκαλάκια στην πλατεία συντάγματος, όσο και στα 2012-2015 όπου η απόσταση αυτή κεφαλαιοποιήθηκε στην συγκυβέρνηση συριζα-ανέλ. Οι πλατείες άφηναν άθικτες τις αντισημιτικές και φασιστικές αντιλήψεις [και πρακτικές, όπως π.χ. το κυνήγι και την υποτίμηση των μεταναστ(ρι)ων] και το κράτος φυσικά δεν θα κάνει τίποτα διαφορετικό. Το γέμισμα αυτού του λαϊκού αντικαπιταλισμού πήρε τα τελευταία χρόνια στην ελλάδα το όνομα του ‘αντι-μνημονιακού κινήματος’, το οποίο ξέρασε Καζάκηδες, ‘Φασισμούς Α.Ε.’ και, εσχάτως, Βαρουφάκηδες… Αυτή η παράδοση – λέμε εμείς – έχει αποδείξει ότι ξεπλένει φασίστες και θα συνεχίσει να το κάνει, θα υποβαθμίζει την ιστορική σημασία της ναζιστικής πολιτικής, κάνοντας την σαν τα μούτρα της, και θα αγκαλιάζει όλο και περισσότερο τον αντισημιτισμό. Ας μην κάνουν τα ριζοσπαστικά έντυπα πως δεν βλέπουν και δεν ακούνε. Ο κ. Βαρουφάκης έχει ακριβώς τις ίδιες απόψεις με αυτά. Μπορεί να μην τον ψήφισαν, αλλά μπορούν να χαίρονται ότι πριμοδότησαν αυτές τις αντιλήψεις για να φτάσουν τόσο ψηλά, σε επίπεδο νομής εξουσίας.
viii) Τι (καλό) απέμεινε στον αντι-ιμπεριαλισμό τους;
Το σκεπτικό «Ντιμιτρόφ» που εκθέσαμε παραπάνω έμοιαζε ή μοιάζει να επιβιώνει, λοιπόν, μέσω του σύγχρονου ασθμαίνοντος αντι-ιμπεριαλισμού, έστω κι αν δεν υπάρχει πια ΕΣΣΔ. Ο αντι-ιμπεριαλισμός που αναπτύχθηκε ιδιαίτερα στις δεκαετίες του ’60 και του ’70 στη Δύση δεν έκρυβε τις συμπάθειες του καταρχήν για τους λεγόμενους ‘καταπιεσμένους εθνικισμούς’, ενεργοποιώντας ένα παγκόσμιο σχήμα ανάλυσης όπου οι χώρες και τα έθνη διακρίνονταν μεταξύ τους ανάμεσα σε ‘ανεπτυγμένα, πρωτοκοσμικά κτλ’ και σε ‘υπανάπτυκτα, εξαρτημένα, τριτοκοσμικά’. Ήδη από την εποχή του ’60 αυτό το σχήμα ‘έμπαζε’ μιας και υποστηρίκτριες δυνάμεις των ‘υπανάπτυκτων’ κρατών συνήθως αποτελούσαν μεγάλα ιμπεριαλιστικά κράτη, όπως η ΕΣΣΔ φυσικά, ή σε άλλες περιπτώσεις τα ‘καταπιεσμένα έθνη’ δεν αποτελούσαν παρά εθνικιστικούς στρατιωτικο-πολιτικούς μηχανισμούς που στην ανάπτυξη τους αποδείχτηκαν φυτώρια ακραίου εθνικισμού (βλέπε ΙΡΑ). Σήμερα, όμως, και ειδικά ενόψει των τελευταίων συγκρούσεων στη Λιβύη, τη Συρία και την Ουκρανία, η αντι-ιμπεριαλιστική ανάλυση έχει πέσει σε ντουβάρι.
Ο πάλαι ποτέ ‘καλός’ Καντάφι συνάντησε εξέγερση από τους πλέον καλούς αντι-αμερικανούς και αντι-ισραηλινούς ‘ισλαμιστές αντάρτες’, όμως οι καλοί αυτοί αντάρτες με το που πήραν την εξουσία δεν σκότωσαν μόνο τον Αμερικάνο πρέσβη αλλά έκλεισαν και τους μαύρους Αφρικανούς της Λιβύης σε κλουβιά, ταϊζοντάς τους μπανάνες. Στην άλλη περίπτωση ο ‘καλός’ βασιλιάς Ασάντ της Συρίας, πιστός αντι-αμερικάνος και κυρίως αντι-ισραηλινός, με τη βοήθεια του ‘καλού’ Ιράν και των κακών αλληλέγγυων εθνικιστών της Ευρώπης, πολέμησε τους ‘καλούς’, αντι-τούρκους Κούρδους αλλά και τους ‘καλούς’ αντι-αμερικάνους, φιλό-τουρκους αντάρτες του ISIS. Και σα να μην έφταναν όλα αυτά, ο ‘καλός’ Πούτιν έκανε βόλτες σε ουκρανικά σύνορα, μετά από νεοναζί πραξικόπημα που στήριξαν οι ‘κακές’ ΗΠΑ και η ‘κακή’ Ε.Ε. στην οποία, όμως, συμμετέχει η ‘καλή’ ελλάς. Σκατοκατάσταση δηλαδή. Η σύγχρονη γεωπολιτική πραγματικότητα, όμως, δεν είναι η μόνη που φέρνει τον αλά-ΕΣΣΔ αντι-ιμπεριαλισμό στα βιολογικά του όρια. Ήδη, επί ΕΣΣΔ, η στήριξη κρατών ή εθνών, τουλάχιστον για αντι-κρατιστές, έμοιαζε παράδοξη.
Οι δεκαετίες του ’70 και του ’80 στην ελλάδα, για να μην πάμε μακριά, είχαν αναδείξει αυτά τα παράδοξα αλλά η αριστερή υποτίμηση του εθνικισμού αλλά και του αντισημιτισμού παρείχε ένα υπόβαθρο τύφλωσης για τα τότε υποκείμενα που στελέχωναν τα κινήματα. Τον Ιανουάριο του 1977 τοποθετείται βόμβα σε αθηναϊκό κινηματογράφο λόγω της προβολής της ταινίας «Έντεμπε» που αφηγείται την επιχείρηση διάσωσης των εβραίων ομήρων στην Ουγκάντα από πλευράς των ισραηλινών κομάντο. Μεσολαβεί κύμα εκρηκτικών επιθέσεων σε σινεμά, γραφεία κομμάτων και βιβλιοπωλεία. Τον Αύγουστο του 1978 συλλαμβάνεται στην Αθήνα μια ομάδα 9 φασιστών βομβιστών, μεταξύ των οποίων ο Ν. Μιχαλολιάκος ο οποίος εν τέλει θα καταδικαστεί σε κάτι λιγότερο από 12 μήνες φυλάκισης. To 1982 συνελήφθη στα ελληνικά σύνορα ο παλαιστίνιος Osama Abdel Al-Zomar, με ένα βανάκι με όπλα, αφού προηγουμένως είχε τοποθετήσει βόμβα στη μεγάλη συναγωγή της Ρώμης, σκοτώνοντας ένα νήπιο 2 ετών και τραυματίζοντας 35 ακόμη εβραίους. Μπροστά στα αιτήματα έκδοσης του στις ιταλικές αρχές, το ελληνικό κράτος αποφάσισε, με απόφαση του υπουργού δικαιοσύνης, Βασίλη Ρώτη, να απελευθερώσει τον Αλ Ζόμαρ στα 1988-1989 προς τη Λιβύη, κρίνοντας πως οι πράξεις του Αλ Ζόμαρ δε συνιστούσαν τρομοκρατικές πράξεις αλλά διεξάγονται στο πλαίσιο ενός «εθνικο-απελευθερωτικού αγώνα». Μπροστά σε μια τέτοια απόφαση, η ένοπλη αριστερή ομάδα του ΕΛΑ δύσκολα θα διαφωνούσε, αφού κι εκείνη τρεις περίπου μήνες πριν την ενέργεια του Αλ Ζόμαρ είχε κάνει τη δική της τριπλή βομβιστική επίθεση ενάντια σε ισραηλινούς στόχους (εταιρείες κτλ) στην Αθήνα. Την περίοδο 1984-1994 η ομάδα του Αμπού Νιντάλ, της Φατάχ, όπου ανήκε ο Αλ-Ζόμαρ έκανε άλλες 10 βομβιστικές επιθέσεις στην Αθήνα, σκοτώνοντας αμερικανούς και ισραηλινούς τουρίστες μεταξύ άλλων. Τι μας λένε όλα αυτά; Πως τουλάχιστον την πρώτη περίοδο της μεταπολίτευσης, 1975-1990, είναι ήδη αδύνατον να δούμε τα όρια μεταξύ κρατικής εξωτερικής πολιτικής, χουντικών δράσεων και αριστερού «αντι-ιμπεριαλισμού», καθώς βέβαια οι αντι-ιμπ ριζοσπαστικές πολιτικές ‘τυγχάνει’ να ταυτίζονται με τα εξωτερικά συμφέροντα του κράτους αλλά και τις ιδεολογικές του αντιλήψεις. Εντωμεταξύ, οι εβραϊκές κοινότητες, αφημένες στο έλεος των απειλών κράτους και παρα-κράτους, αρχίζουν να βασίζονται στις δικές τους δυνάμεις οχύρωσης κι ο φόβος γιγαντώνεται ενόψει του ότι ο καθένας στην ελλάδα πανηγυρίζει την επιτυχία εναντίον εβραϊκών στόχων από τη δική του πολιτική σκοπιά και με τα δικά του κίνητρα.
Κατά την ταπεινή μας άποψη, οποιαδήποτε επίδειξη ‘αντι-ιμπεριαλισμού’ δικαίως σήμερα βρίσκει να έχει χάσει τα αυγά και τα πασχάλια, καταφεύγοντας συχνότατα στη συνωμοσιολογία για να καλύψει τις νοηματικές τρύπες που της προκύπτουν. Παράδειγμα; Σύμφωνα με αφίσα κάποιων ‘αυτόνομων’: η 11η Σεπτεμβρίου – «είναι σαφές» ότι – είναι έργο των ΗΠΑ, του Ισραήλ και των σαουδαράβων![9] Πως τεκμηριώνονται αυτές οι … σαφέστατες αλήθειες; Όπως παρακάτω, σε μια άλλη σαφέστατη αλήθεια που παρουσιάζεται: «Ο στρατός του χαλιφάτου οργανώθηκε στη συρία, εναντίον του δολοφονικού καθεστώτος Άσσαντ. Και, χωρίς ίχνος συνωμοσιολογίας, είναι λογικό και βέβαιο ότι υποστηρίχτηκε (οικονομικά, επιμελητειακά, εξοπλιστικά) από κάποιον απ’ τους επόμενους, ή και όλους μαζί: σαουδική αραβία, ισραήλ, ηπα· πιθανόν και τουρκία» (τεύχος 87, σελ.10). Είναι λογικό… και βέβαιο… δίχως ίχνος συνωμοσιολογίας προπάντων… Να, κάπως έτσι υποστηρίζονται οι ‘σαφείς αλήθειες’.[10]
Κατά την ταπεινή μας άποψη η στήριξη των πληθυσμιακών μειονοτήτων, και δη αυτών των οποίων το αίμα έχει χυθεί κατά εκατοντάδες χιλιάδες, σε κάθε εμπόλεμη ζώνη είναι μια προτεραιότητα, όπως και η αναβίωση του «ο εχθρός είναι η ίδια μας η χώρα» (αν μας επιτραπεί αυτή η ταπεινή παραμόρφωση του συνθήματος του Καρλ Λίμπκνεχτ). Για την ανάδειξη, όμως, του πολιτικού αυτού συνθήματος σε πράξη, ο αντι-ιμπεριαλιστικός τυφλοσούρτης δύσκολα θα μας φανεί χρήσιμος. Γιατί πέρα από το ότι ο τυφλοσούρτης αυτός μπορεί να οδηγήσει κανέναν ‘κατά τα άλλα αντιφασίστα’ να υποστηρίξει βασιλιάδες, σεϊχηδες-δολοφόνους, κλουβιά με Αφρικανούς και βιασμούς Κούρδων γυναικών, ακυρώνοντας έτσι τις σωστές αντι-μιλιταριστικές βάσεις που (θα έπρεπε να) ενστερνίζεται από άποψη αρχής μια τέτοια ανάλυση, είναι και επικίνδυνος γιατί εύκολα μπορεί να χαθεί το ‘μικρό’ μέσα στο ‘μεγάλο’, το ‘συγκεκριμένο’ μέσα στο ‘θεωρητικό’, το ‘εμπειρικό’ μέσα στο ‘δομικό’. Έτσι, με την αιτιολόγηση ότι η ελλαδάρα αποτελεί σύμμαχο των ηπα και του ισραήλ, όντας σε αυτή τη φάση μάλιστα συνεργαζόμενη με το δντ, θα μπορούσε κανείς να χάσει από τα μάτια του (από το πολύ το αντι-ισραήλ και το αντι-ηπα), το γεγονός ότι η ελλαδάρα είναι περισσότερο φιλελληνική από ότι είναι φιλο-ηπα και φιλο-ισραηλινή, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις δια-κρατικές αυτές συμμαχίες.
ix). μιλώντας, μιλώντας, μιλώντας (από ποιά θέση;)
Με αυτή τη σκέψη θέλουμε να κλείσουμε αυτό το κείμενο, με μία σκέψη δηλαδή που κινητοποιεί εμάς σήμερα να μιλάμε τόσο ενάντια στον αντισημιτισμό ειδικά, όσο και ενάντια στην ελλάδα γενικά, από ανθελληνική πολιτική σκοπιά. Το γεγονός ότι η ελλάδα είναι εξόχως και πρώτιστα φιλελληνική, δηλαδή όποια κι αν είναι η περίσταση, βάζει πάνω απ’ όλα το δικό της κράτος, το δικό της πληθυσμό (με τις εντός του εθνοτικές, ‘φυλετικές’, ‘έμφυλες’, ταξικές ιεραρχίες φυσικά) ειναι μια καλή βάση κατανόησης των όσων λέγονται εντός ελλάδας, από ελληνική σκοπιά, από ελληνικό συμφέρον κτλ. Στο μακρο-επίπεδο του τι λόγος αναπτύσσεται για το εβραϊκό ή για κάποιο μουσουλμανικό κράτος στην ελλάδα, μας αφορά στο μέτρο που οφείλουμε να γνωρίζουμε τόσο τα συμφέροντα του ελληνικού κράτους απέναντι σε αυτά τα κράτη, όσο όμως και τους ντόπιους λόγους περί αντισημιτισμού και αντι-μουσουλμανισμού. Στο μικρο-επίπεδο, της ανάπτυξης ενός συνεπούς αντιφασιστικού λόγου και πρακτικής εντός της χώρας, εκκινούμε από την εναντίωση μας σε κάθε φασιστικό αλλά και πατριωτικό ελληνικό κίνημα, αναγνωρίζοντας και αποκαθιστώντας στην αντιφασιστική μνήμη εκείνο το σημείο της ιστορίας που αυτά τα τελευταία θεωρούν ότι πρέπει να κρύβουν δημόσια, αρνούμενα ή σχετικοποιώντας ότι υπήρξε το Ολοκαύτωμα, ενώ στο εσωτερικό τους παλεύουν για να ετοιμάσουν ένα δεύτερο.
«Υπάρχουν γνωρίσματα κοινά σε όλα τα στάδια της παραγωγής, που η σκέψη προσδιορίζει ως γενικά. Οι λεγόμενες όμως γενικές προϋποθέσεις κάθε παραγωγής δεν είναι παρά… αφηρημένα στοιχεία, με τα οποία δεν γίνεται κατανοητό κανένα πραγματικό ιστορικό στάδιο παραγωγής» (Grundrisse, Marx). Έτσι και η βία, η βία ως παραγωγή ιστορίας, έχει αυτό το διφυή χαρακτήρα. Υπάρχουν κοινά γνωρίσματα σε όλα τα στάδια της βίας (από τον Jenkins Han ως τους ναζί). Οι λεγόμενες, όμως, γενικές προϋποθέσεις κάθε βίας δεν είναι παρά… αφηρημένα στοιχεία, με τα οποία δεν γίνεται κατανοητό κανένα πραγματικό ιστορικό στάδιο βίας (από τον Jenkins Han ως τους ναζί). Αυτό είναι και ένα βασικό σφάλμα, όχι μόνο των μακρο-σκοπικών ταξικών θεωρήσεων αλλά και άλλων αστικών, όπως π.χ. της θεωρίας των ολοκληρωτισμών της Arendt. Η ρητορική αυτή, εξάλλου, που εμφανίζεται όχι μόνο στο Sarajevo αλλά και σε άλλα έντυπα της αριστεράς, που θέλει κάθε πόλεμο να είναι επανάληψη του Άουσβιτς και κάθε στρατηγό ή αρχηγό κράτους να είναι ο Χίτλερ, μην ξεχνάμε, χρησιμοποιείται κατά κόρον και από τους επάρατους εχθρούς των αριστερών αντισημιτών, δηλαδή τους Ευρωπαίους και Αμερικάνους ιμπεριαλιστές. Κατά την ταπεινή μας γνώμη, μάλιστα, η αποκατάσταση της μνήμης απορρέει και από μια προσωπική αντιφασιστική στάση και όχι αμιγώς από μια ταξική θέση. Το γεγονός ότι αυτή η… στάση είναι ρευστό και άτιμο πράγμα είναι γεγονός, που μπορεί μάλιστα να κάνει πολλούς να προβληματιζόμαστε λόγω της συνθήκης ότι δεν μπορεί να αναχθεί σε αντικειμενικούς παράγοντες, αλλά, πάλι, να τη βαφτίζαμε ‘ταξική ηθική’, ώστε να πούμε ότι τίποτα δεν μας διαφεύγει και όλα αναλύονται με βάση προ-καθορισμένες κατηγορίες; Χμ.
Αυτή η αντιφασιστική στάση, αυτή η ευαισθησία, αυτή η ηθική, αυτή η ετερότητα – κάποια ονόματα που επικαλεστήκαμε κατά καιρούς εντός μας για να την περιγράψουμε – από την άλλη δεν είναι τόσο φευγαλέα.
Antifa Negative, 1-02-2015
Ερωτήσεις-Κουίζ για δυνατούς λύτες.
α) Όταν ο Wolfgang Gehrke, εκπρόσωπος του γερμανικού Αριστερού Κόμματος (Die Linke) καλούσε σε επέμβαση της Ε.Ε. με γερμανούς στρατιώτες στην Μέση Ανατολή υπέρ των Παλαιστίνιων, ήταν: α) αντι-ιμπεριαλιστής ή β) ιμπεριαλιστής;
β) «Πρέπει να τους σφάξουμε [τους εβραίους] για να τους αποδυναμώσουμε και να τους αποτρέψουμε από το να διαδώσουν τη διαφθορά τους σε όλο τον κόσμο».
Η παραπάνω δήλωση ανήκει: α) στον Σταύρο Θεοδωράκη, β) στον νέο συριζαίο διευθυντή του ΣΔΟΕ, ή γ) στον Yunis al-Astal, μέλος του παλαιστινιακού νομοθετικού συμβουλίου;
γ) «Ο σιωνισμός δεν είναι ρατσισμός αλλά η νόμιμη έκφραση αυτοκαθορισμού του εβραϊκού λαού… Από τη δική μας εμπειρία 400 χρόνων σκλαβιάς, διακρίσεων και αποκλεισμού γνωρίζουμε πως ο σιωνισμός δεν είναι ρατσισμός».
Σε ποιον ανήκει η παραπάνω δήλωση: α) στον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, β) σε κάποιον πράκτορα της Μοσάντ, ή γ) στον Bayard Rustin, το γνωστό μέλος του κινήματος για τα δικαιώματα των μαύρων και των gay στις ΗΠΑ, διευθυντή της επιτροπής των μαύρων αμερικανών για την υποστήριξη του ισραήλ;
δ) Σε ποια οργάνωση που αποφάσισε πως «ο σιωνισμός είναι ρατσισμός» απαντούσε αυτός που έκανε την παραπάνω δήλωση; α) στη Φατάχ, β) στους Επαναστατικούς Πυρήνες, γ) στον ΟΗΕ.
* οι λύσεις του quiz στο google search!
[1] Μάλιστα μέσα στο περιοδικό (τ. 88, σελ. 8) λέγεται πως δήθεν οι πρωτοκοσμικοί αμερικανοί και ευρωπαίοι δεν διανοούνται να θίξουν καν το Ισραήλ, φοβούμενοι τις κατηγορίες για αντισημιτισμό. Οι αναγνώστ(ρι)ες μπορούν να διαπιστώσουν το τι «διανοούνται» να λένε οι διαδηλωτές στην πρωτοκοσμική Ολλανδία και Νορβηγία (ενδεικτικά παραδείγματα προφανώς) στα παρακάτω λινκς http://www.doorbraak.eu/gebladerte/30038v01.htm και http://terminal119archive.wordpress.com/%CE%B1%CE%BD%CE%B1%CE%B4%CE%B7%CE%BC%CE%BF%CF%83%CE%B9%CE%B5%CF%8D%CF%83%CE%B5%CE%B9%CF%82-%CE%BC%CE%B5%CF%84%CE%B1%CF%86%CF%81%CE%AC%CF%83%CE%B5%CE%B9%CF%82/%CE%BC%CE%B5%CF%84%CE%B1%CF%86%CF%81%CE%AC%CF%83%CE%B5%CE%B9%CF%82/kjetil/
[2] Αν και αυτό δεν ισχύει μιας και ως «φίδια» χαρακτηρίστηκαν στο συγκεκριμένο άρθρο που γράφτηκε το 2002 οι βομβιστές αυτοκτονίας και όχι εν γένει τα παιδιά των Παλαιστινίων, όπως γράφεται… Μίλησε κανείς για προπαγάνδα;
[3] Φυσικά εμείς δεν θα παραθέσουμε τέτοια στοιχεία γιατί αφενός δεν έχουμε βάλει σκοπό του περιοδικού να μπινελικώνουμε τους άραβες ρατσιστές και αντισημίτες (αλλά τους έλληνες!) και αφετέρου δεν θεωρούμε το αναγνωστικό μας κοινό τόσο ηλίθιο που να μην μπορεί να κάνει ένα google search μόνο του στο σπίτι του.
[4] Το σχόλιο αυτό έρχεται από το Sarajevo με αφορμή τις γραμμές που έγραψε 12 χρόνια πριν, το 2002, ο θεωρουμένος εντός και εκτός συνόρων Ισραήλ εθνικιστής δημοσιογράφος Uri Elitzur. Δεν θυμόμαστε ΚΑΝΕΝΑ κείμενο του Sarajevo να σχολιάζει ρατσιστικές ή εθνικιστικές δηλώσεις ελλήνων για τους οποίους μετά να έπεται η ευρηματική έκφραση «εχθροί του ανθρώπινου είδους».
[5] Στο συνέδριο του Εβιάν της Γαλλίας το 1938, 40 ολόκληρες χώρες βρέθηκαν και για να συζητήσουν το θέμα των εβραίων προσφύγων για να αποφανθούν πως μόνο ο … Άγιος Δομίνικος θα μπορούσε τελικά να υποδεχθεί εβραίους. Άλλη μια σημαντική πράξη αλληλεγγύης της ανθρωπότητας… Στη, δε, Θεσσαλονίκη από την άλλη, από το γεγονός ότι εν τέλει εξοντώθηκε το 95% του πληθυσμού της πόλης, μπορούμε επίσης να κατανοήσουμε πόσο κρίσιμο ρόλο έπαιξε η περίφημη «δια-θρησκευτική» αλληλεγγύη.
[6] «Το γεγονός πως κανένα δυτικοευρωπαϊκό κράτος δεν ήταν ικανό να εξασφαλίσει την υπεράσπιση των στοιχειωδών δικαιωμάτων του εβραϊκού λαού, και να τον σώσει από τη βία των φασιστών δημίων, εξηγεί τη φιλοδοξία των Εβραίων να ιδρύσουν το δικό τους κράτος. Θα ήταν αδικαιολόγητο να μην το λάβουμε υπόψη και να αρνηθούμε στον εβραϊκό λαό το δικαίωμα να υλοποιήσει τη φιλοδοξία του αυτή. Θα ήταν αδικαιολόγητη η άρνηση αυτού του δικαιώματος στον εβραϊκό λαό, ιδίως δεδομένων όλων όσων έχει τραβήξει κατά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Συνεπώς, η μελέτη αυτής της πτυχής του προβλήματος και η προετοιμασία των κατάλληλων προτάσεων πρέπει να αποτελούν ένα σημαντικό καθήκον της Ειδικής Επιτροπής.», απόσπασμα από τον λόγο του ΥΠΕΞ της ΕΣΣΔ, Αντρέϊ Γκρομίκο στη συνέλευση του ΟΗΕ. Η ΕΣΣΔ δηλαδή, πλην των δικών της γεωπολιτικών συμφερόντων, γνώριζε καλά πάνω σε ποιον ιστορικό λόγο δημιουργήθηκε το κράτος αυτό ένα-δυο χρόνια μετά την απελευθέρωση των τελευταίων επιζώντων από τα στρατόπεδα εξόντωσης, 45 χρόνια δηλαδή πριν τα 90ς…
[7] Έρικα Κούνιο-Αμαρίλιο – Αλμπέρτος Ναρ (1998). “Προφορικές Μαρτυρίες Εβραίων της Θεσσαλονίκης για το Ολοκαύτωμα”, Επιμ. Φραγκίσκη Αμπατζοπούλου. Θεσσαλονίκη, Παρατηρητής.
[8] Και ακόμα λίγες μπορεί να βρει εδώ http://www.huffingtonpost.com/2014/08/07/israel-gaza-anti-semitism_n_5657889.html
[9] http://www.autonomia.gr/autonomia/autonomoi_posters/autonomoi_posters_34.html
[10] Συγκλονιστική εδώ παραμένει η ‘βεβαιότητα’ που συνοδεύει το ρόλο του Ισραήλ στην οργάνωση του IS και η ‘πιθανότητα’ που συνοδεύει αντίστοιχα το ρόλο της Τουρκίας… Ακόμα και με το κλασικό κριτήριο του «ποιός ωφελείται» από τη δράση του IS, δυσκολευόμαστε να κατανοήσουμε, για να μην πούμε για ‘λογικές’ και για ‘βεβαιότητες’ πως ωφελείται περισσότερο το Ισραήλ και λιγότερο η Τουρκία στην περίπτωση, π.χ., της πολιορκίας του Κομπανί.