Ας ξεκινήσουμε από τα βασικά. Εμείς που γράφουμε αυτό το κείμενο, δε ρίχνουμε κατάρες στην Άνγκελα Μέρκελ και τον Βόλφγκανγκ Σόϊμπλε, δεν ψηφίσαμε ‘όχι’ (ούτε ‘ναι’) στο πρόσφατο ελληνικό δημοψήφισμα, δε θεωρούμε πως είναι κάποιος ‘ελληνικός λαός’ γενικά που περνάει αυτή την κρίση, ούτε ποτέ μιλήσαμε με όρους εθνικούς για αυτό που τα τελευταία έξι χρόνια ονομάζεται ‘κρίση’. Εμείς που γράφουμε αυτό το κείμενο, επιπλέον, είμαστε αμετανόητα τοποθετημένοι ενάντια στις ελληνικές πατριωτικές γραμμές αριστερών και νεοναζί (αυτά τα δύο δεν είναι τόσο μακριά πια στην κεντρική πολιτική σκηνή όσο κανείς/καμιά θα περίμενε) και, γι’ αυτό, στέκουμε με αμήχανο δέος και σαστιμάρα μπροστά σε ό,τι ονομάζεται ‘αριστερό’, εντός ή εκτός ελλάδας, και μιλάει ‘από φιλ-ελληνική σκοπιά’ για το χρέος, λες και αυτή η κουβέντα είναι κάτι άλλο πέρα από κουβέντα για την επιβίωση του ελληνικού κράτους και, συνεπώς, τη δική μας καταστροφή. Οξύμωρο; Ελπίζουμε να εξηγηθεί στη συνέχεια.
1. Το κράτος, aka η πατρίς, σε κρίση.
Υπάρχει ένα εγκληματικό λάθος που επαναλαμβάνεται εδώ και πέντε-έξι χρόνια όταν είναι να αναπτυχθεί λόγος και δράση, εντός ή εκτός ελλάδας εναντίον των συνεπειών της κρίσης. Η ίδια η λέξη ‘κρίση’ βοηθάει στην αναπαραγωγή αυτού του λάθους, λες και πρόκειται για ένα ‘φαινόμενο’ το οποίο το βιώνουν όλοι το ίδιο, σε όποια εθνική, έμφυλη ή ταξική θέση κι αν βρίσκονται. Το λάθος αυτό συνιστά, βέβαια, ο αφηρημένος λόγος ‘υπέρ της ελλάδας’∙ μιας χώρας δηλαδή η οποία οργανώνει μια ακραία ρατσιστική και ταξική διαφοροποίηση μεταξύ μεταναστών και των λεγόμενων ελλήνων: όπου, αφενός, το σύνολο των μεταναστών δέχεται σημαντικές ποσότητες ρατσιστικής βίας και διακρίσεων, κοινωνικών και θεσμικών, και, αφετέρου, το μεγαλύτερο κομμάτι των εργατών είναι μεταναστευτικής καταγωγής και εκβιάζεται σε ένα στάτους παρανομοποιημένης ύπαρξης, με βάση τις ανανεούμενες άδειες παραμονής του και δίχως πολιτικά δικαιώματα. Μιας χώρας, επιπλέον, που συνεχίζει να ανήκει στις πλουσιότερες του πλανήτη και της οποίας ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού διατηρεί καλύτερες συνθήκες διαβίωσης τόσο σε σχέση με ανθρώπους σε χώρες του λεγόμενου ‘τρίτου κόσμου’, όσο και πολλών εκατομμυρίων άλλων εντός Ε.Ε.
Το εγκληματικό λάθος, όμως, δεν σταματάει εδώ. Η λέξη ‘κρίση’ που μας έδωσε το ελληνικό κράτος για να πιπιλίζουμε στο μέλλον, και με τη βοήθεια της ελληνικής αριστεράς διανθίστηκε μέσα σε ένα περαιτέρω διογκωμένο εθνικό λεξιλόγιο, οπού εντάσσονται οι λέξεις «προδότες-δωσίλογοι», «κατοχή-χούντα», «υποτέλεια-υποταγή» κ.τ.λ., όλα αυτά μαζί δεν δηλώνουν τίποτα άλλο παρά μια εθνική πρόσληψη της κρίσης. Γράφαμε τότε, στα 2011-2012, πως οι εθνικοί ορισμοί της κρίσης κάνουν τρία κακά πράγματα για εμάς: α) αυξάνουν τον εθνικισμό του πληθυσμού αναζητώντας τις αιτίες αυτής της ‘κρίσης’ έξω από την ελλάδα, με κίνδυνο να ανοιχτεί όλο και περισσότερο χώρος για τους νεοναζί, β) αναδεικνύουν τον κρίσιμο ρόλο της αριστεράς στη διαμόρφωση αυτής της εθνικής κρατικής ιδεολογίας, ρόλο που η αριστερά εκμεταλλεύεται ως δύναμη που παραδοσιακά μιλάει ‘υπέρ των αδυνάτων’ και γ) κάνοντας τον πατριωτισμό να ηγεμονεύσει, υπονομεύει κάθε άλλη ερμηνεία της κρίσης, ειδικά αυτές που θα ήταν άβολες για το ελληνικό κράτος. Ας τα ‘χουμε όλα αυτά υπόψη και ως έτσι: κάθε λέξη σε πανώ, κάθε γραμμή σε προκήρυξη, κάθε παράγραφος σε ανοιχτή επιστολή αλληλεγγύης στην ελλάδα, είτε προερχόταν από τον κ. Ζίζεκ και την κα. Μπάτλερ, είτε προερχόταν από κάποια ευρωπαϊκή αλληλέγγυα αριστερά, όλα τα παραπάνω ενίσχυε, για όλα τα παραπάνω ‘δούλευε’… αλλά και για όλα τα παρακάτω.
Υποτίθεται ότι ο Σύριζα ήρθε ως ‘η αριστερή ελπίδα στην Ευρώπη’ και, ταυτόχρονα, η τελευταία λύση της μεγάλης μάζας των ελλήνων μικροαστών που, μέσω της οικονομικής πολιτικής των τελευταίων χρόνων, έχασαν σημαντικό μέρος των προνομίων τους, και επομένως την πίστη τους στο κόμμα που τους στέγαζε την τελευταία 25ετία λιγότερο ή περισσότερο, το Πασόκ. Και έτσι όπως ήρθε και ο Σύριζα, έτσι προετοιμάζεται να φύγει σε λίγους μήνες, τουλάχιστον υπό τη μορφή της σημερινής σχετικά αυτο-δύναμης κυβέρνησης. Υποτίθεται, επίσης, ότι ο Σύριζα, όντας πολύ αφελής ή και πολύ θαρραλέος (αναλόγως ποια εφημερίδα διαβάζουμε) ‘διαπραγματεύτηκε’ πολύ περισσότερο από τα άλλα ελληνικά κόμματα, αλλά η ‘σκληρή γερμανία’ τον ανάγκασε να υποκύψει στα εκβιαστικά της αιτήματα που θα μεταφραστούν σε αβάσταχτα μέτρα προς ‘τον ελληνικό λαό’. Επίσης, υποτίθεται πως ο Σύριζα πήγε στις Βρυξέλλες για να εκπροσωπήσει όλες και όλους εμάς με τους χαμηλούς μισθούς και συντάξεις. Υποτίθεται, τέλος, πως ο Σύριζα – πιο πριν – είχε θέσει ένα δημοψήφισμα με βάση το οποίο ρωτούσε τους ψηφοφόρους αν θα προτιμούσανε την – πριν τις 5 ιουλίου – συμφωνία με τους ευρωπαίους ή όχι. Ο Σύριζα, πράγματι, προετοίμαζε τη χώρα για το σενάριο εκτός ευρώ και Ε.Ε., όμως αυτή δεν ήταν σίγουρα η κύρια επιδίωξη του.
Τι συνέβη, όμως, πράγματι; Ο Σύριζα προετοιμαζόταν για ένα σενάριο εξόδου από την Ε.Ε., όπως άλλωστε είχαν προετοιμαστεί Πασόκ και Ν.Δ. για το ίδιο σενάριο, πριν τρία χρόνια, γιατί η ίδια η αστική τάξη της χώρας (δεμένη, εξάλλου, με τα συμφέροντα των πολιτικών εκπροσώπων της ελληνικής κοινοβουλευτικής ζωής) αναλογίζεται ήδη εδώ και τρία-τέσσερα χρόνια αυτό το σενάριο ως περισσότερο συμφέρον.
Γιατί συμβαίνει αυτό; Γιατί οι ‘γερμανοί’ (έχουν κι αυτοί τα δικά τους συμφέροντα) ζητούνε άρση της προστασίας του ελληνικού κράτους προς τις ελληνικές μεγάλες επιχειρήσεις.
Πώς αποδεικνύεται αυτό; Μα με τον απλούστατο τρόπο του διαβάσματος της συμφωνίας που απορρίφθηκε με 62% στο δημοψήφισμα που περιλάμβανε κατάργηση του ειδικού προνομιακού καθεστώτος προστασίας της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας, των ελλήνων εφοπλιστών και των ελλήνων επιχειρηματιών των νησιών (βιομηχανία τουρισμού) εκ μέρους του ελληνικού κράτους. Η συμφωνία, επίσης, προέβλεπε μείωση των στρατιωτικών δαπανών του ελληνικού κράτους κατά 400 εκατομμύρια ευρώ και ακύρωση των αποφάσεων του Σ.τ.Ε για την επαναφορά των μισθών των αστυνομικών στα επίπεδα πριν το 2012.
Τι σημαίνουν όλα αυτά; Πως ο Σύριζα, σε αντίθεση με την ‘αριστερή ελπίδα’, πήγε στις Βρυξέλλες για να διαπραγματευτεί για την κρατική προστασία απέναντι σε μια σειρά θεσμών, μεταξύ των οποίων στρατός και αστυνομία, αλλά και επιχειρήσεων που διαμορφώνουν τον χάρτη του ελληνικού κεφαλαίου που κάνει μπίζνες με διάφορα και διάφορους, μεταξύ άλλων και τους έλληνες νεοναζί.
2. Οι φασίστες.
Έχουμε τρελαθεί τελείως; Ο αριστερός Σύριζα μπίζνες με νεοναζί; Ναι, κάτι τέτοιο θα σας πούμε. Μας εκνευρίσανε και μας κάνανε να βλαστημήσουμε οι συνεχείς προτροπές στελεχών του Σύριζα, πριν αρχίσει η δίκη των νεοναζί, πως οι άνθρωποι έπρεπε να δικαστούν για τις πράξεις τους και όχι για τις ιδέες τους – μια θέση που σήμερα είναι το κεντρικό επιχείρημα των δικηγόρων της χρυσής αυγής. Μας ανησύχησε ενστικτωδώς το γεγονός της προ-εκλογικής συνάντησης των περασμένων δημοτικών εκλογών μεταξύ της υποψήφιας του Σύριζα για την περιφέρεια Αττικής κας Ρένας Δούρου με έναν επιχειρηματία του Πειραιά, του οποίου οι άνθρωποι ανέλαβαν το Δήμο Πειραιά, και για τον οποίο ψιθυριζόταν ότι χρηματοδοτεί τους έλληνες νεοναζί. Μας ανησύχησε ακόμη περισσότερο, αν και μας διασκέδασε και λίγο, πως ο Σύριζα συνέχισε να επαναλαμβάνει (και να απειλεί) μετά την εκλογή του τον Ιανουάριο του 2015 πως αν δεν πετύχει αυτός, η μόνη δύναμη που δεν θα έχει δοκιμαστεί και θα αναλάβει στη συνέχεια είναι η χρυσή αυγή. Ο εκνευρισμός συνεχίστηκε όταν είδαμε την κα. Κωνσταντοπούλου να δημιουργεί ολόκληρη φασαρία στη βουλή, για το καλό της εύρυθμης λειτουργίας του κοινοβουλίου πάντα, ώστε οι χρυσαυγίτες να βρίσκονται εκτός φυλακής και να τοποθετούνται για τα διάφορα νομοσχέδια. Δεν περιμέναμε, λοιπόν, τίποτα καλύτερο και όταν τους είδαμε να αποφυλακίζονται ένας-ένας με την παρέλευση του 18μηνου, ενώ βέβαια για αντιφασίστες και αναρχικούς, συνήθως τα δικαστήρια εφευρίσκουν κάθε δικαιολογία για να επεκτείνουν αυτό το 18μηνο (π.χ. βλέπε περίπτωση Τσάκαλου πριν δύο χρόνια). Δεν μείναμε έκπληκτοι, λοιπόν, όταν ξεκίνησε η δίκη της χρυσής αυγής και το ένα μετά το άλλο, τα θετικά μέτρα υπέρ των νεοναζί αρχίσανε να παίρνονται στο δικαστήριο (π.χ. απόρριψη πολιτικής αγωγής για την κατηγορία της εγκληματικής οργάνωσης, απόρριψη οπτικο-ακουστικής κάλυψης της δίκης ή μαγνητοφώνησης των πρακτικών της δίκης), λέγοντας μας παράλληλα πως η δίκη θα διαρκέσει γύρω στα δύο χρόνια. Με λίγα λόγια καταλάβαμε πως η χρυσή αυγή θα τελειώσει αυτή τη δίκη, επί αριστερής κυβέρνησης, με ελάχιστες απώλειες και πως ο Σύριζα δεν ενδιαφέρεται τόσο για αυτό το ζήτημα. Ακόμη, πως ο Σύριζα δεν ενδιαφέρεται να κλείσει τα στρατόπεδα κράτησης μεταναστών, όπως και κάποιες άλλες δικαιωματικές του υποσχέσεις.
Αν οι τελευταίοι δύο μήνες έχουν να προσθέσουν κάτι μέσα σε αυτό το κλίμα αγαστής συνεργασίας και συμβίωσης μεταξύ του ευρύτερου χώρου του Σύριζα και των νεοναζί, αυτό είναι αφενός οι αθωώσεις και η λάιτ ποινική μεταχείριση μπάτσων και (αυτόνομων) φασιστών για μια σειρά επιθέσεων εναντίον αριστερών και αντι-φασιστών. Οι δικηγόροι των νεοναζί και των μπάτσων σε αυτές τις δίκες προέρχονταν από τα βαθιά πολιτικά δίκτυα της ελληνικής δεξιάς, συνεργάτες μεταξύ άλλων του πρώην πρωθυπουργού Σαμαρά κ.τ.λ. Επίσης, τη συνεργασία ενός πρώην πρόεδρου του Σύριζα και του αδερφού του αρχηγού των νεοναζί, ως δικηγόρων, στην υπόθεση με τη μεγαλύτερη ποσότητα ναρκωτικών που πιάστηκαν ποτέ στην ελλάδα. Ο βασικός συλληφθέντας αυτής της υπόθεσης είναι συνεργάτης του προ-αναφερθέντα επιχειρηματία που συναντήθηκε προ-εκλογικά με την κα. Δούρου. Τέλος, δεν γίνεται να το ξεχάσουμε, η συνταύτιση του Σύριζα μαζί με τους νεοναζί και τους ακροδεξιούς των Αν.Ελ. στην υποστήριξη της επιλογής του ‘Όχι’ στο δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου.
3. Και εμείς.
Δεδομένου φυσικά ότι εθνικιστές και δεξιοί πατριώτες υπήρχαν και στις δύο επιλογές που δόθηκαν στο δημοψήφισμα, και βάσει των όσων είπαμε – για τις συνδέσεις Σύριζα και φασιστών, Σύριζα και μπάτσων και στρατού και εφοπλιστών, φαρμακοβιομηχάνων και επιχειρηματιών τουρισμού – το αν θα ψήφιζε κανείς/καμιά ‘ναι’ ή ‘όχι’ στο δημοψήφισμα ήταν για εμάς τελείως αδιάφορο και σίγουρα μια επιλογή ξένη για το δικό μας συνάφι. Μολονότι το να βγει το ελληνικό κράτος άμεσα από την Ε.Ε. θα σήμαινε για εμάς προσωπικά και πολιτικά ένα γερό χτύπημα, που θα συνοδευόταν από άμεση και ακραία πτώση των μέχρι τώρα όρων της ζωής μας, το δίλημμα ‘ναι’ ή ‘όχι’ ήταν πολιτικά αδιάφορα για αντιφασίστ(ρι)ες μιας και: α) και οι δύο πλευρές υιοθετούσαν εθνικιστικό λόγο και στηρίζονταν από εθνικιστές και φασίστες, β) και οι δύο πλευρές κρατούσαν ‘κρυφά χαρτιά’ και απέκρυπταν δημοσίως διάφορα σημαντικά στοιχεία των συμφωνιών τους με τα ευρωπαϊκά κράτη, στοιχεία που είχαν να κάνουν βέβαια με το γεγονός πως η άλφα ή η βήτα επιχειρηματική ή κρατική προσπάθεια θα ενισχυθεί, ενώ εμείς, όπως και να ‘χει, με όποια εξέλιξη και να είχε όχι μόνο το δημοψήφισμα, αλλά και οι λεγόμενες διαπραγματεύσεις, θα ήμασταν στη μεριά των ‘χαμένων’ της υπόθεσης. Αξίζει να ειπωθεί, τέλος, πως για τα πρώτα και κυριότερα θύματα αυτής της ‘κρίσης’, κρίση που ζούνε μάλιστα μερικοί εδώ και 25 χρόνια, τους ίδιους τους μετανάστες, δεν μιλούσε κανείς και το θέμα τους βέβαια δεν είχε τόσο ενδιαφέρον γιατί το τι θα πάθουν οι μετανάστες, οι οποίοι σημειωτέον δεν μπορούσαν να ψηφίσουν στο δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου, είναι αδιάφορο για όλα τα κόμματα, τις οργανώσεις και τον σιχαμένο αυτό λαό, τους έλληνες.
Εν είδει παρένθεσης: Αναρωτιούνται πολλοί ακόμη και σήμερα πως θα επιζήσει το ελληνικό κράτος εκτός Ε.Ε., ένα κράτος που έχει μάθει να ζει με λεφτά της Ε.Ε. και με τη δουλειά των υποτιμημένων ζωών και εργασιών των μεταναστών. Η απάντηση είναι προφανής στο οικονομικό πεδίο. Αν υποτιμηθεί το εθνικό νόμισμα, το ελληνικό κράτος θα καταφέρει με έναν σχεδόν τεχνικό τρόπο να σαρώσει οτιδήποτε σε επίπεδο μισθών και να εξασφαλίσει κέρδη για τις ελληνικές επιχειρήσεις μέσω φόρων που θα επιβληθούν στα προϊόντα που θα έρχονταν από το εξωτερικό. Τις απώλειες, όμως, κατά τα άλλα που θα βιώσει το ελληνικό κράτος και κεφάλαιο – ας μην έχει κανείς καμιά αυταπάτη – θα τις καλύψει μέσα από νέες μπίζνες τις οποίες θα μπορεί να επεκτείνει μέσα από την ήδη υπάρχουσα, υπερ-διογκωμένη παρα-οικονομία του, η οποία επίσης εν πολλοίς βασίζεται στους μετανάστες. Η αλήθεια είναι ότι έχουμε γίνει πλέον παραπάνω καχύποπτοι με τα καθάρματα του Σύριζα και πως ακόμα και το νομοσχέδιο για την ιθαγένεια που ψηφίσανε τον Ιούλιο ή οι νόμοι που στις αρχές Ιουλίου περάσανε γύρω από την απο-ποινικοποιημένη μεταφορά μεταναστών εντός των ελληνικών συνόρων δεν μας φαίνονται παρά ‘ευκαιρίες’ για μπίζνες με σώματα στα σύνορα ή ακόμη και τροφοδοσία των εθνικών κανονιών με κρέας. Το άμεσο μέλλον θα δείξει αν είμαστε υπερβολικά καχύποπτοι…
Το παρόν, πάντως, έχει ήδη δείξει πως η ελληνική αριστερά, με έμφαση στο ελληνική, υιοθετώντας από νωρίς το 2010 μια τελείως εθνική ερμηνεία της κρίσης, έχει προσφέρει σπουδαίες υπηρεσίες στο ελληνικό κράτος. Τα εμπειρικά κριτήρια μας αντι-εθνικιστικής συνείδησης, δεν διέψευσαν την καχυποψία μας για τον περιβόητο ελληνικό λαό, το κράτος του και τους φασίστες τους. Αυτό που διέψευσαν ήδη εδώ και πέντε-έξι χρόνια ήταν οι αριστερές ελπίδες ανάθεσης και η υποτίμηση των ζητημάτων του ρατσισμού και του εθνικισμού που σήμερα καθίστανται κοινός τόπος, η κοινή γλώσσα όλων των πολιτικών οπαδών. Σήμερα, δυστυχώς, μολονότι ποτέ δεν είναι αργά, δεν είναι αρκετό να αντιτίθεσαι έμπρακτα στην εθνική ιδεολογία πως είναι κάποιοι ξένοι που φταίνε για την ‘ελληνική κρίση’, οι Μέρκελ και οι όποιες Μέρκελ. Ο αντι-γερμανισμός σήμερα, όπως σωστά γράφει ένα σύνθημα, είναι η αριστερή πορδή που εξαερώνει τον εθνικό βόθρο. Ο αντι-γερμανισμός σήμερα είναι ο αντι-αμερικανισμός μιας δεκαετίας πριν. Και είναι μια ιδεολογία κομμένη και ραμμένη από αριστερά χέρια, για όλο το έθνος.
Το βάθος του εθνικού λαϊκισμού μέσα στο οποίο ώθησε ο Σύριζα ακόμη περισσότερο τα πράγματα έχουν φέρει άτομα και ομάδες, και εκατομμύρια ακόμη κόσμο, να πανηγυρίζουν που παρέμειναν στην Ε.Ε. λόγω των συνεχόμενων αμερικάνικων παρεμβάσεων… ‘λόγω της γεωπολιτικής αξίας της Ελλάδας’. Οπότε ας το γράψουμε κάπου αυτό όλοι και όλες. Αριστερός στην ελλάδα σήμερα είναι να πανηγυρίζει κανείς/καμιά ότι τον θέλουνε για κρέας για κανόνια, γιατί αυτό ακριβώς σημαίνει να σε θέλουνε κάπου ‘για γεωπολιτικούς λόγους’. Η ένταση των λόγων εναντίον των μουσουλμάνων, η ένταση των λόγων όξυνσης με την Αλβανία για τους υδρογονάνθρακες, η ένταση στην ανατολική Μεσόγειο για κάποια δήθεν ‘ΑΟΖ’, οι ‘τουρκικές προκλήσεις’, δηλαδή όλες οι χρυσαυγίτικες μπαρούφες και συνθήματα της προηγούμενης δεκαετίας, που έγιναν φέτος εξωτερική πολιτική του ελληνικού κράτους από τον Σύριζα αποτελούν ακριβώς το πεδίο που αφήνεται να παίξει μπάλα και η επόμενη ελληνική κυβέρνηση. Οι έλληνες χαίρονται!
Ρεζουμέ και κλείσιμο: Το αν το ελληνικό κράτος χρεοκοπήσει και θεαματικά και, συνεπώς, επιλέξει την οδό της εξόδου από την Ε.Ε. είναι μια απόφαση που δεν είναι στα χέρια μας, αλλά επίσης μια οδός η οποία υποψιαζόμαστε ότι θα μας ρίξει σε έναν ακόμη βαθύτερο κουβά με σκατά, ο οποίος κουβάς θα έχει μέσα σίγουρα και περισσότερους φασίστες. Το πότε θα γίνει αυτό το ξέρουνε μόνο οι ίδιοι στο ελληνικό κράτος, ίσως αύριο και μεθαύριο, ίσως μετά από ένα χρόνο ή και δύο, όταν με το καλό αθωωθούνε και οι περισσότεροι χρυσαυγίτες… Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε εμείς μέσα σε αυτό το χαμό είναι να οργανωθούμε καλύτερα, να συνεχίσουμε αυτό που κάνουμε, να επιδιώξουμε τις δικές μας συμμαχίες, να συναρθρώσουμε τους πολλούς μερικούς ριζοσπαστικούς λόγους, όχι στη βάση μιας θεωρητικής πατέντας που θα μας δοθεί από τον κ. Ζίζεκ ή την κα. Μπάτλερ (εξάλλου, αυτοί Σύριζα μας λέγανε να ψηφίσουμε), αλλά στη βάση μιας αναγκαιότητας επιβίωσης που θέτει μπροστά μας η πραγματικότητα. Άραγε, πόσες και πόσοι μπορούνε να κατανοήσουνε αυτή την αναγκαιότητα μέσα στον βομβαρδισμό βλακείας και δαιμονοποίησης προσώπων και εθνικοτήτων τον οποίο έχουν εξαπολύσει τα ΜΜΕ; Το κείμενο αυτό γράφεται από ανθρώπους που έχουν διαισθανθεί καιρό πριν και έχουν καταλάβει καλά, έστω και αργά, πως ενόψει της κατάρρευσης του ελληνικού εθνικού ονείρου, οι επιλογές είναι βασικά δύο: ή θα αναλάβουμε να το κρατήσουμε ζωντανό, προσφέροντάς του σώματα και μυαλά για εθνική χρήση, ή θα του ρίξουμε τις τελευταίες κλωτσιές∙ και επιλέγουμε το δεύτερο.
Antifa Negative, 20.07.2015 (για το ραδιόφωνο FSK του Αμβούργου)