Το τελευταίο εξάμηνο τα συλλαλητήρια για τη μακεδονία τους, έπαιξαν στα κανάλια και έκαναν ξακουστό για άλλη μια φορά το όνομα των ελλήνων φασιστών. Με μία καμένη κατάληψη (η Libertatia στη Θεσσαλονίκη), κάποιες (σικέ) αγωνιστικές αναμετρήσεις νεοναζί και πατριωτών έναντι των ΜΑΤ, καθώς και κάμποσο φωτογραφικό υλικό αμφιβόλου αισθητικής αργότερα, ολοκληρώθηκε ο πρώτος γύρος αναμετρήσεων μεταξύ πατριωτών και περισσότερο πατριωτών στην (πατριωτική) ελλάδα. Είμαστε οι τελευταίοι που θα κάναμε κριτική στα αντιφασιστικά αντανακλαστικά όσων εναντιώθηκαν έμπρακτα στα συλλαλητήρια. Ωστόσο, θα πάμε εδώ, σε αυτό το κείμενο, λίγο πέρα από τον θόρυβο και τα φλας των συλλαλητηρίων κάνοντας κάποιες (ως συνήθως) δευτερεύουσες παρατηρήσεις. [1] Πρώτον, τόσο καιρό που παράγεται ο σχετικός θόρυβος, οι κρατικές δουλειές σε σχέση με την πειθάρχηση της μακεδονικής μειονότητας συνεχίζονται απρόσκοπτα. Για αυτό λέμε ότι θα ήταν καλό από πλευράς μας να μην ξεχάσουμε το ζήτημα της μειονότητας, όσο κι αν αυτό δεν θα μας αποφέρει ψήφους, δόξα και κινηματικές μάζες. Δεύτερον, τόσο καιρό που παράγεται η βουή από τα συλλαλητήρια, έχει φτιαχτεί ένα μέτωπο (ξέρουμε, απαίσια λέξη…) εναντίωσης σε αυτά. Δικαίως, όσοι και όσες εναντιώνονται, αντιπαρατίθενται σε λεκτικό και σωματικό επίπεδο με τα μπουλούκια των ηλιθίων με τις περικεφαλαίες που σκάνε στα συλλαλητήρια. Τι γίνεται, όμως, την ίδια στιγμή με τη συμφωνία των Πρεσπών; Ελάχιστος κόσμος φαίνεται να ασκεί όποια κριτική στα σχέδια του ελληνικού κράτους (που στο τιμόνι του αυτή τη στιγμή έχει τους Συριζα-Ανελ) γύρω από το γειτονικό κράτος της Μακεδονίας. Το πολύ-αγαπημενό σύνθημα «ενάντια σε κάθε εθνικισμό», πιστεύουμε, θα έπρεπε να πάρει σάρκα και οστά, καταρχήν εφαρμόζοντάς το τόσο στην περίπτωση του ελληνικού δεξιού πατροπαράδοτου εθνικισμού όσο και του ελληνικού αριστερού μονδέρνου εθνικισμού, τύπου ‘θα τους βάλουμε να αλλάξουν το Σύνταγμά τους και να κάνουν εκατό κάμψεις’. Για αυτό το τελευταίο ζήτημα, θα επανέλθουμε, αλλά ως τότε θα σας πούμε για αυτή την υποτίθεται ανύπαρκτη πίεση που δέχεται αυτή η ανύπαρκτη υποτίθεται μειονότητα και σήμερα.
Η ανταπόκριση αυτή από τον «ακριτικό» νομό Σερρών, συγκεκριμένα, αναδεικνύει μια μέθοδο διαρκούς ελέγχου πάνω στην δραστηριότητα των ‘ύποπτων πολιτών’ που κατοικούν εκεί την ώρα που η κυρίως προσοχή είναι στραμμένη στις συγκεντρώσεις του Συντάγματος και του Λευκού Πύργου. Οι υπάλληλοι του ελληνικού κράτους επιφορτισμένοι με τον έλεγχο αυτό δεν είναι μόνο οι συνήθεις, ο στρατός, η αστυνομία και κάποιοι που δεν θα τους μάθουμε ποτέ αλλά και πολίτες που διαδραματίζουν ρόλους με ενδιαφέροντα καθόλα ευγενή «πολιτιστικά, εξωραϊστικά εκπαιδευτικά» κλπ. Αυτοί όχι μόνο δεν κρύβονται αλλά διακαώς ψάχνουν ευκαιρία για να αναδειχθούν σαν φύλακες της εθνικοφροσύνης. Για να το πούμε αλλιώς: εκτός από τους κατάσκοπους που για να κάνουν καλά την δουλειά τους πρέπει η ταυτότητα τους να μην φαίνεται υπάρχουν και αυτοί που όσο πιο πολύ φαίνεται η ταυτότητα τους τόσο πιο καλά κάνουν την δουλειά τους.
Το Νοέμβριο του 2017 ιδρύθηκε στην Ηράκλεια Σερρών ο σύλλογος ντόπιων Σερρών “Κυριλλος και Μεθόδιος”. Τον Μάρτη του 2018, έναν μήνα μετά το συλλαλητήριο στην Αθήνα, ο σύλλογος δέχτηκε την πρώτη του μήνυση για “ανθελληνική προπαγάνδα” και “εσχάτη προδοσία”, επειδή τόλμησε να συμπεριλάβει στα ενδιαφέροντά του και την ανάδειξη της ντόπιας γλώσσας. Η μήνυση κατατέθηκε από τον πρόεδρο της Πανελλήνιας Ομοσπονδιας Πολιτιστικών Συλλόγων Μακεδόνων (ΠΟΠΣΜ) Γεώργιο Τάτσιο, κάτοικο Νέου Πετριτσίου Σερρών, τον οποίο καταρχήν ψέγουμε για υποκρισία καθώς θα έπρεπε να απειλήσει και τους γονείς του με μήνυση γιατί και εκείνοι την ίδια γλώσσα μιλάνε οι άνθρωποι. Παρακάμπτοντας, όμως, αυτό το ιδιαίτερο ψυχαναλυτικό ενδιαφέρον της υπόθεσης, θα μείνουμε σε κάποια γεγονότα. Λίγες μέρες μετά τη μήνυση του Τάτσιου, η ίδια Ομοσπονδία μαζί με τις Παμμακεδονικές Ενώσεις Καναδά, Ν. Αφρικής και Αυστραλίας [2] έστειλαν εξώδικες δηλώσεις στους εκπροσώπους του ελληνικού κοινοβουλίου για εσχάτη προδοσία (την ακούμε πολύ τελευταία!) σε περίπτωση που δεχτούν το “επαίσχυντο όνομα” μιας χώρας άλλης… Εμάς, τώρα, που μας αρέσει να χώνουμε την μύτη μας σε θέματα σαν και αυτό, μας προκάλεσε ζωηρό ενδιαφέρον ο εν λόγω φανερός πράκτωρ, και πώς μια «πολιτιστική ομοσπονδία» αναλαμβάνει τόσο grande πολιτικές πρωτοβουλίες, όπως την διοργάνωση των εθνικιστικών συλλαλητηρίων σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη.
Η ΠΟΠΣΜ είναι μια πολιτιστική ομοσπονδία-οργάνωση ομπρέλα- που δουλειά της είναι να συμπεριλάβει – ώστε να ελέγχει – όποιο πολιτιστικό σύλλογο και οργάνωση ιδρύεται εντός του χώρου ευθύνης της. Ιδρύθηκε το 2014 ελέω Αντώνη Σαμαρά και η δράση της περιγράφεται με περηφάνια στην ιστοσελίδα της. [3] Περιληπτικά η ΠΟΠΣΜ την πέφτει σε οιονδήποτε τολμά να ψελλίσει για ντόπια γλώσσα και για καταγωγή των ντόπιων που να μην έρχεται κατευθείαν από την κούνια του (έλληνα, πάντα) μεγαλέξανδρου. Η ΠΟΠΣΜ τα έχει βάλει και με το βιβλίο της καθηγήτριας Μαρίκας Ρομπου-Λεβίδη «Επιτηρούμενες ζωές» γιατί σε αυτό γράφεται πώς οι ντόπιοι μακεδόνες “εξαναγκάστηκαν” να τραγουδούν μόνο ελληνικά και πώς το ελληνικό κράτος τους θεωρούσε ύποπτους και για αυτό τοποθέτησε συνοριακές μπάρες στις εισόδους των χωριών τους. Στην μακροσκελή απάντηση προς τη Λεβίδη ο Γ. Τάτσιος γράφει απαντώντας στους αβάσιμους κατ’ αυτόν ισχυρισμούς της συγγραφέως –μην αποκρύπτοντας την αγάπη του για το έργο του Ιωάννη Μεταξά: «Η αλήθεια είναι ότι η επιτήρηση [οι μπάρες] αφορούσε περισσότερο στους ξένους που επισκέπτονταν την επιτηρούμενη ζώνη κι όχι στους ίδιους τους ντόπιους πληθυσμούς. Το καθεστώς Μεταξά ήθελε να διαφυλάξει από παρείσακτους και επίδοξους δολιοφθορείς την οχύρωση που κόστισε 1,5 προϋπολογισμό Ελληνικού κράτους με στόχο τη δημιουργία αισθήματος ασφάλειας των Ελλήνων από τους Βουλγάρους». [4] Ο ίδιος φανερός πράκτωρ πριν δύο χρόνια απέκλεισε από αποκριάτικες εκδηλώσεις στην Θεσσαλονίκη την καρναβαλική ομάδα «Μέτσκες» (αρκούδες, στα μακεδόνικα) λόγω του ονόματος τους. Για τέτοιον υπερβάλλοντα ζήλο μιλάμε. Και με δικά του λόγια: «Εν κατακλείδι καλούμε τους πάντες να ενισχύσουν το έργο της ΠΟΠΣΜ, το μόνο θεματοφύλακα της Μακεδονικής Πολιτιστικής Παράδοσης». Ως κάτοικος του Νέου Πετριτσίου Σερρών, ο κ. Τάτσιος αναλαμβάνει ως ιστορικός, που δεν είναι, να μας διαφωτίσει και για την καταγωγή των κατοίκων του χωριού του: ήλθαν, λέει, από το χωριό Στάρτσοβο (ένα χωριο που γεωγραφικά βρισκόταν στα εδάφη της νυν βουλγαρίας), “ένα χωριό αμιγώς ελληνικό πλην βουλγαρόφωνο”. [5] Οι κάτοικοι του χωριού, αναφέρει, έμαθαν τα ελληνικά (για καλή τους τύχη!) όταν το 1901 μια δασκάλα, η Φωτεινή Αλατά, έφτασε στο χωριό. Η Φωτεινή είχε γερό κονέ με τον μητροπολίτη Μελενίκου ενώ πληρωνόταν και από το υποπροξενείο Σερρών σε τουρκικές λίρες. Για την ιστορία, το 1958, 57 χρόνια μετά, η “μακεδονομάχισσα” Φωτεινή βραβεύθηκε από την Ακαδημία Αθηνών με έξτρα χρήμα και γη. Και μάλλον καλά κάνει ο Τάτσιος και την υπολήπτεται την Φωτεινή, συνάδελφοι είναι και ίσως σε κάτι αντίστοιχο αποβλέπει κι ο ίδιος στο μέλλον!
Εμείς τώρα δεν γνωρίζουμε τις προσωπικές φιλοδοξίες του τωρινού τοποτηρητή της νότιας Μακεδονίας, αναγνωρίζουμε, όμως, μέσα από τις κινήσεις του την πολιτική του ελληνικού κράτους σε σχέση με την λογοκρισία της σλαβοφωνίας στη μακεδονία, όπως εφαρμόστηκε με κάθε μέσο (μέσω της λαϊκής παράδοσης των χορών [6] ή ακόμη και των πιο τετριμμένων… βασανιστηρίων [7]), ήδη πολύ πριν τον Μεταξά, (θυμίζουμε: η Φωτεινή πηγαίνει στο Στάρτσοβο ήδη από το 1901). Από τότε ως και σήμερα, τέτοιες δουλειές χρηματοδοτούνταν όχι μόνο από το ελληνικό δημόσιο αλλά και από εξέχοντα πρόσωπα του ελληνικού κεφαλαίου. Για παράδειγμα, στην περιοχή της Φλώρινας ο Πρόδρομος Εμφιετζόγλου (της “Μηχανικής Α.Ε.” αλλά και του ΛΑΟΣ) χρηματοδοτούσε και χρηματοδοτεί “μακεδονικούς” συλλόγους με σκοπό να πνίξει κάθε προσπάθεια για έκφραση της μειονοτικής μακεδονικής γλώσσας, για να αναδείξει ότι μία είναι η γλώσσα –η ελληνική- ενώ την ίδια στιγμή στην άλλη πλευρά των Νέων Χωρών, στην Θράκη, χρηματοδοτούσε και χρηματοδοτεί ενέργειες για την “ανάδειξη” της πομάκικης μειονοτικής γλώσσας, όπως εφημερίδες, αναγνωστικό βιβλίο, κέντρο πομακικών ερευνών κ.α. , για να αναδείξει ότι δεν υπάρχει μόνο τουρκική γλώσσα στην περιοχή. [8] (Μας μπερδεύει ο κ.Εμφιετζόγλου: τελικα υπάρχουν ή όχι μειονοτικές γλώσσες;)
Στα μέρη του Γ. Τάτσιου, πάντως, στα χωριά τα «αμιγώς ελληνικά πλην βουλγαρόφωνα», το ελληνικό κράτος άργησε πολύ να αναγνωρίσει την εθνικοφροσύνη τους, καθώς οι εκεί κάτοικοι αισθάνονταν θεωρούνταν για δεκαετίες ανεπιθύμητοι και εξορίζονταν κάθε τρεις και λίγο εκτός των συνόρων -δηλ. στην βουλγαρία- αλλά και εκεί την ίδια τύχη είχαν: ανεπιθύμητοι, και πίσω στην ελλάδα. Ούτε έλληνες ούτε βούλγαροι, λοιπόν. Στις δεκαετίες που ακολούθησαν δε, υπογράψανε αρκετές δηλώσεις εθνικοφροσύνης, μέχρι και μέσα στην χούντα, σύμφωνα με προσωπική μαρτυρία μιας γυναίκας από το Ν. Πετρίτσι Σερρών.
Ο φανερός πράκτωρ υπονοεί σε αρκετά σημεία των λόγων του ότι οι προγονοί του μιλούσαν μια γλώσσα που δεν είναι η ίδια με αυτή που δίδαξε η δασκάλα Φωτεινή το 1901, αλλά ούτε είναι και ένα μίγμα ελληνικών και τουρκικών, όπως αναγράφεται σε σημερινά βιβλία τοπικής ιστορίας για το Νέο Πετρίτσι Σερρών. Είναι η γλώσσα μιας “παράξενης ελληνικής ιστορίας” που διδασκόταν στο όχι πολύ μακρινό 1931στο Γαλλικό Λύκειο Θεσσαλονίκης, όπως αναφέρεται στο πρωτοσέλιδο της βενιζελικής εφημερίδας “Μακεδονία”, στις 25-6-1931, τις μέρες εκείνες του εμπρησμού της συνοικίας Κάμπελ από την ΕΕΕ, τις ημέρες δηλαδή που το ελληνικό κράτος κανόνιζε και την πορεία μιας άλλης μεγάλης του μειονότητας, της εβραϊκής).
Η “παράξενη ελληνική ιστορία”, όπως την αναφέρει η βενιζελική “Μακεδονία”, ωστόσο, δεν ήταν και τόσο παράξενη λίγο χρόνια πιο πριν από το δημοσίευμα όταν, το 1925, το ελληνικό κράτος, υποχρεωμένο από την συνθήκη των Σεβρών, είχε αναγκαστεί να αναγνωρίσει αυτή την άγνωστή του σήμερα γλώσσα και να τυπώσει το αλφαβητάριο στα μακεδόνικα ‘abecedar’ (που τυπώθηκε ωστόσο εκ του πονηρού με λατινικούς χαρακτήρες) και το οποίο προκάλεσε έντονες αντιδράσεις, όπως επιθέσεις εναντίον δασκάλων, δημόσιο κάψιμο του αλφαβητάριου, καθώς και ένα (ακόμη) συλλαλητήριο στην πλατεία του Σόροβιτς (νυν Αμύνταιο Φλώρινας) «κατά της εισαγωγής εις τα σχολεία των αναγνωσματαρίων τα οποία συνετάγησαν εις το γνωστόν τοπικόν σλαυομακεδονικόν ιδίωμα». [9] Στον ίδιο τόνο με τους εθνικόφρονες του Σόροβιτς, η γνωστή βενιζελική φυλλάδα, σε άλλο άρθρο για το θέμα της ανθελληνικής διδασκαλίας στο Γαλλικό Λύκειο, προειδοποιεί τις μειονότητες: “ή θ’αποκτήσουν ελληνική συνείδηση, ή θα συνταυτίσουν τα συμφέροντα και τας προσδοκίας των με τας ιδικάς μας, ή ν’ αναζητήσουν αλλαχού στέγην, διότι η Θεσσαλονίκη αδυνατεί να διατηρήσει εις τους κόλπους της κατ’ όνομα Έλληνας, πράγματι δε εχθρούς χειρίστους”. [10]
[1] Μην ξεχνάτε και το κείμενο που παρουσιάσαμε στο προηγούμενο τεύχος γύρω από την παμβαλκανική αντιεθνικιστική διαδήλωση στη Θεσσαλονίκη, το αντεθνικό μπλοκ της οποίας ενίσχυσαν ερίτιμα μέλη του 0151.
[2] Οι Παμμακεδονικές Ενώσεις του εξωτερικού είναι οι σημαντικότερες οργανώσεις της “διασποράς” και σε αναγνώριση του ρόλου τους τιμήθηκαν από την Ακαδημία Αθηνών το 1992 (!) ως «σύγχρονοι μακεδονομάχοι» (από το: Η Μακεδονική Διαμάχη: ο Εθνικισμός σε έναν υπερεθνικό κόσμο, Loring Danford, Αλεξάνδρεια, 1999).
[3] Για τα στελέχη της ΠΟΠΣΜ βλεπε: ΕΦΣΥΝ, Τάσος Κωστόπουλος, “οι συνιστώσες του νέου μακεδονικού αγώνα”, 22/01/2018.
[4] Δελτία Τύπου: ΕΠΙΤΗΡΟΥΜΕΝΕΣ ΖΩΕΣ – ΑΝΘΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΑΡΑΛΛΗΡΗΜΑ – ΟΙ ΝΤΟΠΙΟΙ ΚΑΤΑΡΡΙΠΤΟΥΝ ΤΑ ΨΕΥΔΗ, Π.Ο.Π.Σ.Μ., Φεβρουάριος 2018 [από την ιστοσελίδα της]
[5] ‘«Στάρτσοβο»: Τιμώντας την ηρωίδα δασκάλα Φωτεινή Αλατά Παπαδημητρίου’. Ο Πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Πολιτιστικών Συλλόγων Μακεδόνων Γεώργιος Τάτσιος μιλάει για την ηρωίδα δασκάλα του Μακεδονικού αγώνα Φωτεινή Αλατά Παπαδημητρίου, συνέντευξη-βίντεο στο Πεμπτουσία: Ορθοδοξία, Πολιτισμός, Επιστήμες, 21/11/2016.
[6] Μεγάλη προσπάθεια γινόταν και στο να «φυτευτούν» ή να ξαναβαφτιστούν “ελληνικά” παραδόσεις, ενδυμασίες, χοροί, αρχόμενης εντατικά από το Λύκειο των Ελληνίδων, που ιδρύθηκε το 1911 από την γνωστή φεμινίστρια Καλλιρόη Παρέν και όπου σύμφωνα με το καταστατικό του σκοπός του συν των άλλων ήταν: «….και προς αναγέννησιν και διατήρησιν των Ελληνικών Εθίμων και Παραδόσεων, ως ελληνικών χορών, ασμάτων, Εθνικών Ενδυμασιών, κλπ», και συνεχιζόμενης κατόπιν από το Θέατρο Δόρα Στράτου, που ιδρύθηκε το 1953, για την προβολή του παραδοσιακού χορού. Η ιδρύτρια Δόρα Στράτου, κόρη του Νικολάου Στράτου, -που το 1922 χρημάτισε πρωθυπουργός της χώρας για 6 μέρες, και δικάστηκε και εκτελέστηκε στο Γουδί- , ίδρυσε το σωματείο με τη στήριξη του αντιπροέδρου της κυβέρνησης Σοφοκλή Βενιζέλου. Οι πληροφορίες απο το βιβλίο: Επιτηρούμενες ζωές, Μ.Ρόμπου-Λεβίδη, εκδ Αλεξάνδρεια, σελ. 161 και 164
[7] Για την βίαιη καταστολή της σλαβοφωνίας διαβάστε την Απαγορευμένη Γλώσσα του Τάσου Κωστόπουλου, Βιβλιόραμα, 2008.
[8] Οι πληροφορίες απο Το Μακεδονικό της Θράκης, Τ. Κωστόπουλος, εκδ. Βιβλιόραμα, 2009.
[9] Η Απαγορευμένη Γλώσσα, ό. π., σ. 105.
[10] Θεσσαλονίκη, η πόλη των φαντασμάτων, Μαρκ Μαζάουερ, Αλεξάνδρεια, 2006, σ. 484