Σε κάθε ψυχιατρείο που σέβεται τον εαυτό του, η ώρα του φαρμάκου είναι ώρα ιερή. Εξίσου ιερή είναι και η συνοδευτική μουσικούλα. Αυτή η μουσικούλα παριστάνει ότι χρησιμεύει για να ηρεμήσουν οι τρόφιμοι, ενώ στην πραγματικότητα χρησιμεύει για να πειθαρχήσουν οι τρόφιμοι και να καταπιούν αδιαμαρτύρητα το μενού. Ξέρετε για τι είδους μουσικούλα μιλάμε: για εκείνο το ηρεμιστικό είδος, που όσο σε εκνευρίζει, τόσο σε λένε τρελλό – και όσο σε λένε τρελλό, τόσο εκνευρίζεσαι.[1]
Τον ίδιο ακριβώς ρόλο παίζει και η μουσικούλα που συνοδεύει το συντριβάνι του ιδρύματος Σταύρος ΝιάρχοςΤΜ. Μιλάμε για συντριβάνι φωτιζόμενο με αλγόριθμους, για νερό εκτοξευόμενο με πρόγραμμα, για πίδακες που χορεύουν.[2] Επίσης μιλάμε για εκατοντάδες γριποζόμπι που συνωστίζονται και παρακολουθούν το ηρεμιστικό θέαμα, ενίοτε με το κινητό σηκωμένο. Τριγύρω, μπετονένιοι όγκοι γεννούν συναισθήματα μηδαμινότητας μπροστά στην απεραντοσύνη του αγνώστου Έλληνος καπιταλιστή. Και αυτοκόλλητα προειδοποιούν: απαγορεύεται να κάθεσαι στα σκαλιά. Απαγορεύεται να καπνίζεις στα οκτώ μέτρα από την καντίνα.
Η σεκιουριτού που μας βρήκε να σουλατσάρουμε εκεί βραδιάτικα το Σάββατο 19 Δεκεμβρίου, προσέθεσε ένα ακόμα «απαγορεύεται» στον κατάλογο: απαγορεύεται να στέκεσαι – πρέπει να περπατάς, μας είπε. Χαμογελάσαμε – από κάποια ειρωνία του κοινωνικού εργοστασίου, γι’ αυτό ακριβώς είχαμε κουβαληθεί στο ίδρυμα: για να περπατήσουμε.
Και περπατήσαμε, πολλές δεκάδες από εμάς, με τον τρόπο που θα δείτε αν πατήσετε το κουμπάκι. Αυτό το περπάτημα δεν ήταν του είδους που θα άρεσε στην σεκιουριτού. Οπωσδήποτε δεν άρεσε σε αυτούς που είχαν μαζευτεί να χαζέψουν τα συντριβάνια. Από την άλλη όμως, όλο και σε κάποιους άρεσε. Γιατί, πρέπει να ξέρετε, πολλοί από τους προσερχόμενους στο ίδρυμα Νιάρχος, δεν είναι Νιαρχοζόμπι: είναι οι δικοί μας από τις γύρω περιοχές, που δεν έχουν αλλού να πάνε, γιατί οι μπάτσοι έχουν φροντίσει ώστε κάθε «συνωστισμός» να είναι παράνομος, εκτός από τον συνωστισμό στο Ίδρυμα ΝιάρχοςΤΜ. Αυτοί, οι δικοί μας δηλαδή, ως συνήθως, μόλις μας είδαν, ήρθαν και μας πήραν αγκαλιά.
Βέβαια, ιδέα δεν έχουμε πώς ερμήνευσαν οι παρόντες φίλοι μας την ανακούφιση που τους δημιούργησε το συναπάντημα με τούτη τη διαδήλωση μες τη φωλιά του κούκου. Οπότε ας ρίξουμε τη δική μας ερμηνεία: το ίδρυμα είναι φτιαγμένο για να επιβάλλεται με τον όγκο του και μαζί για να δημιουργεί στους προσερχόμενους το αίσθημα μιας επίπλαστης ενότητας, φυσικά υπό την κρατική εντολή. «Ενότητα»· δηλαδή οι φίλοι του κράτους που επισκέπτονται το ίδρυμα ενοποιούνται κάτω από την μπετονένια του αφήγηση – συμπεριφέρονται ακριβώς όπως προβλέπει η άκαμπτη διάταξη των μπετών και οι μικροκανόνες, συνεπώς συμπεριφέρονται όλοι το ίδιο. Τα αισθήματα σιγουριάς που τους καταλαμβάνουν μπροστά στο συντριβάνι προέρχονται ακριβώς από αυτή την παβλοφική προβλεψιμότητα – για δες – όλοι κάνουμε το ίδιο – όλοι κάνουμε τα αναμενόμενα – τι θαυμαστό κατόρθωμα αυτό το κράτος – να ‘ναι καλά οι εφοπλιστές μας!
Οι όχι και τόσο φίλοι του κράτους που προσέρχονται στο ίδρυμα λόγω απουσίας επιλογών, καταπλακώνονται, όχι μόνο από τα μπετά, αλλά και από τη γενική συμμόρφωση στα μπετά. Ανακουφίστηκαν βλέποντας τη διαδήλωσή μας, γιατί η διαδήλωσή μας δεν προβλεπόταν από τα μπετά – ήταν μια πράξη εντελώς αταίριαστη με τη λογική του «ιδρύματος», συνεπώς το αντίθετο της επιβεβλημένης και αναμενόμενης συμπεριφοράς: μια πράξη συλλογική και εντελώς αναπάντεχη. Αναδεικνύαμε την κοινωνική πόλωση καταργώντας στιγμιαία το θέαμα της ενότητας που εκπέμπεται από τα μπετά και τα νερά του Νιάρχου. Αποδεικνύαμε ότι τα πράγματα μπορεί και να μην είναι όπως τα λένε οι κρατικές αφηγήσεις, είτε αυτές φτιάχνονται από λόγια, είτε φτιάχνονται από μπετόν. Και δεν το λέγαμε μόνο. Το κάναμε κιόλας.
Όχι και τόσο εκπληκτικά όλα τούτα: αυτή είναι η βασική λειτουργία όλων των διαδηλώσεων στόμα με στόμα. Στη συγκεκριμένη περίπτωση πάντως, είχαμε άμεση επαλήθευση ότι κάνουμε καλά τη δουλειά μας. Συγκεκριμένα, το συντριβάνι του Νιάρχου συνήθως αρχίζει να χορεύει κάθε μισή ώρα για να μαζευτούν τα ζόμπι με τα κινητά. Στις 19 Δεκεμβρίου όμως, οι αρμόδιοι βάλανε το συντριβάνι μπροστά αμέσως μόλις τελείωσε η διαδήλωση, είκοσι λεπτά εκτός προγράμματος.
Δεν βάζανε μπροστά συντριβάνι. Προσπαθούσαν να μαντάρουν τη διαρρηχθείσα αφήγηση των μπετών.